Παρασκευή 28 Ιουνίου 2019

Ιεροί Ναοί και εξωκλήσια που εορτάζουν τις προσεχείς ημέρες στην Αρχιερατική Περιφέρεια Μακρυνείας


Στην Αρχιερατική Περιφέρεια Μακρυνείας της καθ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας εορτάζουν:

  • Επί τη Ιερά μνήμη των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου εορτάζει ο Ενοριακός Ναός Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στο Κάτω Ζευγαράκι Μακρυνείας και  το φερώνυμο εξωκλήσι στην Άνω Μακρυνού Μακρυνείας
  • Επί τη Ιερά συνάξει των Αγίων 12 Αποστόλων εορτάζει και πανηγυρίζει το εξωκλήσι των Αγίων Αποστόλων στην Καψοράχη Μακρυνείας

Ο Απόστολος Παύλος, ο Απόστολος των Εθνών


Ο μέγας Απόστολος των Εθνών Παύλος δεν ανήκε στη χορεία των δώδεκα Αποστόλων. Δε γνώρισε τον Κύριο όσο ζούσε στη γη, αλλά αποκαλύφτηκε κατόπιν σε αυτόν και κλήθηκε να γίνει απόστολός Του, όντας αυτός πολέμιος της Εκκλησίας.
Η Εκκλησία μας χαρακτήρισε τον Απόστολο Παύλο ως τον «Πρώτον μετά τον Ένα», δηλαδή τον σημαντικότερο άνδρα επί γης μετά τον Χριστό και ως το «πολύτιμο σκεύος Χριστού». Δίκαια, διότι ο μέγας αυτός Απόστολος προσέφερε στην Εκκλησία του Χριστού τις πιο ανεκτίμητες υπηρεσίες της ιστορίας Της! Αυτός είναι ο ουσιαστικός θεμελιωτής Της στα έθνη, ως τα πέρατα της οικουμένης!
Τις πληροφορίες για τον βίο και το έργο του μεγάλου Αποστόλου αντλούμε από το βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» και από τις Επιστολές του, αλλά και από άλλες αρχαιότατες εξωβιβλικές μαρτυρίες. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα εξής χωρία: Πραξ.9,1-29, 22,3-21,26,9-20, Γαλ.1,13-24,A΄Κορ.15,8, Εφ.3,8, Φιλιπ.3,12, κλπ. Το ιεραποστολικό του έργο περιγράφεται στα κεφάλαια 13ο – 28ο του βιβλίου των «Πράξεων των Αποστόλων».
Γεννήθηκε γύρω στο 15 μ.Χ. στην Ταρσό της Κιλικίας από Iουδαίους γονείς, οι οποίοι κατάγονταν από την φυλή του Βενιαμίν. Ονομαζόταν Σαούλ ή Σαύλος και επίσης είχε και το ρωμαϊκό όνομα Παύλος. Οι εύποροι γονείς του έδωσαν στον φιλομαθή γιο τους υψηλή παιδεία. Επίσης το αξιόλογο ελληνιστικό πνευματικό κλίμα της Ταρσού επέδρασαν θετικά στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Τόσο ο πατέρας του όσο και ο Παύλος ανήκε στην αίρεση των Φαρισαίων. Αυτό σημαίνει ότι από μικρός είχε καλλιεργήσει στην ανήσυχη ψυχή του θέρμη και ζήλο για την πίστη του.
Γύρω στο 34 μ.Χ. βρέθηκε στην Ιερουσαλήμ να σπουδάζει κοντά στον ονομαστό νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ (Πράξ.22,3). Ο νεαρός φαρισαίος μαθητής έδειξε ιδιαίτερο ζήλο για τη διάσωση της θρησκείας του. Τον συναντούμε συμμέτοχο στον λιθοβολισμό του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου (Πραξ.7,54) και λίγο αργότερα φανατισμένο διώκτη των Χριστιανών. Διαβάζουμε στο ιερό κείμενο: «Σαύλος ελυμαίνετο την εκκλησίαν κατά τους οίκους εισπορευόμενος, σύρων τε άνδρας και γυναίκας παρεδίδου εις φυλακήν» (Πραξ.8,3). Εξαιτίας του υπέρμετρου μάλιστα ζήλου του και του μίσους κατά των πιστών του Ιησού, ζήτησε από τον αρχιερέα να τεθεί επικεφαλής αποσπάσματος, το οποίο θα βάδιζε προς τη Δαμασκό, προκειμένου να τιμωρήσει παραδειγματικά τους εκεί Ιουδαίους που είχαν γίνει Χριστιανοί και να τους σύρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ (Πραξ.9,1).
Όμως καθ’ οδόν έγινε το μεγάλο θαύμα. Ο διώκτης Παύλος είδε ένα εκτυφλωτικό φως, το οποίο τον έριξε από το άλογο και τον τύφλωσε. Ταυτόχρονα άκουσε μια φωνή να του λέγει: «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;». Ο τρομοκρατημένος Παύλος ρώτησε: «Τις ει, Κύριε;» και απάντησε: «Εγώ ειμι Ιησούς ον συ διώκεις΄ αλλά ανάστηθι και είσελθε εις την πόλιν, και λαληθήσεται σοι τι σε δει ποιείν» (Παρξ.9,4-6). Το συγκλονιστικό αυτό γεγονός συντάραξε κυριολεκτικά τον Παύλο, μετανόησε και αφού μπήκε στην πόλη συναντήθηκε με τον επί κεφαλής της Εκκλησίας Ανανία, ο οποίος τον θεράπευσε από την τύφλωση, τον κατήχησε και τον βάπτισε. Το γεγονός αυτό έγινε χρονολογικά πιθανότατα το 36 μ.Χ.
Από τότε ο Παύλος έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Ύστερα από μια επιμελή προετοιμασία ανέλαβε να εκχριστιανίσει τους εθνικούς, δηλαδή τους μη Ιουδαίους.
Με συνοδεία άξιων συνεργατών, όπως του Βαρνάβα και του Μάρκου ως ένα σημείο, ο Παύλος ξεκίνησε το 48 μ.Χ. την πρώτη μεγάλη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται λεπτομερώς στα 13ο και 14ο κεφάλαια των«Πράξεων των Αποστόλων». Πρώτος σταθμός τους ήταν η Σαλαμίνα και ύστερα η Πάφος της Κύπρου, όπου κήρυξαν και ίδρυσαν εκκλησίες. Κατόπιν διάβηκαν στην Μικρά Ασία και περιόδευσαν στις πόλεις Πέργη της Παμφυλίας, στην Αντιόχεια της Πισιδίας, στο Ικόνιο, τα Λύστρα, την Δέρβη και αλλού. Παρ’ όλες τις δυσκολίες που συνάντησαν και τις διώξεις που υπέστησαν, το κήρυγμά τους σημείωσε επιτυχία. Σε όλες τις πόλεις ίδρυσαν τοπικές εκκλησίες. Μέσω της Αττάλειας επέστρεψαν στην Αντιόχεια, όπου «συναγαγόντες την εκκλησίαν ανήγγειλαν όσα εποίησεν ο Θεός μετ’ αυτών και ότι ήνοιξε τοις έθνεσι θύραν πίστεως» (Πραξ.14:27).
Στη συνέχεια έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Ιερουσαλήμ (48 μ.Χ.), η οποία έλυσε σοβαρά θέματα ιεραποστολής (Πράξ.15ο κεφ.). Σε αυτή ο Παύλος έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Κατόρθωσε να πείσει ότι η αποστολή του Ιουδαϊσμού τελείωσε και πως η χάρη του Θεού έρχεται σε κάθε άνθρωπο, που συντάσσεται με το Χριστό.
Ύστερα με συνεργάτη του τον Σίλα αναχώρησε για την δεύτερη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται στα 16ο , 17ο και 18ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Μέσω της Συρίας και Κιλικίας περιόδευσε τις πόλεις της Ασίας Δέρβη και Λύστρα. Εκεί συνάντησε τον ευσεβή και ένθερμο νέο Τιμόθεο, το οποίο πήρε και αυτόν μαζί του. Διάβηκαν την Φρυγία, την Γαλατία, έφτασαν στην Μυσία και κατόπιν στην Τρωάδα. Κατόπιν οράματος πέρασαν στην Μακεδονία και ίδρυσαν εκκλησίες στους Φιλίππους, την Θεσσαλονίκη, την Βέροια, την Αθήνα και την Κόρινθο, στην οποία έμειναν περίπου ενάμισι χρόνο στο σπίτι του Ακύλα και της Πρισκίλας. Με το τέλος και της δεύτερης περιοδείας ο Παύλος έφτασε στην Έφεσο και από εκεί μέσω Καισάρειας στην Ιερουσαλήμ. Κατόπιν επέστρεψε στην Αντιόχεια για ανάπαυση.
Σύντομα ανέλαβε να επιτελέσει και την Τρίτη αποστολική περιοδεία του. Περιγράφεται στα 19ο και 20ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Επισκέφτηκε την Γαλατία, την Φρυγία και κατέληξε στην Έφεσο, όπου έμεινε τρία χρόνια διδάσκοντας και στηρίζοντας την εκκλησία της μεγάλης ασιατικής αυτής πόλεως. Μετά ήλθε στην Τρωάδα, πέρασε ξανά στους Φιλίππους, στην Θεσσαλονίκη, στην Βέροια, ίσως στην Ήπειρο και τερμάτισε στην Κόρινθο, όπου έμεινε τρεις μήνες.
Μέσω Τρωάδος, Μιλήτου και Καισάρειας έφτασε και πάλι στην Ιερουσαλήμ. Εκεί συνελήφθη ως ταραχοποιός και οδηγήθηκε σε δίκη (Πράξ.21οκεφ.). Ως ρωμαίος πολίτης (Ρωμ.11,1) απαίτησε να δικαστεί στο αυτοκρατορικό δικαστήριο της Ρώμης. Γι’ αυτό αναχώρησε δέσμιος ακτοπλοϊκώς για την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Κοντά στη νήσο Μελίτη ναυάγησε το πλοίο και βγήκαν στην ξηρά όπου κήρυξε και ίδρυσε και εκεί εκκλησία. Τελικά έφθασε στη Ρώμη, όπου ύστερα από δύο χρόνια σχετικού περιορισμού δικάστηκε και αθωώθηκε (Πράξ.27ο και 28ο κεφ.). Στο σημείο αυτό τελειώνει και το ιερό βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων».
Από την Ρώμη έπλευσε στην Κρήτη, όπου αφήκε επίσκοπο τον εκλεκτό και πιστό συνεργάτη του Τίτο, ανέβηκε στην Κόρινθο, στην Μακεδονία και επισκέφτηκε πιθανότατα την Νικόπολη της Ηπείρου το Φθινόπωρο του 66 μ.Χ., όπου και παραχείμασε (Τιτ.3,12). Μετά πέρασε και πάλι στην Ασία, όπου αφήκε τον αγαπητό του συνοδό Τιμόθεο, αφού τον κατέστησε επίσκοπο στην Έφεσο. Η τέταρτη και τελευταία περιοδεία του μεγάλου αποστόλου τερματίστηκε στην Δύση. Έφτασε σύμφωνα με μαρτυρία του αγίου Κλήμεντα Ρώμης στις εσχατιές της Δύσης, στην Ισπανία. Κατόπιν κατάκοπος και τσακισμένος από τις κακουχίες κατέληξε στην Ρώμη. Κατάλαβε το τέλος του και έγραψε στον αγαπημένο του μαθητή Τιμόθεο: «εγώ ήδη σπένδομαι και ο καιρός της εμής αναλύσεως εφέστηκε» (Β΄Τιμ.4,6-8). Οι διωγμοί κατά των Χριστιανών, που είχε κηρύξει ο παράφρονας Νέρων βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Ο Παύλος κατέστη ο κύριος στόχος των ειδωλολατρών δημίων. Έτσι γύρω στο 67 μ.Χ. συνελήφθη και αποκεφαλίσθηκε, σφραγίζοντας έτσι το τιτάνιο ιεραποστολικό του έργο με το μαρτύριό του.
Ο μεγάλος αυτός Απόστολος μας άφησε και δεκατέσσερις επιστολές, οι οποίες κατέχουν σπουδαία θέση στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης. Αυτές είναι: 1) Η προς Ρωμαίους, 2) προς Κορινθίους Α΄, 3) προς Κορινθίους Β΄ 4) προς Γαλάτας, 5) προς Εφεσίους, 6) προς Φιλιππησίους, 7) προς Κολασσαείς, 8) προς Θεσσαλονικείς Α΄, 9) προς Θεσσαλονικείς Β΄,10) προς Τιμόθεον Α΄,11) προς Τιμόθεον Β΄,12) προς Τίτον, 13) προς Φιλήμονα και 14) προς Εβραίους.
Η σεπτή του μνήμη εορτάζεται ομού με του άλλου κορυφαίου απόστόλου Πέτρου στις 29 Ιουνίου

