Η Μεταμόρφωση του Χριστού αποτελεί ένα κορυφαίο γεγονός στην ζωή των Μαθητών, που έχει σχέση με την Πεντηκοστή, αφού πρόκειται για μεγάλη εμπειρία του Θεού. Βέβαια, υπάρχει διαφορά μεταξύ της Μεταμορφώσεως και της Πεντηκοστής, από την άποψη ότι οι Μαθητές κατά την Μεταμόρφωση δεν ήταν ακόμη μέλη του θεωθέντος Σώματος του Χριστού, όπως έγιναν την ημέρα της Πεντηκοστής.Ωστόσο, υπάρχουν και άλλα γεγονότα στην ζωή του Χριστού που συνιστούν μια μεταμόρφωση, αφού οι Μαθητές αξιώθηκαν να δούν μερικές ακτίνες της θεότητος του Χριστού. Θα παρατεθούν δύο από αυτά τα γεγονότα.Πρώτη ήταν η κλήση των δύο Μαθητών, στους οποίους ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής υπέδειξε τον Χριστό. Οι Μαθητές μόλις άκουσαν τον Τίμιο Πρόδρομο να λέγη: "ίδε ο αμνός του Θεού", τον ακολούθησαν. Και τότε "στραφείς ο Ιησούς και θεασάμενος αυτούς ακολουθούντας" τους ρώτησε τί ζητούν. Στην ερώτησή τους που μένει, τους κάλεσε να έλθουν κοντά Του. Και σημειώνει ο ιερός Ευαγγελιστής: "ήλθον ουν και είδον που μένει, και παρ’ αυτώ έμειναν την ημέραν εκείνην" (Ιω. α', 35-39). Το ότι ο Χριστός έστρεψε το πρόσωπό Του και τους είδε σημαίνει ότι αποκάλυψε την δόξα του προσώπου Του σε ένα μικρό βαθμό, πράγμα που τους παρακίνησε να θέλουν να μείνουν μαζί Του. Η οικία του Χριστού είναι το φώς, αφού ως Θεός "φώς οικών απρόσιτον", και το ότι έμειναν εκείνη την ημέρα στην οικία σημαίνει ότι οι Μαθητές έμειναν μια ολόκληρη μέρα στην θεωρία του ακτίστου Φωτός.
Έτσι καταλαβαίνουμε ότι η κλήση των Μαθητών δεν ήταν μια απλή πρόσκληση στην οποία ανταποκρίθηκαν επειδή είχαν μεγάλο ζήλο, αλλά ήταν καρπός θεωρίας και αποκαλύψεως. Και δείχνει, όπως λέγει ο ιερός Θεοφύλακτος, ότι σε αυτούς που ακολουθούν τον Χριστό, Εκείνος δείχνει το πρόσωπό Του, την δόξα του προσώπου Του, γιατί αν δεν ακολουθήση κανείς δια της πράξεως τον Χριστό, δεν μπορεί να φθάση στην θεωρία, αφού ο "μή καθάρας εαυτόν, και δια της καθάρσεως ακολουθήσας, πώς εν γνώσει φωτισθήσεται;".Δεύτερη περίπτωση είναι η κλήση των Μαθητών μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν και ο Απόστολος Πέτρος. Τους συνάντησε ο Χριστός μετά την αποτυχημένη αλιεία και τους διέταξε να ρίξουν ξανά τα δίκτυα στην λίμνη. Όταν παρά πάσαν προσδοκία συνέλαβαν πολλά ψάρια, ο Σίμων Πέτρος έπεσε στα πόδια του Χριστού και είπε: "έξελθε απ’ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε". Και δικαιολογεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς: "Θάμβος γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους σύν αυτώ επί τη άγρα των ιχθύων ή συνέλαβον" (Λουκ. ε', 1-11). Η αίσθηση του Αποστόλου Πέτρου ότι ήταν αμαρτωλός ήταν καρπός και αποτέλεσμα του θάμβους, και της εκστάσεως στην οποία περιήλθε με το θαύμα. Πρόκειται για την εμπειρία της δόξης του Θεού, την αίσθηση της παρουσίας του Υιού και Λόγου του Θεού, αλλά και της δικής του ακαθαρσίας, της αμαρτωλότητος. Αυτό το γεγονός αν συγκριθή με παράλληλα αποκαλυπτικά γεγονότα της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης δείχνει ότι δεν είναι ένα θάμβος που προέρχεται από εξωτερικά γεγονότα, αλλά από αποκάλυψη της δόξης του Θεού.