Οι πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος


Ο Πέτρος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν γιος του Ιωνά, αδελφός του Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτόκλητου. Ο Πέτρος και ο Ανδρέας ήταν ψαράδες στη λίμνη Γεννησαρέτ. Είχε νυμφευθεί στην Καπερναούμ, όπου έμενε οικογενειακά μαζί με την πεθερά του. Όπως μας πληροφορεί το Ευαγγέλιο, όταν ο Ιησούς έφθασε στη λίμνη της Γεννησαρέτ συνάντησε τούς δύο αδελφούς Πέτρο και Ανδρέα οι οποίοι έριχναν τα δίχτυα τους. Αμέσως μετά την κλήση τους, άφησαν τα δίχτυα και τις οικογένειές τους και τον ακολούθησαν.Ψαράς στο επάγγελμα, ήταν τύπος αυθόρμητος, ορμητικός, και τη ζωή του κοντά στο Χριστό τη μαθαίνουμε από τα τέσσερα Ευαγγέλια, ενώ την αποστολική του δράση, από τις πράξεις των Αποστόλων.Έγραψε και δύο Καθολικές Επιστολές, μέσα στις οποίες να τι προτρέπει τους χριστιανούς: «Νηψατε, γρηγορησατε· ο αντιδικος υμων διαβολος ως λεων ωρυομενος περιπατει ζητων τινα καταπιη» (Α΄ Πέτρου, ε΄ 8). Δηλαδή εγκρατευθείτε, γίνετε άγρυπνοι και προσεκτικοί. Διότι ο αντίπαλος και κατήγορός σας ο διάβολος, σαν λιοντάρι που βρυχάται, περιπατεί με μανία και ζητάει ποιον να τραβήξει μακριά από την πίστη και να τον καταπιεί.Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο Πέτρος, δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Ιουδαία, στην Αντιόχεια, στον Πόντο, στην Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και τη Βιθυνία. Κατά την παράδοση (που σημαίνει ότι δεν είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) έφτασε μέχρι την Ρώμη, όπου επί Νέρωνος (54-68μ.Χ.) υπέστη μαρτυρικό θάνατο, αφού τον σταύρωσαν χιαστί, με το κεφάλι προς τα κάτω.
Ο δε Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας και στην αρχή ήταν σκληρός διώκτης του Χριστιανισμού. Όταν κάποτε μετέβαινε στη Δαμασκό για να διώξει και εκεί χριστιανούς, έγινε θαύμα στο οποίο φανερώθηκε ο Χριστός, ο οποίος τον πρόσταξε να πάει στον Ανανία ο οποίος τον κατήχησε και τον βάπτισε. Έτσι, έγινε ο μεγαλύτερος κήρυκας του Ευαγγελίου, θυσιάζοντας μάλιστα και την ζωή του γι’ αυτό.Ονομάστηκε ο πρώτος μετά τον Ένα και Απόστολος των Εθνών, λόγω των τεσσάρων μεγάλων αποστολικών περιοδειών του. Είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Ελλάδος. Συνέγραψε 14 επιστολές προς τις Εκκλησίες τις οποίες εκείνος ίδρυσε. Τη ζωή του με τις περιπέτειές του θα τα δει κανείς, αν μελετήσει τις Πράξεις των Αποστόλων, αλλά και τις 14 Επιστολές του στην Καινή Διαθήκη.Ο Απόστολος Παύλος θέλει κάθε χριστιανός, όπως και ο ίδιος, να αισθάνεται και να λέει: «ζω δε ουκετι εγω, ζη δε εν εμοι Χριστός» (Προς Γαλάτας β΄ 20). Δηλαδή, δε ζω πλέον εγώ, ο παλαιός άνθρωπος, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και ακόμα, «τα πάντα και εν πασι Χριστός» (Προς Κολασσαείς γ΄ 11). Να διευθύνει, δηλαδή, όλες τις εκδηλώσεςι τις ανθρώπινης ζωής μας ο Χριστός.Ο Απόστολος Παύλος υπέστη μαρτυρικό θάνατο (χωρίς να είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) δι’ αποκεφαλισμού στη Ρώμη.

Απολυτίκιο
«Οι των Αποστόλων πρωτοθρονοι, και της οικουμενης διδασκαλοι, τω Δεσποτη των ολων πρεσβευσατε, ειρηνην την οικουμενην δωρησασθαι, και ταις ψυχες ημων το μεγα ελεος»

Η Νηστεία των Αγίων Αποστόλων

Η νηστεία  των  Αγίων  Αποστόλων (Πέτρου  και  Παύλου) δεν έχει συγκεκριμένη χρονική  διάρκεια, καθώς η έναρξή της εξαρτάται από την κινητή εορτή του Πάσχα. Αρχίζει από τη Δευτέρα μετά την Κυριακή των Αγίων Πάντων και λήγει στις 28 Ιουνίου, δηλ.  την παραμονή της εορτής  των Αγ. Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Κατά την περίοδο αυτή νηστεύουμε  από το κρέας  και τα γαλακτοκομικά,  το ψάρι  επιτρέπεται κάθε μέρα εκτός από Τετάρτη και Παρασκευή.  

Αναφέρουν για την αξία και τη σημασία της νηστείας:  
1) Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: 

« Πρέπει και ημείς, αδελφοί μου, οι ευσεβείς χριστιανοί, να νηστεύωμεν πάντοτε, μα περισσότερον την Τετράδη, διατί επουλήθηκε ο Κύριος και την Παρασκευή διατί εσταυρώθη. Ομοίως έχομε χρέος να νηστεύωμεν και τες άλλες Τεσσαρακοστές, καθώς εφώτισε το Άγιον Πνεύμα τους αγίους Πατέρας της Εκκλησίας μας και μας έγραψαν δια να νηστεύωμεν, να νεκρώνωμεν τα πάθη, να ταπεινώνωμεν τη σάρκα, το σώμα.» 

2)  Ο Άγιος Βασίλειος :
« MΗΝ ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΙΣ όμως το καλό της νηστείας μόνο στην αποχή από το φαγητό. Γιατί πραγματική νηστεία είναι μόνο να μην κάνεις τίποτε άδικο. "ΝΑ Λύνεις κάθε δεσμό αδικίας". Συγχώρησε τον πλησίον σου για το κακό που σού έκανε και ξέχασε αυτά πού σού  χρωστάει» .
«Η νηστεία σας να είναι καθαρή απο δικαστικές πράξεις και προστριβές." Κρέας δέν τρως,  αλλά κατασπαράζεις τον αδελφό σου. Νηστεύεις το κρασί, αλλα είσαι σπάταλος στις αδικίες. Περιμένεις να έρθει το βράδυ για να φάς αλλά ξοδεύεις ολη την ημέρα σου στα δικαστήρια. " Αλοίμονο σε κείνους που δεν μεθάνε απο κρασί ,αλλα απο τις αδικίες.» 

Σάββατο 15 Ιουνίου 2019

Εξωκλήσια της Αρχιερατικής Περιφερείας Μακρυνείας που εορτάζουν αύριο και μεθαύριο


Στην Αρχιερατική Περιφέρεια Μακρυνείας της καθ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας εορτάζουν επί τη εορτή του Παναγίου Πνεύματος  τα εξωκλήσια που βρίσκονται: Στη Γραμματικού Μακρυνείας, στις Παπαδάτες, στον Αγιο Ανδρέα, στο Ανω Ζευγαράκι και στο Τριχώνιο 

Εορτάζει το εξωκλήσι του Αγίου Πνεύματος στο χωριό μας



ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
Α Ρ Χ Ι Ε Ρ Α Τ Ι Κ Η    Π Ε Ρ Ι Φ Ε Ρ Ε Ι Α   Μ Α Κ Ρ Υ Ν Ε Ι Α Σ
Ι Ε Ρ Ο Σ    Ν Α Ο Σ    Α Π Ο Σ Τ Ο Λ Ο Υ   Φ Ι Λ Ι Π Π Ο Υ 
 Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Ι Κ Ο Υ Σ 

 Την προσεχή Δευτέρα 17 Ιουνίου 2019 εορτή του Παναγίου Πνεύματος, εορτάζει και πανηγυρίζει το εξωκλήσι του Αγίου Πνεύματος στη Γραμματικού του Δήμου Αγρινίου κατά το ακόλουθο πρόγραμμα:

Αφ’ εσπέρας  Κυριακής της Πεντηκοστής,  16 Ιουνίου 2019  και περί ώρα 19 :00 μμ  θα τελεσθεί ο Μέγας  Πανηγυρικός   Εσπερινός μετ Αρτοκλασίας και Θείου Κηρύγματος

Το πρωί  της  Δευτέρας 17 Ιουνίου 2019, εορτή του Παναγίου Πνεύματος, και περί ώραν  07:30  πμ  θα τελεσθεί η ακολουθία του Όρθρου και εν συνεχεία η  Πανηγυρική  Θεία Λειτουργία μετά Θείου Κηρύγματος προεξάρχοντος , του Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Εισοδίων της Θεοτόκου Μυρτιάς, Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου π. Ιωσήφ Ζωγράφου.

Δια το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο

π. Σπυρίδων Ιωάννου
Αρχιερατικός Επίτροπος Μακρυνείας
Εφημέριος Ιερού Ναού Αποστόλου Φιλίππου
Γραμματικούς



Το Άγιον Πνεύμα

Όταν ο Κύριος υποσχόταν στους Αποστόλους τη μέγιστη δωρεά του Πνεύματος, είπε: «Εγώ φεύγω, αλλά ο Παράκλητος, το Άγιο Πνεύμα, που θα στείλει ο Πατέρας στο όνομά μου, Εκείνος θα σας διδάξει τα πάντα». Εκείνος, λοιπόν, θα προσευχηθεί και Εκείνος θα κλάψει, γιατί, όπως λέει κι ο Απόστολος, εμείς δεν ξέρουμε πως να προσευχηθούμε, όπως πρέπει, αλλά το Πνεύμα το ίδιο μεσιτεύει για εμάς με στεναγμούς, που δεν εκφράζονται με λέξεις (Ρωμ. 8,26).... Και όταν, σύμφωνα με την υπόσχεση, κατά την ημέρα της πεντηκοστής επιφοίτησε ο Παράκλητος και η δύναμη του αγαθού πνεύματος σκήνωσε στις ψυχές των Αποστόλων, αφαιρέθηκε από αυτούς ολότελα το κάλυμμα της κακίας, καταργήθηκαν τα πάθη και ξεσκεπάσθηκαν τα μάτια της καρδιάς τους. Και αφού γέμισαν από σοφία και έγιναν τέλειοι από το Πνεύμα, διά μέσου του Πνεύματος έμαθαν πως να πράττουν το θέλημα του Θεού και από Εκείνο χειραγωγήθηκαν σε ολόκληρη την αλήθεια, καθώς Εκείνο έγινε ο ηγεμόνας κι ο βασιλιάς των ψυχών τους. 
Κι εμείς, λοιπόν, όταν μας έρχεται να κλάψουμε, ενώ ακούμε το λόγο του Θεού, ας παρακαλέσουμε το Χριστό με αδίστακτη πίστη να έλθει σε εμάς το Πνεύμα, όπως ελπίσαμε, το οποίο αληθινά ακούει και προσεύχεται, σύμφωνα με το θέλημα και τη βούληση του Θεού

Μέ τήν κάθοδον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν Πεντηκοστήν ἐνεφανίσθη ἐπισήμως εἰς τόν κόσμον ἡ Ἐκκλησία

Πεντήκοντα ἡμέρας μετά τό Πάσχα ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τήν Πεντηκοστήν εἰς ἀνάμνησιν τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπί τούς ἁγίους Μαθητάς τοῦ Κυρίου. Ἡ ἐπιφοίτησις αὐτή ἔγινε τήν ἡμέραν πού οἱ Ἰουδαῖοι ἑώρταζον τήν ἑορτήν τῆς Πεντηκοστῆς. Οἱ Ἰουδαῖοι μέ τήν ἑορτήν αὐτήν ηὐχαρίστουν τόν Θεόν διά τήν συγκομιδήν τῶν σιτηρῶν. Διά τοῦτο ἡ Πεντηκοστή ἐλέγετο καί ἑορτή τοῦ θερισμοῦ ἤ τῶν πρώτων καρπῶν. Κατά τούς χρόνους ὅμως τοῦ Κυρίου εἶχε καί ἄλλην σημασίαν. Ἦτο ἑορτή ἀναμνηστική τῆς παραδόσεως ὑπό τοῦ Θεοῦ τοῦ Νόμου εἰς τόν Μωϋσῆν, πού ἔγινε τήν 50ήν ἡμέραν μετά τό Πάσχα.
Κατ᾿ αὐτήν τήν ἐπίσημον ἡμέραν ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Κυρίου εἰς τούς Ἀποστόλους περί ἀποστολῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς «δυνάμεως ἐξ ὕψους», ἔγινε πραγματικότης. «Καί ὤφθησαν αὐτοῖς (=εἶδον μέ τά μάτια των) διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, καί ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου, καί ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθώς τό Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι» (Πράξ. 2, 3-4).
Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ἐμπνευσμένος καί ἐνισχυμένος ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, ὡμίλησε κατά τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς εἰς τά συγκεντρωθέντα πρό τῆς οἰκίας τῶν Ἀποστόλων πλήθη. «Οἱ μέν οὖν ἀσμένως (=μέ χαράν) ἀποδεξάμενοι τόν λόγον αὐτοῦ ἐβαπτίσθησαν, καί προσετέθησαν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ψυχαί ὡσεί τρισχίλιαι». (Πράξ. 2, 41).
Μέ τήν κάθοδον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν Πεντηκοστήν ἐνεφανίσθη ἐπισήμως εἰς τόν κόσμον ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία συνεχίζει τό ἔργον τοῦ Κυρίου ἐπί τῆς γῆς. Ὅπως εἰς τό ὄρος Σινᾶ ἡ παράδοσις τοῦ Νόμου εἰς τόν Μωϋσῆν κατέστησε τούς Ἰσραηλίτας περιούσιον λαόν τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί μέ τήν δωρεάν ἔκχυσιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπί τούς Ἀποστόλους ἐγεννήθη ὁ νέος περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλησία. Ἔκτοτε τό Ἅγιον Πνεῦμα διαμένει εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί εἶναι ἡ δύναμις καί ἡ ψυχή της.
Ὕστερα ἀπό τά λεχθέντα διά τό ἱστορικόν τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς ἐρχόμεθα εἰς τήν περιγραφήν καί σημασίαν τῶν μορφῶν τῆς εἰκόνος.
1.-. Περιγραφή τῆς εἰκόνος. Ἡ εἰκών τῆς Πεντηκοστῆς παρουσιάζει ὑπερῷον. Εἶναι τό ὑπερῷον «οὗ ἦσαν καταμένοντες» οἱ Ἀπόστολοι μετά τήν Ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου. Οἱ Ἀπόστολοι κάθηνται ἡμικυκλικῶς. Εἰς τήν κορυφήν τοῦ ἡμικυκλίου εἶναι οἱ Πρωτοκορυφαῖοι Ἀπόστολοι Πέτρος καί Παῦλος. Τρίτος δεξιά τοῦ Πέτρου εἶναι ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί ἀπέναντί του ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Μᾶρκος, τρίτος παρά τόν Παῦλον. Ἀκολουθοῦν οἱ λοιποί Ἀπόστολοι κατά σειράν ἡλικίας. Ὅλοι εἶναι ἤρεμοι μέ γλυκεῖαν ἔκφρασιν καί στοχαστικόν βλέμμα. Κρατοῦν εἰλητάρια ἐκτός τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πού κρατεῖ βιβλίον. Εἶναι τά σύμβολα τοῦ διδακτικοῦ χαρίσματος, πού ἔλαβον ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα. Μεταξύ τῶν Πρωτοκορυφαίων διακρίνεται ἕνα κάθισμα κενόν. Εἶναι ἡ θέσις τοῦ Χριστοῦ, τῆς θείας Κεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν εἰκονίζει ἡ εἰκών τῆς Πεντηκοστῆς.
Εἰς τό ἄνω μέρος τῆς εἰκόνος εἰκονίζεται ὁ οὐρανός διά τμήματος κύκλου. Ἐξ αὐτοῦ ἐκπέμπονται δώδεκα ἀκτῖνες φωτός, κατερχόμεναι εἰς τούς Ἀποστόλους. Εἰς τήν εἰκόνα μας, ἐκτός τῶν κατερχομένων ἀκτίνων, αἰωρεῖται ἐπάνω ἀπό τήν κεφαλήν ἑκάστου Ἀποστόλου «γλῶσσα ὡσεί πυρός», πού σημαίνει ὅτι «ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου» καί ἀπέκτησαν τό χάρισμα τῆς γλωσσολαλίας. Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶχε προφητεύσει τοῦτο, ὅταν ἔλεγεν εἰς τούς ἀκροατάς του ὅτι ὁ «ὀπίσω του ἐρχόμενος», ὁ Χριστός, θά βαπτίσῃ τούς ὀπαδούς Του μέ Πνεῦμα Ἅγιον καί μέ πῦρ τῆς θείας Χάριτος.
Κάτωθεν τοῦ καθίσματος, ἐπάνω εἰς τό ὁποῖον εἶναι καθισμένοι (οἱ Ἀπόστολοι), εἰκονίζεται μορφή γέροντος μέ στέμμα εἰς τήν κεφαλήν του καί μέ ὀξύ στρογγύλον γένειον, κρατῶν μέ τάς δύο χεῖρας του σινδόνι, μέσα εἰς τό ὁποῖον φαίνονται δώδεκα εἰλητάρια, ἤγουν χαρτία τυλιγμένα. Ὁ γέρων οὗτος παριστᾷ τόν Κόσμον, τά δέ χαρτία τούς δώδεκα κλήρους ὁπού ἐκληρώθη ἡ οἰκουμένη νά κηρυχθῇ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς Ἀποστόλους.
«Εἰς τάς ἀρχαιοτέρας εἰκόνας τῆς Πεντηκοστῆς, ἀντί τοῦ Κόσμου, ζωγραφίζονται κάποιοι ἄνθρωποι ἀπό διαφόρους φυλάς, ντυμένοι μέ παράδοξα φορέματα καί γυρισμένοι κατ᾿ ἐπάνω, ὡσάν νά ἀκούουν ἐξεστηκότες τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, καί ἐπάνωθεν αὐτῶν ἡ ἐπιγραφή ΛΑΟΙ, ΦΥΛΑΙ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑΙ. Παριστάνουν δέ οὗτοι τούς ἀνθρώπους ἀπό τά διάφορα ἔθνη, ὁπού εὑρέθησαν εἰς τά Ἱεροσόλυμα κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τήν ὥραν ὅπου κατῆλθεν τό Ἅγιον Πνεῦμα καί οἱ ὁποῖοι, ὅταν ἄκουσαν τήν βοήν ὁπού ἔγινεν ἀπό τήν ἐπιφοίτησιν τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἐμαζεύθησαν εἰς τόν οἶκον ὁπού εὑρίσκοντο οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί ἀποροῦσαν, διότι ἤκουον ὁ καθένας εἰς τήν γλῶσσάν του το κήρυγμα ὅπου ἔβγαινεν ἀπό τό στόμα τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, ὅπως διαλαμβάνουσιν αἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» (Φ. Κόντογλου).
2.-. Ἡ σημασία τῆς εἰκόνος. Ὅπως πληροφορούμεθα ἀπό τάς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, κατά τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς εὑρίσκοντο εἰς τό ὑπερῷον περίπου ἑκατόν εἴκοσι πρόσωπα. Συνεπῶς τήν δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν ἔλαβον μόνον οἱ Δώδεκα Ἀπόστολοι. Ὅλοι οἱ παρευρισκόμενοι «ἐπλήσθησαν Πνεύματος Ἁγίου». Ἐπί πλέον ὁ Ἀπόστολος Πέτρος εἰς τήν ὁμιλίαν του κατά τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς διεβεβαίωσεν, ὅτι ὅλοι ὅσοι θά μετανοήσουν καί βαπτισθοῦν, θά λάβουν «τήν δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ὡς ἐκ τούτου οἱ ἑκατόν εἴκοσι μαθηταί ἐκπροσωποῦν τήν ὅλην Ἐκκλησίαν. Διά τόν βυζαντινόν ἁγιογράφον εἶναι ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας ὅλων τῶν γενεῶν καί ὅλων τῶν αἰώνων. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος, πού ἐνῷ τά καθήμενα πρόσωπα εἶναι δώδεκα, ὁ ἀριθμός αὐτός δέν ἀντιστοιχεῖ πρός τούς Δώδεκα Ἀποστόλους. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί οἱ Εὐαγγελισταί Λουκᾶς καί Μᾶρκος, πού εἰκονίζονται εἰς τήν εἰκόνα, δέν ἀνῆκον εἰς τόν κύκλον τῶν ἀμέσων Μαθητῶν τοῦ Κυρίου.
Εἰς ἀντίθεσιν πρός τάς ἁγίας μορφάς τῶν Ἀποστόλων ἔρχεται ἡ συμβολική μορφή τοῦ Κόσμου. Δι᾿ αὐτήν διαβάζομεν εἰς ἕνα κείμενον τοῦ 17ου αἰῶνος: «Διατί κατά τήν κάθοδον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος παρουσιάζεται ἕνας ἄνθρωπος καθήμενος εἰς σκοτεινόν μέρος, κυρτωμένος ἀπό τά χρόνια, ἐνδεδυμένος μέ κόκκινον ἔνδυμα, μέ βασιλικόν στέμμα ἐπί τῆς κεφαλῆς του καί μ᾿ ἕνα λευκόν ὕφασμα εἰς τάς χεῖράς του, πού περιέχει δώδεκα γραμμένους κυλίνδρους; Ὁ ἄνθρωπος κάθηται εἰς σκοτεινόν μέρος, ἐπειδή ἡ οἰκουμένη ἦτο προηγουμένως χωρίς πίστιν. Εἶναι κυρτωμένος ἀπό τά χρόνια, διότι εἶχε γηράσει ἀπό τήν ἁμαρτίαν τοῦ Ἀδάμ. Τό κόκκινόν του ἔνδυμα ὑποδηλώνει τάς αἱματηράς θυσίας τοῦ πονηροῦ. Τό βασιλικόν στέμμα ὑποδηλώνει τήν ἁμαρτίαν, πού ἐκυβέρνα τόν κόσμον. Τό λευκόν ὕφασμα εἰς τάς χεῖράς του μέ τούς δώδεκα κυλίνδρους σημαίνει τούς Δώδεκα Ἀποστόλους, πού ἔφεραν φῶς εἰς τήν οἰκουμένην μέ τήν διδασκαλίαν των».
Ὁ Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν, «ὁ πανσόφους τούς ἁλιεῖς ἀναδείξας», εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». Διά τοῦτο πρέπει εἰς τήν προσευχήν μας νά Τόν παρακαλῶμεν νά μᾶς φωτίζει καί ἁγιάζῃ μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα, πού εἶναι «ὁ φρουρός καί ἁγιοποιός τῆς Ἐκκλησίας, ὁ διοικητής τῶν ψυχῶν, ὁ κυβερνήτης τῶν χειμαζομένων, ὁ φωταγωγός τῶν πεπλανημένων καί ἀθλοθέτης τῶν ἀγωνιζομένων καί στεφανωτής τῶν νενικηκότων» (Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις 17, 3).