Η λέξη μεταμόρφωση δηλώνει την αλλαγή της μορφής. Δηλαδή σε μια συγκεκριμένη στιγμή ο Χριστός αποκάλυψε αυτό που κρυπτόταν, φανέρωσε την δόξα της θεότητος, με την οποία ήταν ενωμένη η ανθρώπινη φύση από την στιγμή της συλλήψεως στην κοιλία της Θεοτόκου. Ο Χριστός με την μεγάλη Του φιλανθρωπία κάλυπτε αυτό που είχε πάντοτε, ώστε να μη "καούν" οι Μαθητές, λόγω της ακαταλληλότητός τους, επειδή δεν είχαν ακόμη προετοιμασθή.
Ο Χριστός εκείνη την ώρα μεταμορφώθηκε, "ουχ ό ουκ ήν προσλαβόμενος, ουδέ εις όπερ ουκ ήν μεταβαλόμενος, αλλ’ όπερ ήν τοις οικείοις μαθηταίς εκφαινόμενος" (άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός). Αυτό σημαίνει ότι ο Χριστός δεν προσέλαβε κάτι που δεν είχε, ούτε μεταβλήθηκε σε κάτι που δεν ήταν, αλλά φανέρωσε στους Μαθητάς Του αυτό που ήταν. Ουσιαστικά, όταν κάνουμε λόγο για Μεταμόρφωση εννοούμε ότι έδειξε την δόξα της θεότητός Του, που την κρατούσε αφανή στο φαινόμενο σώμα, επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να την αντικρύσουν.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θα πη ότι ο Χριστός δεν έδειξε ολόκληρη την θεότητα, αλλά μια μικρή ενέργειά της. Και αυτό το έκανε αφ’ ενός μεν για να πληροφορήση για το ποιά είναι η θεϊκή δόξα της Βασιλείας, αφ’ ετέρου δε από φιλανθρωπία, ώστε να μη χάσουν και την ζωή τους ακόμη, βλέποντας ολόκληρη την δόξα της θεότητος. Γι’ αυτό, το μυστήριο της Μεταμορφώσεως είναι και αποκάλυψη της Βασιλείας, αλλά και έκφραση της αγάπης και της φιλανθρωπίας του Θεού.
Γίνεται λόγος στα λειτουργικά κείμενα ότι κατά την Μεταμόρφωση ο Χριστός θεούργησε την ανθρώπινη φύση που προσέλαβε. Αυτό, όμως, λέγεται με μια ορισμένη έννοια και δεν σημαίνει ότι τότε μόνο θεουργήθηκε η ανθρώπινη φύση. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό η ανθρώπινη φύση θεουργήθηκε, δηλαδή θεώθηκε, από την υποστατική ένωση και κοινωνία με τον Θεό Λόγο, που έγινε από την στιγμή της συλλήψεώς Του στην κοιλία της Θεοτόκου, την ημέρα του Ευαγγελισμού. Τότε, η θεότητα θέωσε την ανθρώπινη φύση, ενώ η ανθρώπινη φύση θεώθηκε (άγ. Γρηγόριος Θεολόγος). Κατά την Μεταμόρφωση του Χριστού φανερώθηκε στους Μαθητάς αυτή η θεουργηθείσα ανθρώπινη φύση από την πρόσληψή της από τον Θεό Λόγο. Προηγουμένως ήταν άγνωστη, τώρα έγινε φανερά. Με αυτήν την έννοια γίνεται λόγος σε μερικά τροπάρια για θεουργία της ανθρωπίνης φύσεως κατά την Μεταμόρφωση.