Το Πανάγιο Πνεύμα μέσα από την Καινή Διαθήκη


Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού και όλο το έργο της θείας Οικονομίας δεν γίνεται ανεξάρτητα από το Άγιον Πνεύμα. Ο Μ. Βασίλειος στο σημείο αυτό είναι πολύ εκφραστικός. Λέγει ότι, όταν επιδημή στον κόσμο ο Χριστός, το Άγιον Πνεύμα προτρέχει, αφού αυτό εξαγγέλλει την έλευσή Του και αποκαλύπτει την παρουσία Του. Με την ένσαρκη παρουσία του Χριστού στον κόσμο και το Πνεύμα το Άγιον είναι αχώριστο. Τα ενεργήματα των δυνάμεων και τα χαρίσματα των ιαμάτων γίνονται με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Οι δαίμονες εξέρχονται από τους ανθρώπους δια του Πνεύματος του Θεού. Ο διάβολος καταργείται με την συμπαρουσία του Αγίου Πνεύματος. Η απολύτρωση των αμαρτιών γίνεται με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η εξανάσταση των νεκρών γίνεται με την ενέργεια του Πνεύματος.
Εάν το Άγιον Πνεύμα ενεργούσε στους Προφήτας και δικαίους της Παλαιάς Διαθήκης υποδεικνύοντας και φανερώνοντας τον Χριστό, πολύ περισσότερο ενεργούσε και στους Αποστόλους και Μαθητάς του Χριστού. Επειδή όμως το Άγιον Πνεύμα ενεργεί ανάλογα με την κατάσταση του ανθρώπου και τον κατάλληλο καιρό, γι’ αυτό ενεργούσε σε αυτούς κατά τρεις τρόπους και κατά τρεις καιρούς. Ενεργούσε "αμυδρώς", πριν δοξασθή ο Χριστός στο Πάθος, δηλαδή πριν τα Πάθη και την Σταυρική Του θυσία, "εκτυπώτερον" μετά την Ανάστασή Του, και "τελειότερον" μετά την Ανάληψή Του στους ουρανούς (άγ. Γρηγόριος Θεολόγος). Άλλωστε, το Άγιον Πνεύμα τελειώνει και αγιάζει τους ανθρώπους και δεν τελειούται το Ίδιο, αφού Αυτό είναι τέλειος Θεός. Το Άγιον Πνεύμα είναι "τελειούν, ου τελειούμενον" (άγ. Γρηγόριος Θεολόγος). Γι’ αυτό, και τους Αποστόλους που ήταν ατελείς τους τελείωσε και τους ολοκλήρωσε.
Ο άσαρκος Λόγος, ο Υιός και Λόγος του Θεού, δια του Προφήτου Ιωήλ, είπε: "Και έσται μετά ταύτα και εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα, και προφητεύσουσιν οι υιοί υμών και αι θυγατέρες υμών, και οι πρεσβύτεροι υμών ενύπνια ενυπνιασθήσονται" (Ιωήλ γ', 1). Σαφώς εδώ γίνεται λόγος για την έλευση του Αγίου Πνεύματος και την χορήγηση του προφητικού χαρίσματος, που δόθηκε κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, η προφητεία αναφέρεται στα γεγονότα που έγιναν την Πεντηκοστή, αφού τότε οι Μαθητές ομιλούσαν προφητεύοντες, δηλαδή κήρυτταν τα μυστήρια του Χριστού τα οποία προφητεύθηκαν από τους Προφήτας. Τότε, δηλαδή, οι Μαθητές με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος κατάλαβαν ότι όλες οι προφητείες που υπάρχουν στην Παλαιά Διαθήκη αφορούν το Πρόσωπο του Χριστού. Με αυτόν τον τρόπο τελειώθηκαν στην γνώση και την αποκάλυψη.
Με την δύναμη και την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος η ανθρώπινη φύση επανέρχεται στην προηγούμενη και αρχαία κατάσταση, αφού αποκτά το προφητικό χάρισμα που είχε ο Αδάμ στον Παράδεισο (άγ. Νικόδημος αγιορείτης). Πραγματικά, βλέποντας την ζωή του Αδάμ στον Παράδεισο, πριν την πτώση, διακρίνουμε ότι διέθετε καθαρό νού και προφήτευσε. Ο Θεός έπλασε την Εύα από την πλευρά του, κατά την ώρα που ο Αδάμ κοιμόταν. Όμως όταν ξύπνησε από τον ύπνο και είδε την Εύα φωτίστηκε, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, και ομολόγησε ότι αυτή προήλθε από το δικό του σώμα: "Τούτο νυν οστούν εκ των οστέων μου και σάρξ εκ της σαρκός μου" (Γεν. β', 23).
Αυτό σημαίνει ότι όσοι δέχονται το Άγιον Πνεύμα και είναι μέλη της Εκκλησίας όχι μόνον αποκαθίστανται στην προηγούμενη κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Αδάμ, αλλά ανέρχονται ακόμη υψηλότερα, αφού ενώνονται με τον Χριστό. Έχοντας κανείς το Άγιον Πνεύμα γίνεται προφήτης, αποκτά προφητικό χάρισμα, όπως το βλέπουμε στην ζωή των αγίων, γνωρίζει τα μυστήρια του Χριστού, βλέπει και βιώνει την βασιλεία του Θεού. Με την δύναμη και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος το προφητικό χάρισμα γίνεται φυσική κατάσταση στον άνθρωπο. Η νοερά προσευχή είναι ένδειξη αυτού του χαρίσματος και της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος.

Οι ενέργειες του Αγίου Πνεύματος και τα χαρίσματα που δίνει στα μέλη της Εκκλησίας


Οι Πατέρες διδάσκουν ότι, ενώ το Άγιον Πνεύμα ενεργεί σε ολόκληρη την κτίση και σε όλους τους ανθρώπους, εν τούτοις κάθε άνθρωπος μετέχει των ενεργειών Του κατ’ αναλογία, και μάλιστα ανάλογα με την δεκτικότητά του. Πρέπει κανείς να έχη δεκτικό όργανο για να λάβη τα πολυποίκιλα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, αναφερόμενος σε αυτό το θέμα, λέγει ότι οι άγιοι αποκτούν διάφορα χαρίσματα όχι από την φυσική τους δύναμη, αλλά από την θεία δύναμη. Δηλαδή, όλα τα χαρίσματα δίνονται από το Άγιον Πνεύμα, αλλά αυτό γίνεται ανάλογα με την δεκτικότητά τους. Το Άγιον Πνεύμα δεν ενεργεί σοφία στους αγίους, χωρίς τον νού που δέχεται σοφία, ούτε γνώση, αν δεν υπάρχη η δύναμη του λογικού, ούτε πίστη, χωρίς την πληροφορία του νού και του λογικού περί των μελλόντων, ούτε χαρίσματα ιαμάτων, χωρίς την φυσική φιλανθρωπία. Αυτό σημαίνει ότι οι άγιοι λαμβάνουν το χάρισμα της θεολογίας, το χάρισμα της γνώσεως, το χάρισμα των ιαμάτων, εάν υπάρχη δεκτικό όργανο για την λήψη αυτού του χαρίσματος.
Αυτό δεν συμβαίνει μόνο για τα χαρίσματα της θεολογίας, αλλά και για άλλα χαρίσματα. Λέγονται χαρίσματα γιατί χαρίζονται από τον Θεό, αλλά ανάλογα με την πνευματική κατάσταση του κάθε ανθρώπου. Ο άγιος Μάξιμος και πάλι επισημαίνει ότι κάθε πιστός δέχεται την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος ανάλογα με την πίστη και την κατάσταση της ψυχής του.
Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης μετά την ερμηνεία του κανόνος κάθε Δεσποτικής εορτής κάνει υπαρξιακές προεκτάσεις, τονίζοντας τον τρόπο με τον οποίο ο Χριστιανός θα αξιωθή να ζήση αυτό το γεγονός στην προσωπική του ζωή. Συνήθως χρησιμοποιεί μια χαρακτηριστική φράση: "Πώς και κατά τίνα τρόπον". Θεωρώ αυτήν την φράση πολύ σημαντική, γιατί κάνει το κήρυγμα της Εκκλησίας συγκεκριμένο και όχι αφηρημένο. Λέγεται αυτό γιατί είναι δυνατόν να ομιλούμε για θεολογικά ζητήματα κατά τρόπο θεωρητικό, που δεν αγγίζουν την ψυχή μας. Μια τέτοια αναφορά δεν είναι ορθόδοξη. Γιατί, όταν διαβάζουμε τις ομιλίες των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας διαπιστώνουμε ότι αναλύουν τα γεγονότα μέσα από την προοπτική του "πώς και κατά τινα τρόπον".
Έτσι και στο τέλος των ερμηνευτικών αναλύσεων των κανόνων της Πεντηκοστής, ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης παρουσιάζει πώς και εμείς μπορούμε να αποκτήσουμε το Άγιον Πνεύμα αισθητώς στην καρδιά μας. Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα των Αποστόλων, οι οποίοι υπακούοντας στην εντολή του Χριστού επέστρεψαν στα Ιεροσόλυμα και παρέμειναν διαρκώς εκεί, έως ότου έλαβαν το Άγιον Πνεύμα, λέγει ότι αυτός είναι ο τρόπος δια του οποίου μπορούμε να γίνουμε μέτοχοι της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος. Θα πρέπη να καταφρονήσουμε όλα τα του κόσμου, και αφού επιστρέψει ο νούς μέσα στην καρδιά, σαν σε ιερό, να προσευχόμαστε συνεχώς κατά τον λόγο του Αποστόλου Παύλου "αδιαλείπτως προσεύχεσθε" (Α' Θεσ. ε', 17). Θα πρέπη, δηλαδή, να σηκωθούμε υψηλά από τα γήινα, επάνω από κάθε φιληδονία, φιλαργυρία και φιλοδοξία και κάθε άλλο πάθος, και να ευρισκόμαστε συνεχώς στο υπερώο, στον καθαρό νού. Τότε, η καρδιά θα είναι απηλλαγμένη από πάθη και η ψυχή ειρηνική από βλασφήμους, πονηρούς και αισχρούς λογισμούς. Ο Μ. Βασίλειος θα πη ότι είναι αδύνατον να γίνουμε χωρητικοί της θείας Χάριτος, εάν δεν βγάλουμε από την ψυχή μας όλα τα πάθη της κακίας. "Δεί τοίνυν εκχυθήναι τα προϋπάρχοντα, ίνα δυνηθή χωρηθήναι τα επαγόμενα".
Ο άγιος Διάδοχος Φωτικής διδάσκει ότι με το άγιον Βάπτισμα λάβαμε το Άγιον Πνεύμα μέσα στην καρδιά και γίναμε μέλη του Σώματος του Χριστού. Όμως, με τα πάθη καλύψαμε αυτήν την Χάρη, η οποία δεν χάνεται τελείως, αλλά καλύπτεται από αυτά. Πρέπει, όμως, αφ’ ενός μεν να βγάλουμε την στάχτη των παθών, αφ’ ετέρου δε να βάλουμε ως ξύλα την εργασία των εντολών. Αλλά, για να ανάψουν τα ξύλα από την σπίθα της θείας Χάριτος πρέπει να φυσήσουμε δυνατά με την προσευχή, "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού, ελέησόν με", με την επιστροφή του νοός μας στην καρδιά. Αυτή η προσευχή ονομάζεται "νοερά και αγία προσευχή".
Αναλύοντας την σκέψη του ο άγιος Διάδοχος Φωτικής λέγει ότι όταν αυτή η προσευχή χρονίζη στην καρδιά όχι μόνο την καθαρίζει από τα πάθη, αλλά αφού βρη τον σπινθήρα της θείας Χάριτος αναπτύσσει ένα ξένο και θαυμαστό πύρ, το οποίο κατακαίει τις προσβολές των πονηρών λογισμών, γλυκαίνει την καρδιά και όλο τον εσωτερικό κόσμο και φωτίζει τον νού. Και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει ότι εκείνος που συνάγει τον νού του στην καρδιά και τον ανυψώνει στον Θεό υφίσταται την καλή αλλοίωση.
Πραγματικά, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, όταν ο άνθρωπος καταστή χωρητικό δοχείο, ανάπτεται μέσα στην καρδιά το πυρ της θείας Χάριτος. Ο Μ. Βασίλειος λέγει ότι υπάρχει πραγματική "πύρωσις του Πνεύματος η αναζωπυρούσα καρδίαν". Και μάλιστα ισχυρίζεται ότι αυτό το πυρ που φωτίζει τις ψυχές και καταστρέφει την καλάμη και τα αγκάθια, αυτό ενήργησε στους Αποστόλους που μιλούσαν με πύρινες γλώσσες, αυτό περιέλαμψε τον Απόστολο Παύλο, αυτό θέρμανε τις καρδιές του Κλεόπα και των σύν αυτώ, αυτό το πυρ είναι φυγαδευτήριο των δαιμόνων, αλλά και δύναμη αναστάσεως, ενέργεια αθανασίας, φωτισμός των αγίων ψυχών, σύσταση των λογικών δυνάμεων.
Οπότε, η Πεντηκοστή έγινε μια φορά ιστορικά, αλλά επαναλαμβάνεται στην ζωή των αγίων. Όταν οι θεούμενοι φθάνουν σε μια κατάσταση πνευματικής ζωής, τότε μετέχουν της Πεντηκοστής και γίνονται απόστολοι Ιησού Χριστού. Η Πεντηκοστή είναι το κορυφαίο σημείο του δοξασμού και της θεώσεως. Όσοι ακολουθούν την ίδια πορεία με τους Μαθητάς ανέρχονται σε αυτήν την θεωρία και μετέχουν της Χάριτος και της ενεργείας της Πεντηκοστής.
Δεν υπήρχε σκοπός να αναλυθούν όλα τα σχετικά με το Πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος και τις ενέργειές Του. Υπάρχουν οπωσδήποτε πολλές και ενδιαφέρουσες πλευρές, αλλά εκείνο που επιδιώχθηκε να φανή είναι ότι η χριστολογία δεν μπορεί να αποδεσμευθή από την πνευματολογία, ούτε η πνευματολογία από την χριστολογία. Υπογραμμίσαμε κυρίως τα χριστολογικά γεγονότα της εορτής της Πεντηκοστής, που συνδέονται στενά με το Άγιον Πνεύμα.
Ο Απόστολος Παύλος είναι σαφής όταν λέγη: "όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται ούτοι εισίν υιοί Θεού" (Ρωμ. η', 14). Παιδιά του Θεού δεν είναι όλοι οι άνθρωποι που δημιουργήθηκαν από τον Θεό, αλλά όσοι οδηγούνται από το Άγιον Πνεύμα. Η υιοθεσία συνδέεται με την εσωτερική νοερά προσευχή: "εν ω κράζομεν, αββά ο πατήρ" (Ρωμ. η', 15). Το πνεύμα του Θεού που θα υπάρχη στην καρδιά του ανθρώπου "συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού" (Ρωμ. η', 16). Δηλαδή, είναι υιός του Θεού αυτός που έχει μέσα του το Άγιον Πνεύμα, το οποίο συμμαρτυρεί και επιβεβαιώνει ότι ο άνθρωπος είναι τέκνο Θεού. Η ύπαρξη, όμως, του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά επιβεβαιώνεται από την εσωτερική καρδιακή προσευχή που γίνεται με κραυγή.
Αν κάποιος άνθρωπος δεν έχη το Πνεύμα του Θεού μέσα του, δεν ανήκει στον Χριστό, που σημαίνει δεν είναι ζωντανό μέλος του Σώματος του Χριστού. Και αν ακόμη έχη κάποτε βαπτισθή, η Χάρη του βαπτίσματος παραμένει ανενεργός, και ο άνθρωπος είναι νεκρό μέλος της Εκκλησίας. Αυτό λέγεται από τον Απόστολο Παύλο σε ένα σημαντικό και αποκαλυπτικό χωρίο: "ει δε τις Πνεύμα Χριστού ουκ έχει, ούτος ουκ έστιν αυτού" (Ρωμ. η', 9). Δεν ανήκει κανείς στον Χριστό, αν δεν έχη το Άγιον Πνεύμα, με τις προϋποθέσεις που είδαμε προηγουμένως. Αντίθετα, αν κανείς έχη μέσα του το Άγιον Πνεύμα, είναι πραγματικό μέλος του Σώματος του Χριστού αφού δεν ζη "εν σαρκί, αλλά εν πνεύματι" (Ρωμ. η', 8-9). Και από το χωρίο αυτό φαίνεται πόσο στενά συνδέεται η χριστολογία με την πνευματολογία.
Σκοπός της ενανθρωπήσεως του Λόγου του Θεού είναι να λάβουν οι άνθρωποι το Άγιον Πνεύμα και να γίνουν μέλη του Σώματος του Χριστού, και έτσι να γίνουν κατοικητήριο του Τριαδικού Θεού. Γι’ αυτό και σκοπός της πνευματικής ζωής είναι η μέθεξη του Αγίου Πνεύματος, δια του οποίου γινόμαστε ζωντανά μέλη της Εκκλησίας, ζωντανά μέλη του Σώματος του Χριστού και έχουμε κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό.
Η χριστολογία που δεν οδηγεί στην μέθεξη του Παναγίου Πνεύματος, μέσα στο πραγματικό Σώμα του Χριστού, είναι θεωρητική και δεν ωφελεί. Πρέπει να γίνεται ανάλυση των χριστολογικών όρων, ακριβώς για να διασφαλίζεται ο τρόπος της θεραπείας και να υποδεικνύεται ο δρόμος για την κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση. Όταν, όμως, δεν οδηγή στην προσωπική μέθεξη του αγιασμού, τότε είναι ανώφελη.