Αυτό ακριβώς το γεγονός μας οδηγεί στην άποψη ότι στο Θαβώρ δεν έχουμε μόνο Μεταμόρφωση, αποκάλυψη του Χριστού, αφού πραγματικά τότε έδειξε μερικές ακτίνες της θεότητός Του, αλλά και μεταμόρφωση των Μαθητών. Οι Μαθητές αξιώθηκαν να δούν την θεουργία της ανθρώπινης φύσης του Χριστού, ακριβώς γιατί μεταμορφώθηκαν αυτοί οι ίδιοι. Οι Πατέρες κάνουν λόγο για εναλλαγή των Μαθητών. "Ενηλλάγησαν ουν και ούτω την εναλλαγήν είδον" (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς). Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει εναλλαγή, Μεταμόρφωση του Χριστού, αλλά αυτό έγινε γνωστό, γιατί υπήρξε και εναλλαγή, μεταμόρφωση των Μαθητών.
Η μεταμόρφωση των Μαθητών έγινε σε όλη τους την ψυχοσωματική ύπαρξη. Οι Μαθητές δεν είδαν το θείο φως μόνο με τον νού τους, που είναι ο οφθαλμός της ψυχής, αλλά και με αυτές τις σωματικές αισθήσεις, οι οποίες όμως προηγουμένως δυναμώθηκαν από την άκτιστη ενέργεια του Θεού και μεταμορφώθηκαν για να το δούν. Οι σωματικοί οφθαλμοί είναι τυφλοί ως προς το φως του Θεού, επειδή οι οφθαλμοί του ανθρώπου είναι κτιστοί και δεν μπορούν να δούν το άκτιστο Φώς. Γι’ αυτό και αλλοιώθηκαν από την ενέργεια του Θεού και αξιώθηκαν να δούν την δόξα του Θεού (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Για να δείξη ο Χριστός την δόξα της θεότητός Του ανέβηκε στο όρος Θαβώρ. Θα μπορούσε αυτό να γίνη και σε μια πεδιάδα, σε ένα απόμακρο μέρος. Γιατί όμως προτιμήθηκε το όρος;Στην παλαιά εποχή συνηθιζόταν όλα τα μεγάλα γεγονότα να γίνωνται σε υψηλότερο μέρος, σε υψηλά και χαμηλά βουνά, όπως ακριβώς έκαναν και οι ειδωλολάτρες που πάνω στα βουνά τελούσαν τις θυσίες τους. Ο Χριστός δείχνει το μεγαλείο της δόξης Του επάνω στο όρος Θαβώρ, αφού η φανέρωση της θεουργίας της ανθρωπίνης φύσεως είναι το μεγαλύτερο γεγονός μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητος.
Έπειτα, όπως είπε ο Χριστός, ήλθε για να αναζητήση το πλανώμενο πρόβατο, το οποίο χάθηκε στα βουνά. Επομένως, ο Χριστός ανήλθε στο όρος για να δείξη ότι Αυτός βρήκε το πλανηθέν πρόβατο και το ελευθέρωσε από την αμαρτία και τον διάβολο, ότι αυτός είναι ο πραγματικός ποιμήν των ανθρώπων (άγ. Γρηγόριος Θεολόγος).Η ανάβαση ακόμη στο όρος δείχνει ότι, όσοι θέλουν να δούν την δόξα της θεότητος στην ανθρώπινη φύση του Λόγου, θα πρέπει να εξέλθουν από την χθαμαλότητα, να αφήσουν τα χαμηλά και να ανεβούν ψηλά, δηλαδή να καθαρισθούν από όλα τα γεώδη που τους κρατούν δεμένους στην γή.
Η Μεταμόρφωση του Χριστού έγινε κατά την διάρκεια της ημέρας, οπότε οι Μαθητές είδαν δύο ηλίους τον αισθητό και τον νοητό. Σε ένα τροπάριό του ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει: "Υπεκρύβη ακτίσι θεότητος αισθητός ήλιος ως εν όρει Θαβωρίω είδέ σε μεταμορφούμενον, Ιησού μου". Δηλαδή, ο αισθητός ήλιος κρύφτηκε και αφανίστηκε από τις ακτίνες της θεότητος του Χριστού. Ίσως στην αρχή έβλεπαν δύο φώτα, το κτιστό και το άκτιστο, όπως λέγουν οι άγιοι που έχουν τέτοιες εμπειρίες, αλλά όταν είδαν μεγαλύτερη ενέργεια της θεότητος, τότε χάθηκε τελείως ο αισθητός ήλιος. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει ότι οι Μαθητές στο Θαβώρ έβλεπαν δύο ηλίους "ένα εν τω ουρανώ κατά το έθος, και ένα παρά το έθος".
άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης λέγει ότι στο όρος Θαβώρ, κατά τον καιρό της Μεταμορφώσεως του Χριστού έγινε μέγα και φοβερό θέαμα. Πρώτον, γιατί ανέτειλαν δύο ήλιοι, πράγμα το οποίο δεν γνώρισε ποτέ η κτίση. Δεν πρόκειται για τον ένα ήλιο που φαίνεται πριν την ανατολή του ηλίου, τον λεγόμενο παρήλιο, το είδωλο του ηλίου, και στην συνέχεια εμφανίζεται ο πραγματικός ήλιος, αλλά για δύο ηλίους, και μάλιστα κατά την μεσημβρία. Δεύτερον, είναι φοβερό θέαμα, γιατί ο ένας είναι αισθητός ήλιος και ανέτειλε από τους ουρανούς και ο άλλος νοητός, που ανέτειλε από την γή. Αυτός ο δεύτερος ήλιος ήταν ασυγκρίτως ανώτερος από τον αισθητό ήλιο, που ανέτειλε από τους ουρανούς. Και όπως με την ανατολή του αισθητού ηλίου εξαφανίζονται όλα τα αστέρια του ουρανού, έτσι και με την ανατολή του ηλίου της δικαιοσύνης εξαφανίστηκαν και οι ακτίνες του αισθητού ηλίου.
Βέβαια, την δόξα του νοητού ηλίου δεν είδαν όλοι οι άνθρωποι στην γη εκείνη την στιγμή, παρά μόνο οι τρεις Μαθητές και οι Προφήτες, που εμφανίστηκαν. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει ότι τον αισθητό ήλιο που ανατέλλει τον βλέπουν όλοι όσοι κατοικούν στην γή, εκτός βέβαια, αν κανείς είναι τυφλός, ενώ τον νοητό ήλιο της δικαιοσύνης τον βλέπουν όσοι είναι κατάλληλοι και ετοιμασμένοι. Και αναλύοντας αυτήν την σκέψη του λέγει ότι τον αισθητό ήλιο, επειδή είναι άψυχος, άλογος και δεν έχει βούληση, τον βλέπουν όλοι οι άνθρωποι, ενώ ο νοητός ήλιος δεν έχει μόνον φύση και φυσική λαμπρότητα και δόξα, αλλά και θέληση κατάλληλη, και γι’ αυτό εμφανίζεται σε όσους αυτός θέλει και εάν και όσο καιρό θέλει. Επομένως, το νοητό και άκτιστο φως το βλέπουν όσοι αξιώνονται από τον Θεό αυτής της εμπειρίας, αφού ο Θεός αποκαλύπτει τον Εαυτό Του σε όσους θέλει, και αυτή η αποκάλυψη είναι ανάλογη με την πνευματική κατάσταση των ανθρώπων που αξιώνονται της αποκαλυπτικής εμπειρίας.
Τονίσαμε προηγουμένως ότι το φως αυτό που είδαν οι Μαθητές επάνω στο όρος Θαβώρ δεν ήταν μια κτιστή πραγματικότητα, αλλά το φως της θεότητος. Ακόμη, δεν ήταν μια κεκρυμμένη τρίτη φύση στον Χριστό, αλλά η θεότης που θεούργησε την ανθρώπινη φύση. Ο Χριστός, δηλαδή, είχε δύο φύσεις, την θεία και την ανθρώπινη, ενωμένες στην υπόστασή Του ατρέπτως, ασυγχύτως, αχωρίστως, αναλλοιώτως, αδιαιρέτως. Οι Μαθητές αξιώθηκαν να δούν αυτήν την δόξα της θεότητος στην ανθρώπινη φύση του Λόγου.