Πεντηκοστήν ἑορτάζομεν καί Πνεύματος ἐπιδημίαν

Πεντηκοστήν ἑορτάζομεν καί Πνεύματος ἐπιδημίαν καί προθεσμίαν ἐπαγγελίας καί ἐλπίδος συμπλήρωσιν·καί τό μυστήριον ὅσον; ῾Ως μέγα τε καί σεβάσμιον.Διό βοῶμέν σοι· Δημιουργέ τοῦ παντός,Κύριε, δόξα σοι”.

Αὐτόν τόν θαυμάσιο ὕμνο θέτει ἡ ᾿Εκκλησία μας σάν προπύλαιο στήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς. Καί σ᾿ αὐτόν ἀνακεφαλαιώνει τό “μέγα καί σεβάσμιον” μυστήριον, τό ὁποῖον πανηγυρίζει: Τήν συμπλήρωσι τῆς ἐλπίδος, τήν προθεσμία τῆς ἐπαγγελίας, τήν ἐπιδημία τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου. Γιατί πράγματι τό ἑορταζόμενο γεγονός, ἡ ἐπιφοίτησις τοῦ ἁγίου Πνεύματος στούς ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελεῖ τό τέλος καί τό ἐπιστέγασμα ὅλου τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας. ῞Ολο τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἔλευσις, ἡ διδασκαλία, τό πάθος, ἡ ἀνάστασις, ἡ ἀνάληψις ἀπέβλεπαν σ᾿ αὐτό· στήν ἔλευση τοῦ ἁγίου Πνεύματος στόν κόσμο, στήν νέα δημιουργία. ᾿Ακριβῶς γιά τό λόγο αὐτό στό τροπάριο πού ἀκούσαμε καί σέ ὅλη τήν ὑμνογραφία τῆς Πεντηκοστῆς ἀνυμνεῖται ὁ δημιουργός τοῦ παντός, ὁ Πατήρ, πού διά τοῦ Λόγου, τοῦ Υἱοῦ τῆς ἀγάπης Του, ἐν ἁγίῳ Πνεύματι δημιουργεῖ τόν κόσμο, ἀναδημιουργεῖ, ξανακτίζει τήν κτίσι καί τήν μεταβάλλει σέ νέα, τήν ἀνακαινίζει.

῎Ετσι ἡ ἡμέρα αὐτή συνδέει τήν ἀνάμνησι τῆς γενεθλίου ἡμέρας τοῦ νέου κόσμου μέ τήν ἀνάμνησι τῆς γενεθλίου ἡμέρας τοῦ παλαιοῦ. Τίς δύο γεννήσεις, τήν φυσική καί τήν ὑπερφυσική. Στήν πρώτη μᾶς μεταφέρουν οἱ πρώτες γραμμές τῆς Βίβλου: “῾Η δέ γῆ ἦν ἀόρατος καί ἀκατασκεύαστος καί σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου καί πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος. Καί εἶπεν ὁ Θεός· Γενηθήτω φῶς. Καί ἐγένετο φῶς. Καί εἶδεν ὁ Θεός τό φῶς ὅτι καλόν” (Γεν. 1,2—4). Στήν δευτέρα συμβαίνει τό ἴδιο. ᾿Επάνω στήν ἄμορφο ὕλη τῶν ἐθνῶν καί τό σκότος τῆς πλάνης ἐκχύνεται ἡ βιαία πνοή τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. ῾Ο λόγος Του ἀνακαινίζει τήν παλαιωθεῖσα κτίσι. “Πάρθοι καί Μῆδοι καί ᾿Ελαμῖται καί οἱ κατοικοῦντες τήν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καί Καππαδοκίαν, Πόντον καί τήν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καί Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καί τά μέρη τῆς Λυβίης τῆς κατά Κυρήνην.... Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοι τε καί προσήλυτοι, Κρῆτες καί ῎Αραβες” (Πράξ. 2,9—11) εἶναι ἡ νέα ἄβυσσος, τό γέννημα τῆς διασπορᾶς, τῆς κατατμήσεως καί τῆς ἀποσυνθέσεως τοῦ κόσμου. ᾿Επάνω ἀπό αὐτούς τώρα ἐπιφέρεται τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ὁ Λόγος Του καλεῖ ὅλους εἰς συμφωνίαν, εἰς ἑνότητα Πνεύματος ἁγίου, εἰς τό φῶς. “῾Ο εἰπών ἐκ σκότους φῶς λάμψαι” (Β.´ Κορ. 4,6) τούς καλεῖ νά ἐπιστρέψουν “ἀπό σκότους εἰς φῶς” (Πράξ. 26,18), νά γίνουν “φῶς ἐν Κυρίῳ” (Ἐφεσ. 5,8). Καί ἡ ἀναχώνευσις γίνεται μέ τάς πυριμόρφους γλώσσας τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού διεμερίσθησαν στούς ἀποστόλους. “Καί ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός” (Πράξ. 2,3). ῾Η γλῶσσα, τό σύμβολο, τό ἀποτέλεσμα καί τό αἴτιο τοῦ χωρισμοῦ, γίνεται τώρα σύμβολο ἑνότητος, τῆς ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ἑνότητος τοῦ νέου λαοῦ τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἐγκαινισμός τοῦ Πνεύματος συμβολίζεται μέ τήν καινουργία τῶν γλωσσῶν. Διά τοῦ Χριστοῦ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι λαλεῖται τώρα τό μυστήριο τῆς αἰωνίου σωτηρίας. Αὐτό ἀκριβῶς ὑπογραμμίζει τό δεύτερο στιχηρό τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Πεντηκοστῆς τοῦ α´ ἤχου:
῾Ο λαός λοιπόν τοῦ Θεοῦ, ἡ ᾿Εκκλησία ἑορτάζει κατά τήν Πεντηκοστή τήν γέννησί της. Τήν γενέθλιο ἡμέρα της, ἀλλά καί αὐτό τό μυστήριο τῆς ἰδίας τῆς ζωῆς της. Γιατί ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν ἔζησε τό μυστήριο τῆς Πεντηκοστῆς σέ μία στιγμή χρόνου κατά τό μακάριο ἐκεῖνο ἔτος καί τήν ἱστορική ἐκείνη ἡμέρα, πού “ἐπλήσθησαν” οἱ μαθηταί “Πνεύματος ἁγίου”. ᾿Αλλά τό ζῇ καθημερινῶς, διαρκῶς, σέ κάθε στιγμή χρόνου, ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη τήν γενέθλιο μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Γιατί τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἦλθε τότε καί ἔκτοτε μένει καί θά μένῃ εἰς τόν αἰῶνα στόν κόσμο γιά νά συγκροτῇ τήν ᾿Εκκλησία. Πνεῦμα καί ᾿Εκκλησία εἶναι ἀδιασπάστως ἡνωμένα. Τό ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἡ ψυχή, ἡ ζωή, ἡ ὕπαρξις τῆς ᾿Εκκλησίας, τῆς ἐν ἁγίῳ Πνεύματι καινῆς ζωῆς. Σ᾿ αὐτό ὀφείλεται ἡ ἑνότης, ἡ ἁγιότης, ἡ καθολικότης τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Από αὐτό πηγάζουν τά χαρίσματα, οἱ θεσμοί, ἡ πίστις καί ἡ θεολογία τῆς ᾿Εκκλησίας. Τήν βιαία Του πνοή καί τήν πυρίμορφο δρόσο Του αἰσθάνεται σέ κάθε βῆμα, σέ κάθε ἐκδήλωσι, σέ κάθε κίνησί της. ᾿Από αὐτό πηγάζουν οἱ ὑπερφυσικές ἐνέργειες τῶν μυστηρίων, πού ζωογονοῦν, πού τροφοδοτοῦν καί ἁγιάζουν τό σῶμά της. Αὐτό θεολογεῖ καί ὁ ποιητής τοῦ τρίτου στιχηροῦ τοῦ ἑσπερινοῦ:
Στήν ἱστορική λοιπόν Πεντηκοστή, ἀλλά καί στήν διαρκῆ Πεντηκοστή, στήν ὁποία ζῇ ἡ ᾿Εκκλησία, θά μᾶς μεταφέρῃ κατά τήν ἐπέτειο τοῦ γεγονότος αὐτοῦ. Θά μᾶς καλέσῃ νά κλίνωμε τά γόνατα στάς αὐλάς τοῦ Κυρίου καί νά προσκυνήσωμε τήν ἀήττητο δύναμί Του, νά δοξολογήσωμε τήν ἁγία Τριάδα, πού φωτίζει καί ἁγιάζει τίς ψυχές μας. Καί στήν στάση αὐτή τῆς ταπεινώσεως, τῆς κλίσεως τῶν γονάτων καί τοῦ αὐχένος, νά ὑποδεχθοῦμε τήν χάρι τοῦ Παρακλήτου. Νά ἀνανεώσωμε καί νά ἀναρριπίσωμε τήν φλόγα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Νά συνειδητοποιήσωμε τήν θέσι μας καί τήν ὑπόστασί μας σάν μελῶν τῆς ᾿Εκκλησίας, σάν ναῶν τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ναῶν καί σκευῶν καθαρῶν, δοχείων τοῦ Παρακλήτου, τῶν ὁποίων κάθε σκέψις θά ὑπαγορεύεται ἀπό τό Πνεῦμα τῆς σοφίας, κάθε ἐνέργεια ἀπό τό Πνεῦμα τῆς συνέσεως, τό ἀγαθόν, τό εὐθές, τό νοερόν, τό ἡγεμονεῦον, τό καθαῖρον τά πταίσματα. Τό Πνεῦμα τό ἅγιον, τό Κύριον καί ζωοποιόν, τό θεῖον πού θεοποιεῖ τούς ἀνθρώπους, πού διά τῆς χάριτός Του μᾶς μεταβάλλει σέ “Θεούς κατά μέθεξιν”.
Αὐτό τό ὑπερφυές γεγονός τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Παρακλήτου περιγράφουν τά τρία θαυμάσια τροπάρια τῶν αἴνων καί τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ δ´ ἤχου. Αὐτό τό Πνεῦμα ἐγκωμιάζουν καί αὐτοῦ τήν χάρι ἐπικαλοῦνται μαζί μέ τό δοξαστικό τοῦ πλ. β´ ἤχου. μία δύναμις, μία σύνταξις,μία προσκύνησις τῆς ἁγίας Τριάδος”

Πεντηκοστή:η εορτή της Αγίας Τριάδος

Πριν ο Χριστός αναληφθή στους Ουρανούς έδωσε εντολή στους Μαθητάς Του μετά την Ανάληψή Του να επιστρέψουν στα Ιεροσόλυμα και να παραμείνουν εκεί έως ότου ενδυθούν με δύναμη από τον Ουρανό. Έτσι, λοιπόν, τους έδωσε την επαγγελία ότι θα λάβουν το Άγιον Πνεύμα, για το οποίο μιλούσε κατά την διάρκεια της ζωής Του.
Η επαγγελία αυτή του Χριστού πραγματοποιήθηκε στους Μαθητάς πενήντα ημέρες μετά από το Πάσχα και δέκα ημέρες μετά από την Ανάληψή Του στους ουρανούς. Έτσι, στην Εκκλησία εορτάζουμε την εορτή της Πεντηκοστής, κατά την οποία τιμούμε την Αγία Τριάδα και την επομένη ημέρα πανηγυρίζουμε και δοξολογούμε το Άγιον Πνεύμα. Η εορτή, λοιπόν, της Πεντηκοστής είναι εορτή της Αγίας Τριάδος.
Δεν πρόκειται να αναφερθούμε διεξοδικά στο Τρίτο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, το Άγιον Πνεύμα, αλλά θα υπογραμμίσουμε μόνον εκείνα τα γεγονότα και εκείνες τις διδασκαλίες της Αγίας Γραφής και των αγίων Πατέρων, που αναφέρονται στον Χριστό. Επομένως, θα τονίσουμε περισσότερο τα χριστολογικά γεγονότα σε αναφορά προς το Άγιον Πνεύμα. Και επειδή δεν νοείται Χριστολογία έξω από την Τριαδολογία, γι’ αυτό θα αναφερθούμε και στο δόγμα περί του μυστηρίου της Αγίας Τριάδος.
Στο λεγόμενο από την Εκκλησία "Δωδεκάορτο" συμπεριλήφθηκε και η εορτή της Πεντηκοστής, γιατί είναι η τελευταία εορτή της θείας Οικονομίας. Η ενανθρώπηση του Χριστού απέβλεπε στην νίκη εναντίον του θανάτου και στην έλευση του Παναγίου Πνεύματος στην καρδιά των ανθρώπων. Άλλωστε, είναι γνωστόν ότι σκοπός της εκκλησιαστικής και πνευματικής ζωής είναι να γίνουμε μέλη του Σώματος του Χριστού και να λάβουμε το Άγιον Πνεύμα. Αυτά τα δύο συνδέονται αναπόσπαστα μεταξύ τους.
Ο ιερός υμνογράφος αποκαλεί την Πεντηκοστή τελευταία εορτή από πλευράς αναπλάσεως και ανακαινίσεως του ανθρώπου: "Την μεθέορτον πιστοί και τελευταίαν εορτήν εορτάσωμεν φαιδρώς, αύτη εστί Πεντηκοστή, επαγγελίας συμπλήρωσις και προθεσμία". Έτσι, εάν ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η αρχή της ενσαρκώσεως του Λόγου και της θείας Οικονομίας, η Πεντηκοστή είναι το τέλος, αφού τότε, δια του Αγίου Πνεύματος, ο άνθρωπος γίνεται μέλος του αναστημένου Σώματος του Χριστού.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό μπορούμε να εντάξουμε και την Πεντηκοστή, καθώς επίσης και τα σχετικά με το Άγιον Πνεύμα και τον Χριστό, αφού δεν μπορεί να νοηθή Χριστολογία έξω από την Πνευματολογία, ούτε Πνευματολογία έξω από την Χριστολογία.
α'
Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος έγινε κατά την ημέρα της Κυριακής. Και στο σημείο αυτό φαίνεται η αξία της Κυριακής, αφού κατ’ αυτήν έγιναν τα μεγάλα Δεσποτικά γεγονότα. Κατά τον άγιο Νικόδημο τον αγιορείτη, την πρώτη ημέρα, δηλαδή την Κυριακή, άρχισε η δημιουργία της κτίσεως, αφού τότε δημιουργήθηκε το φώς, την Κυριακή άρχισε η ανακαίνιση της κτίσεως, με την Ανάσταση του Χριστού, και την Κυριακή έγινε η τελείωση της κτίσεως με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος. Η δημιουργία της κτίσεως έγινε από τον Πατέρα συνεργούντων του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, η ανακαίνιση έγινε από τον Υιό, ευδοκία του Πατρός και συνεργία του Αγίου Πνεύματος, και η τελείωση της κτίσεως έγινε από το Άγιον Πνεύμα, το οποίο εκπορεύεται από τον Πατέρα και πέμπεται δια του Υιού.
Βέβαια, λέγοντας αυτά δίνουμε σημασία στα Πρόσωπα τα οποία πρωτοστάτησαν στην δημιουργία, την ανακαίνιση και την τελείωση της κτίσεως, αλλά τελικά, όπως διδαχθήκαμε και πιστεύουμε, κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού και ποτέ δεν μπορεί να χωρισθή και να απομονωθή ένα Πρόσωπο από τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
Η Χριστιανική Πεντηκοστή κατά την οποία εορτάζουμε την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος συμπίπτει με την Ιουδαϊκή Πεντηκοστή. Δηλαδή, κατά την ημέρα που οι Ιουδαίοι εόρταζαν την Πεντηκοστή κατέβηκε το Άγιον Πνεύμα στους Αποστόλους και τους κατέστησε μέλη του Αναστημένου Σώματος του Χριστού.
Η Πεντηκοστή είναι η δεύτερη σε σπουδαιότητα εορτή των Ιουδαίων μετά το Πάσχα, και εόρταζαν, κατά την παράδοση, την παραλαβή του νόμου του Θεού από τον Μωϋσή στο όρος Σινά. Σαράντα ημέρες, δηλαδή, από την πρώτη εορτή του Πάσχα, ο Μωϋσής ανέβηκε πάνω στο όρος Σινά και παρέλαβε τον νόμο του Θεού. Παράλληλα, όμως, η Ιουδαϊκή Πεντηκοστή ήταν έκφραση ευχαριστίας των Ιουδαίων για την συγκομιδή των καρπών. Επειδή συνέπιπτε με την περίοδο του θερισμού ονομαζόταν "θερισμού εορτή" και οι Ιουδαίοι προσέφεραν στον Ναό τις απαρχές των καρπών. Η εορτή της Πεντηκοστής, που εορταζόταν από τους Ιουδαίους πολύ λαμπρά, ονομαζόταν εορτή εβδομάδων (βλ. Εξ. λδ', 22, Λευιτ. κγ', 15, 16, 17, Αριθ. κη', 26, 31, Δευτ. ιστ', 9-10).
Η σύντομη αναφορά στην Ιουδαϊκή Πεντηκοστή δείχνει ότι ήταν τύπος της Πεντηκοστής της Καινής Διαθήκης. Εάν ο Μωϋσής παρέλαβε τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, την ημέρα της Χριστιανικής Πεντηκοστής οι Μαθητές έλαβαν το Άγιον Πνεύμα και έτσι βίωσαν τον νόμο της Καινής Διαθήκης, τον νόμο της θείας Χάριτος. Εάν στην Παλαιά Διαθήκη ο άσαρκος Λόγος έδωσε τον νόμο επάνω στο Σινά, στην Καινή Διαθήκη ο Αναστάς σεσαρκωμένος Λόγος έστειλε το Άγιον Πνεύμα στους Μαθητάς, που βρίσκονταν στο υπερώο, και έγιναν μέλη του ενδόξου Σώματός Του. Εάν κατά την Πεντηκοστή της Παλαιάς Διαθήκης προσφέρονταν οι απαρχές των καρπών από την συγκομιδή, κατά την Πεντηκοστή της Καινής Διαθήκης προσφέρθηκαν οι απαρχές των λογικών καρπών, από την συγκομιδή που έκανε ο Ίδιος ο Χριστός, δηλαδή προσφέρθηκαν οι Απόστολοι στον Θεό.
Υπάρχει, βέβαια, σαφής διαφορά μεταξύ της αποκαλύψεως του Θεού στο Σινά και της αποκαλύψεως του Θεού στο υπερώο στα Ιεροσόλυμα. Το όρος Σινά "εκαπνίζετο όλον δια το καταβεβηκέναι επ’ αυτό τον Θεόν εν πυρί, και ανέβαινεν ο καπνός ωσεί καπνός καμίνου, και εξέστη πάς ο λαός σφόδρα" (Εξ. ιθ', 18). Δόθηκε μάλιστα η εντολή να μη πλησιάση κανείς προς το όρος, γιατί θα πεθάνη: "Πάς ο αψάμενος του όρους θανάτω τελευτήσει" (Εξ. ιθ', 12). Δεν έγινε όμως το ίδιο κατά την ημέρα της καθόδου του Αγίου Πνεύματος στο υπερώο. Οι Μαθητές γέμισαν από χαρά και μεταμορφώθηκαν και έγιναν από δειλοί, ατρόμητοι, και από άνθρωποι θνητοί, κατά Χάριν θεοί.
Η διαφορά μεταξύ του Σινά και του υπερώου της Ιερουσαλήμ φαίνεται στην διαφορά μεταξύ του νόμου της Παλαιάς Διαθήκης και του νόμου της Καινής Διαθήκης. Τότε δόθηκε ο νόμος σε λίθινες πλάκες, τώρα ο νόμος εγγράφεται στις καρδιές των Αποστόλων. Λέγει ο Απόστολος Παύλος: "εστέ επιστολή Χριστού διακονηθείσα υφ’ ημών, εγγεγραμμένη ου μέλανι, αλλά πνεύματι Θεού ζώντος, ουκ εν πλαξί λιθίναις, αλλά εν πλαξί καρδίαις σαρκίναις" (Β' Κορ. γ', 3). Με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος εκπληρώθηκε η προφητεία του Προφήτου Ιερεμίου, όπως την καταγράφει ο Απόστολος Παύλος: "διδούς νόμους μου εις την διάνοιαν αυτών, και επί καρδίας αυτών επιγράψω αυτούς, και έσομαι αυτοίς εις Θεόν, και αυτοί έσονταί μοι εις λαόν" (Εβρ. η', 10).

Κυρά Φανερωμένη μου, του Λευκαδίτη σκέπη, χαρά σ 'τον που σε προσκυνά, χαρά στον που σε βλέπει.

Στον ιερό βράχο της Κυράς, όπως αποκαλούν την Υπεραγία Θεοτόκο οι Λευκάδιοι, σε ένα λόφο, ως σκέπη και καταφυγή, πάνω και δυτικά από την πόλη του νησιού βρίσκεται, εδώ και αιώνες, σε μια μαγευτική τοποθεσία η ιστορική Ιερά Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου Φανερωμένης.
Σύμφωνα με την παράδοση, στο μέρος αυτό παλαιότερα ήταν χτισμένος ο ναός της θεάς Αρτέμιδος. Ο Απόστολος Παύλος στο πέρασμά του από την Νικόπολη. Το 63 μ.Χ. έστειλε στο νησί τους τρεις μαθητές του Ακύλα, Σωσίωνα και Ηρωδίωνα. Ο τελευταίος γονατιστός, προσευχήθηκε με πίστη στο Θεό και το είδωλο της Αρτέμιδας έπεσε κάτω και έγινε θρύψαλα. Στη θέση αυτή οι χριστιανοί θα κτίσουν ένα μικρό ναό αφιερωμένο στην Παναγία. Στη συνέχεια ο Απόστολος Παύλος χειροτόνησε το Σωσίωνα πρώτο επίσκοπο Λευκάδος.
Το 332 μ.Χ., στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο τότε επίσκοπος Αγάθαρχος και δύο μοναχοί θα εγκατασταθούν εκεί και θα ξεκινήσει ο μοναχισμός στο νησί χτίζοντας τα πρώτα κελιά. Μετά από λίγα χρόνια το Μοναστήρι καταστράφηκε από μεγάλη πυρκαγιά, αλλά οι χριστιανοί της Λευκάδας το ξανάχτισαν. Μάλιστα παράγγειλαν την εικόνα της Παναγίας στην Κωνσταντινούπολη, στον αγιογράφο Κάλλιστο, πού ήταν ιερέας στην Αγιά Σοφιά. Εκείνος, ύστερα από προσευχή και νηστεία, άρχισε να ζωγραφίζει την εικόνα. Το σχέδιο της μορφής της Παναγίας αποκαλύφθηκε στον Κάλλιστο με θαυμαστό τρόπο. Ο αγιογράφος βρήκε από την ίδια την Παναγία σχεδιασμένη την εικόνα και ο ίδιος με όμορφα χρώματα την τελείωσε. Από το θαύμα αυτό ονομάστηκε η εικόνα Φανερωμένη.
Το 1734 η Μονή Φανερωμένης Λευκάδας και ενώ το νησί είναι υπό Ενετική κυριαρχία, χτίζεται ο κεντρικός ναός στη σημερινή του μορφή. Όμως ο ναός θα καεί ολοκληρωτικά το 1886 οπότε και θα αρχίσει και πάλι η ανακατασκευή του. Το τέμπλο κατασκευασμένο το 1887 είναι έργο του Ευστράτιου Προσαλέντη ενώ οι εικόνες προστέθηκαν αργότερα, το 1919, και φιλοτεχνήθηκαν από τους αδελφούς Χριστόδουλο και Θωμά Ζωγράφο. φιλοτεχνήσει. αιώνα παραγγέλνεται στην Κωνσταντινούπολη η εικόνα της Παναγίας.
Η εικόνα της Παναγίας που υπάρχει σήμερα είναι αντίγραφο της θαυματουργής εικόνας, φιλοτεχνημένο από τον ιερομόναχο Βενιαμίν Κοντράκη στο Άγιο Όρος το 1887. Για χρόνια η Μονή ήταν ανενεργή, ώσπου στη Μονή αποφασίζει να έρθει το πνευματικό παιδί του προηγούμενου Μητροπολίτη Κύρου Νικηφόρου, ο οποίος και θα λάβει κατά την κουρά το όνομά του. Πρόκειται για το Ιερομόναχο πατέρα Νικηφόρο Ασπρογέρακα Το μοναστήρι την περίοδο εκείνη βρίσκονταν σε κατάσταση ερείπωσης και οι συνθήκες διαβίωσης, σχεδόν, άθλιες, καθώς είχε εξελιχθεί σε χώρο θρησκευτικής λατρείας όχι μόνο για τους Λευκάδιους αλλά και για όλους τους επισκέπτες του νησιού.
Ο ιερομόναχος Νικηφόρος με σεμνότητα και αγώνα δεκαετιών κατόρθωσε να αλλάξει την όψη του μοναστηριού να το ανακαινίσει, να δημιουργήσει εκκλησιαστικό μουσείο και ταυτόχρονα να προσελκύσει κι άλλους μοναχούς δημιουργώντας ένα αξιόλογο κοινόβιο. Πάντα υπό τις ευλογίες του τότε Μητροπολίτη Νικηφόρου.
Γιορτάζει η Kυρα Φανερωμένη. Η Κυρα μας. Αλήθεια πόσα τάματα, πόσες ικεσίες, πόσες προσευχές ''ακουμπήσανε ''στην εικόνα της. Πόσες φορές οι Λευκαδίτες δεν την επικαλέστηκαν στις δύσκολες στιγμές τους;;;. Με τις λαμπάδες και τα αφιερώματα στα χέρια -και τις λαχτάρες στη καρδιά- πόσοι και πόσοι στο διάβα των αιώνων δεν έφτασαν στην πόρτα της Ιεράς Μονής για να προσευχηθούν στη μεγάλη ευεργέτιδα του νησιού! Η Κυρά μας. Αποκούμπι στην πίκρα. Βάλσαμο στη ψυχή. Εκτός απο την μοναδική σε ομορφιά θέση που βρίσκεται το μοναστήρι(με την καταπληκτική θέα στο Ιονιο, στους Μύλους, στη Γύρα, στον Αη Γιάννη, στην πόλη και στη λιμνοθάλασσα)ειναι άξιο θαυμασμού το εκκλησιαστικό μουσείο που λειτουργεί ακριβώς δίπλα στο ναό. 


Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ (Του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη)

Χαμογελά η ανατολή και ροδοκοκκινίζει
ολίγο ολίγο η καταχνιά, που τα βουνά στολίζει.
Λαλεί τ΄ ορνίθι της αυγής, το πρόβατο βελάζει.
Ξυπνούν στα πλάγια οι πέρδικες, η μια την άλλη κράζει.

Ξυπνά κι ο γέρο γούμενος, τον όρθρο του σημαίνει
και μουρμουρίζοντας σιγά, στην εκκλησιά πηγαίνει,
την άγια εικόνα της Κυράς σκυφτά να προσκυνήσει.
Κι εκεί που ετέντων ο παπάς τα χείλη να φιλήσει
του κάστηκε πως έλειπε - παράδοξη ιστορία -
απ΄ το θρονί της το χρυσό η Δέσποινα Μαρία.
Ετρόμαξ΄ ο καλόγερος. Στην πλάκα γονατίζει,
χτυπά το μέτωπο στη γη, παρακαλεί, δακρύζει.
Με μιας αστράφτ΄ η εκκλησιά κι αισθάνεται ένα χέρι
όπου τον ανασήκωνε. Μοσχοβολάει τ΄ αγέρι.
Τα μάτια του άνοιξ΄ ο παπάς. Στο κάτασπρο του γένι
το δάκρυ του εσταζε βροχή.. Κοιτάζει καθισμένη
στο θρόνο βλέπει την Κυρά, που του χαμογελούσε
και το Παιδί, που εχαίρετο και που τον ευλογούσε.

- Σε ποιο καλύβι αγνώριστο, σε ποια καρδιά θλιμμένη
να πέρασες τη νύχτα Σου, Κυρά Φανερωμένη;
Ποιό μαραμένο λούλουδο η χάρη Σου, Κυρούλα,
κρυφά ν΄ ανάστησε, σαν ουρανού δροσούλα;


ΚΥΡΑ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ(Του Λευκαδίτη κ.Νικολάου Καρύδη)

Κυρά Φανερωμένη μου, του Λευκαδίτη σκέπη,
χαρά σ 'τον που σε προσκυνά, χαρά στον που σε βλέπει.
Σεμνή Παρθένο να κρατάς στ' απέριττο Θρονί σου
τον Γιόκα σου τον ακριβό και τον Μονογενή σου.

Κι από τα πεύκα γύρωθε κι από τον κάμπο κάτω
κι απ' του Ιονίου την πνοή που γέμει αφρό δροσάτο.
Κι από τα θάμνα, τα στρουθιά και τα άγρια λουλούδια
μύρα, ψαλμούς, λιβανωτό σου στέλνουν τα αγγελούδια.

Κάμε, Κυρά μου, του φτωχού τον μόχθο ευλογία,
του ανήμπορου τον πυρετό κάν' τον δροσιά αγία.
Της μάνας τον παραδαρμό που `χει παιδί στα ξένα
κάν' τον τραγούδι και χορό με κορυφαία εσένα.

Βλόγα, Κυρά μου, του φτωχού το λάδι και το αμπέλι
ως σ' ευλογούν ακοίμητοι οι δυό σου οι Αγγέλοι.
Κι ως στέκονται ο ένας ζερβά κι ο άλλος στα δεξιά σου,
στέλνε μας θεία μηνύματα και σώζε τα παιδιά σου.

Φανέρωνέ μας, Δέσποινα, την κρύφια τη βουλή σου,
διώξ' το κακό κι αγκάλιασε το όμορφο το νησί σου.
Ως αγκαλιάζει με στοργή τα τέκνα της η μάνα,
ως αγκαλιάζει την ψυχή του δειλινού η καμπάνα.

Κι αξίωσέ μας αν ποτέ στα ξένα κοιμηθούμε
στο χώμα της δικής σου γης ανάπαυση να βρούμε.
Κυρά Φανερωμένη μου, της πίστης μου λαμπάδα,
Κυρά μου και Βασίλισσα, βοήθα την Λευκάδα.

Φωτογραφίες από το Μοναστήρι της Κυράς