Είναι βασική διδασκαλία της Εκκλησίας ότι κάθε ουσία έχει και την ενέργειά της. Εάν η ουσία είναι άκτιστη και η ενέργειά της είναι άκτιστη, εάν η ουσία είναι κτιστή και η ενέργειά της είναι κτιστή. Επίσης, όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, άλλο είναι η ουσία ή φύση, άλλο είναι η ενέργεια, άλλο είναι ο ενεργών, και άλλο είναι το ενέργημα, το αποτέλεσμα της ενεργείας. Η ενέργεια είναι η δόξα της ουσίας, αλλά ο ενεργών είναι το πρόσωπο. Αυτό σημαίνει ότι τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος έχουν κοινή φύση και ενέργεια. Εμείς οι άνθρωποι, όπως διδάσκουν οι Πατέρες, δεν βλέπουμε, ούτε μετέχουμε της φύσεως του Θεού, αλλά της ενεργείας Του. Επομένως, οι Μαθητές στο Θαβώρ δεν είδαν την φύση του Θεού, αλλά την ενέργειά Του στην ανθρώπινη φύση του Λόγου.
Το φως στο όρος Θαβώρ ήταν η δόξα της θεότητος. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, η λέξη θεότητα δηλώνει την φύση του Θεού και την ενέργειά Του, ενώ η λέξη Θεός δηλώνει το πρόσωπο, την υπόσταση. Δεν μπορούμε να αποκαλέσουμε θεότητα μόνο τον Πατέρα ή μόνο τον Υιό ή μόνο το Άγιον Πνεύμα. Μπορούμε να λέμε ο Θεός Πατήρ, ο Θεός Λόγος, το Θείον Πνεύμα, ποτέ όμως η θεότητα του Πατρός, σαν να είναι κάτι ξεχωριστό από την θεότητα του Υιού και την θεότητα του Αγίου Πνεύματος.
Η λέξη θεότητα, επειδή δηλώνει την φύση, μπορεί να αποδοθή και στην ενέργεια, γι’ αυτό μπορούμε να κάνουμε λόγο για "υπερκειμένη θεότητα", που δηλώνει την φύση, η ο-ποία είναι παντελώς αμέθεκτη, και "υφειμένη θεότητα", που δηλώνει την ενέργεια, που είναι μεθεκτή από τον άνθρωπο. Πάντως η θεότητα είναι μία και στις τρεις υποστάσεις (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Η λέξη θεότητα είναι πολυσήμαντη και δείχνει διάφορες θεολογικές αλήθειες. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς δίνει μερικές ερμηνευτικές αναλύσεις που δηλώνουν την ετυμολογία και την προέλευση της λέξεως αυτής. Λέγεται θεότητα "από του θείν και φθάνον πανταχόθεν", και δηλώνει την απανταχού παρουσία του Θεού. Προέρχεται ακόμη η λέξη από το "αποθέοντα και διαφεύγοντα πανταχόθεν", και δηλώνει το μηδαμού είναι, κατά την ουσία και φύση. Λέγεται θεότητα, "από του αίθειν, τουτέστιν καίειν τε και αναλίσκειν πάσαν μοχθηρίαν" και δηλώνει την λαμπρότητα του Θεού, την ενέργειά Του, που κατακαίει κάθε αμαρτωλό. Η λέξη αυτή μπορεί να προέρχεται και από το θεάσθαι, και δηλώνει ότι ο Θεός βλέπει και γινώσκει τα πάντα και πριν από την γέννησή τους. Δηλώνει ακόμη το προνοείν του Θεού, γιατί συνδέεται με το "εφοράν και θεάσθαι". Επί πλέον λέγεται θεότητα από το θεοποιούν. Όλες αυτές οι ετυμολογικές ερμηνείες δείχνουν τις ποικίλες ενέργειες του Θεού, ήτοι την προνοητική, την φωτιστική και θεοποιό ενέργειά Του, καθώς επίσης δείχνουν και το αμέθεκτο του Θεού, όταν η θεότητα αποδίδεται στην ουσία ή φύση.
Η ολοκληρωμένη θεολογική φράση γύρω από το θέμα αυτό είναι ότι οι Μαθητές επάνω στο Θαβώρ δεν είδαν την φύση, αλλά την άκτιστη ενέργεια του Τριαδικού Θεού στην ανθρώπινη φύση του Λόγου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου