Ποιά τακτική έχει ο διάβολος στο να πολεμά γενικά και να παραπλανά ανθρώπους διαφόρων καταστάσεων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΗ΄
Γνώριζε, αγαπητέ, ότι ο διάβολος δεν φροντίζει για τίποτα άλλο, παρά για τη δική μας απώλεια, και ότι δεν πολεμάει όλους με ένα και τον ίδιο τρόπο. Και για να αρχίσω να σου περιγράφω μερικούς από τους πολέμους του και τις τακτικές τους και τις απάτες του, σου παρουσιάζω πέντε καταστάσεις ανθρώπων. Μερικοί είναι στην υπηρεσία της αμαρτίας χωρίς κανένα λογισμό να ελευθερωθούν· μερικοί πάλι, θέλουν να ελευθερωθούν, αλλά δεν το επιχειρούν· είναι και άλλοι που μετά την απόκτησι των αρετών, πέφτουν με μεγαλύτερη φθορά στην αμαρτία. Άλλοι νομίζουν ότι βαδίζουν στην τελειότητα, άλλοι αφήνουν τον δρόμο της αρετής που έχουν και άλλοι, την αρετή που έχουν, την κάνουν αιτία κακίας. Γιά όλους αυτούς θα μιλήσω ξεχωριστά.
Ο πόλεμος και η απάτη που χρησιμοποιεί ο διάβολος για εκείνους που κρατάει στην υπηρεσία της αμαρτίας. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΘ΄
Όταν ο διάβολος κρατά κάποιον στην υπηρεσία της αμαρτίας, δεν φροντίζει για τίποτα άλλο παρά να τον τυφλώνη περισσότερο και να τον βγάζη από κάθε καλό λογισμό, που μπορεί να τον παρακινήση στο να γνωρίση την πολύ δυστυχισμένη του ζωή· και όχι μόνον τον βγάζει από τους λογισμούς που τον καλούν στην επιστροφή και στην μετάνοια, βάζοντας στο νού του άλλους λογισμούς κακούς και αντίθετους, αλλά και με έτοιμες και γρήγορες αφορμές, τον κάνει ο τρισκατάρατος να πέφτη συχνά στην ίδια αμαρτία ή σε άλλες μεγαλύτερες, από τις οποίες βγαίνει ο ταλαίπωρος αμαρτωλός, περισσότερο σκοτισμένος και τυφλός, ώστε με την τυφλότητά του φτάνει και γκρεμίζεται στην συνήθεια της αμαρτίας και έτσι τρέχοντας ο άθλιος από την πράξι της αμαρτίας σε μεγαλύτερη τυφλότητα και πάλι από την τυφλότητα σε μεγαλύτερα αμαρτήματα, κυκλογυρίζει σχεδόν όλη την ταλαίπωρη ζωή του μέχρι θανάτου, αν ο Θεός δεν οικονομήση την σωτηρία του με την χάρι του.
Λοιπόν, όποιος βρίσκεται σε αυτή την πολύ δυστυχισμένη κατάστασι, αν αγαπά να θεραπευθή, πρέπει να δεχθή αμέσως το γρηγορώτερο τον λογισμό εκείνον και την έμπνευσι, που τον προσκαλεί από το σκοτάδι στο φως και από την αμαρτία στη μετάνοια και πρέπει να φωνάξη με όλη του την καρδιά στο Ποιητή του· «Κύριέ μου βοήθησέ με, βοήθησέ με γρήγορα και μη με αφήσης πλέον σε αυτό το σκοτάδι της αμαρτίας»· ας μη σταματήσει να ξαναλέη πολλές φορές το ίδιο και να φωνάζη με αυτό και παρόμοιο τρόπο· και αμέσως, αμέσως, αν είναι δυνατόν, ας ζητήση βοήθεια και συμβουλή, για να μπορέση να ελευθερωθή από τον εχθρό· εάν όμως δεν μπορή να πάη αμέσως, ας προστρέξη γρήγορα στον σταυρωμένο Ιησού και ας προσπέση στα Αγιά του πόδια με το πρόσωπο στη γη και στη Θεοτόκο Μαρία, ζητώντας ευσπλαγχνία και βοήθεια· και η νίκη στέκεται σε αυτή την γρηγοράδα.
Ο πόλεμος και η απάτη, που μεταχειρίζεται ο διάβολος για εκείνους που γνωρίζουν το κακό τους και θέλουν να ελευθερωθούν. Και γιατί οι αποφάσεις μας πολλές φορές δεν φέρνουν το αποτέλεσμά τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Λ΄
Εκείνοι, που γνωρίζουν την κακή ζωή που ζούν και θέλουν να την αλλάξουν, ως επί το πλείστον μένουν πλανεμένοι και νικημένοι από τον εχθρό με αυτά τα όπλα· μετά από αυτά· αύριο, αύριο· ας τελειώσω πρώτα αυτή την υπόθεσι και μετά από αυτά να παραδοθώ με περισσότερη ανάπαυσι στη χάρι του Θεού και στη πνευματική ζωή· ας κάνω αυτό σήμερα και αύριο μετανοώ. Παγίδα του εχθρού είναι αυτή, αδελφέ, η οποία έπιασε πολλούς και πιάνει ακόμη πιο πολύ τον κόσμο. Αιτία της παγίδας αυτής είναι η αμέλεια και η άγνοιά μας. Επειδή και σε μια τέτοια υπόθεσι, από την οποία αποτελείται και κρέμεται όλη η σωτηρία της δικής μας ψυχής και όλη η τιμή του Θεού, δεν πιάνουμε γρήγορα εκείνο το τόσο δυνατό όπλο και να πούμε στον εαυτό μας· τώρα, τώρα να ζήσω πνευματική ζωή και όχι μετά από αυτά· σήμερα, σήμερα να μετανοήσω και όχι αύριο· το τώρα και το σήμερα, είναι στα χέρια μου· το, μετά από αυτά και το αύριο είναι στα χέρια του Θεού. Αλλά και αν μου είχε δοθή το, μετά από αυτά και το αύριο, ποιός δρόμος σωτηρίας και νίκης θα είναι αυτός, το να θέλω πρώτα να πληγωθώ και ύστερα να θεραπευθώ, το να κάνω πρώτα τις νέες αταξίες μου και να συμορφώνωμαι;
Οπότε, αν θέλης να φύγεις, αδελφέ, από αυτή την πλάνη και να νικήσης τον εχθρό, η θεραπεία είναι, το να υπακούσης γρήγορα με την πράξι στους καλούς λογισμούς και τις θείες εμπνεύσεις, που σε καλούν σε μετάνοια και να μη δώσης καθόλου περιθώριο στη μέση, ούτε να πής, ότι εγώ αποφάσισα οριστικά να μετανοήσω μετά από αυτά και πια δεν μπορώ να αλλάξω· όχι γιατί οι αποφάσεις αυτές πολλές φορές είναι λανθασμένες και πολλοί δείχνοντας εμπιστοσύνη σ αυτές, εξαπατήθηκαν και έμειναν αμετανόητοι για διάφορες αιτίες.
Α΄. Γιατί οι δικές μας αποφάσεις δεν είναι θεμελιωμένες πάνω στην απιστία του εαυτού μας και στο θάρρος και την ελπίδα του Θεού· και μετά από αυτό συμβαίνει το να μη μπορούμε να δούμε την μεγάλη μας υπερηφάνεια, από την οποία παρακινούμενοι, δίνουμε εμπιστοσύνη στις δικές μας αποφάσεις, Πως είναι σταθερές. Αλλά το φως για να γνωρίσουμε αυτή την υπερηφάνεια και ασθένειά μας και η βοήθεια για να θεραπευτούμε, προέρχεται από την αγαθότητα του Θεού, ο οποίος παραχωρεί, όπως είπαμε προηγουμένως, να πέσουμε και με την πτώσι, μας προσκαλεί αντί να ελπίζουμε στο δικό μας θάρρος και ελπίδα, να ελπίζουμε και να δίνουμε εμπιστοσύνη σε αυτόν μόνο· και από την υπερηφάνειά μας, μας προσκαλεί στη γνώσι του εαυτού μας. Θέλεις να γνωρίζης, άνθρωπε, πότε είναι δυνατές και στερεές οι αποφάσεις σου; Όταν δεν έχης καμμία εμπιστοσύνη στο εαυτό σου και όταν είναι όλες θεμελιωμένες με ταπείνωσι στην ελπίδα και το θάρρος του Θεού.
Β΄. Όταν κινούμαστε εμείς να πάρουμε καμμία απόφασι, σκεφπόμαστε μόνο την ωραιότητα και δύναμι της αρετής, η οποία παρασύρει με το μέρος της την θέλησί μας, όσο και αν είναι ασθενής και αδύνατη· μετά από αυτά όμως, όταν παρουσιασθή η δυσκολία και ο κόπος, με τα οποία αποκτάται η αρετή, με το να είναι αδύνατη και νέα η θέλησί μας, μικραίνει και αποσύρεται πίσω και στη συνέχεια μένουν άπρακτες οι αποφάσεις μας. Γι αυτό εσύ συνήθισε να αγαπάς πολύ περισσότερο τις δυσκολίες, που φέρνουν την απόκτησι των αρετών, παρά τις ίδιες τις αρετές, και από αυτές τις δυσκολίες ας τρέφεται πάντα η θέλησίς σου, πότε με το λίγο και πότε με το πολύ, αν θέλης πραγματικά να αποκτήσεις τις αρετές. Και ας είσαι βέβαιος, ότι τόσο πιο γρήγορα και πιο γενναία θα νικήσης τον εαυτό σου και τους εχθρούς σου, όσο πιο γενναία αγκαλιάσεις τις δυσκολίες και όσο περισσότερο τις αγαπάς.
Γ΄. Γιατί οι αποφάσεις μας μερικές φορές δεν σκέφτονται τις αρετές και την θέλησι του Θεού, αλλά το δικό τους συμφέρον, το οποίο, συνήθως ακολουθεί τις αποφάσεις, που κάνουμε για τις πνευματικές τρυφές και για να αποκτήσουμε θεία χαρίσατα. Οπότε εμείς, στις θλίψεις που μας στενοχωρούν πολύ, άλλη βοήθεια δεν βρίσκουμε, παρά να βάλουμε σκοπό και να αποφασίσουμε Πως θα παραδοθούμε ολοκληρωτικά στο Θεό και στις εξασκήσεις των αρετών. Και αν αγαπάς να παραδοθής και συ, αδελφέ, σε αυτό, ας είσαι στο καιρό των πνευματικών τρυφών πολύ επιφυλακτικός και ταπεινός στις αποφάσεις σου· ιδιαίτερα όμως φυλάξου, να μη δίνης εντολές στον εαυτό σου και να μην κάνης τάματα, για να μην τα παραβής και πέσης στην αμαρτία· και όταν βρίσκεσαι λυπημένος, η απόφασι και η γνώμη σου ας είναι να υποφέρης ευχάριστα τον σταυρό και την θλίψι, καθώς θέλει ο Κύριος, αποστρεφόμενος κάθε γήινη βοήθεια και καμιά φορά ακόμη και την ουράνια· μια ας είναι η αναζήτησίς σου και μία η επιθυμία σου, να βοηθήσαι από τον Θεό, για να μπορής να υποφέρης κάθε τι αντίθετο, χωρίς να μολύνης την αρετή της υπομονής και χωρίς να κάνης τον Θεό σου να δυσανασχετήση.
Η απάτη που χρησιμοποιεί ο εχθρός, για εκείνους που νομίζουν ότι βαδίζουν στην τελειότητα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΛΑ΄
Όταν ο εχθρός δεν μπορή να νικήση ούτε αυτούς που έχουν εξαρτηθή από την αμαρτία, ούτε αυτούς που ζητάνε να ελευθερωθούν από αυτήν, όπως παραπάνω είπαμε, τότε τρέχει ο πονηρός στους ενάρετους και πολεμάει σαν πανούργος να τους κάνη να λησμονήσουν τους εχθρούς, που είναι κοντά τους και έμπρακτα τους πολεμούν και τους βλάπτουν, να επιθυμούν όμως και να φαντάζωνται πάνω από την δύναμί τους τα υψηλά και μεγάλα (67) και πριν από τον κατάλληλο καιρό να έχουν αποφασιστικούς σκοπούς, για να φθάσουν στην τελειότητα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το να μη φροντίζουν αυτοί για τις πληγές, με τις οποίες είναι πληγωμένοι, αλλά, νομίζοντας αυτές τις επιθυμίες και αποφάσεις της τελειότητας σαν να ήταν έργα και πράγματα, υπερηφανεύονται με διαφόρους τρόπους. Οπότε, μη θέλοντας να υποφέρουν στην πράξι κάτι το αντίθετο, ούτε το παραμικρό εμπόδιο ή ένα μικρό λόγο, χάνουν μετά από αυτό τον καιρό τους σε μεγάλες μελέτες αποφάσεων, αποφασίζοντας δηλαδή με το νού τους, να υποφέρουν μεγάλες δοκιμασίες για την αγάπη του Θεού. Και επειδή, όταν παίρνουν τις φαντασμένες αυτές αποφάσεις, δεν αισθάνονται καμμία θλίψι και αντίθεσι στο σώμα τους, γι αυτό νομίζουν οι ταλαίπωροι ότι βρίσκονται στο ύψος εκείνων των εναρέτων, που υποφέρουν μεγάλες δοκιμασίες έμπρακτα. Και δεν γνωρίζουν, Πως άλλα είναι τα λόγια και οι αποφάσεις και άλλα είναι τα έργα και η πραγματικότητα.
Λοιπόν, αν θέλης να αποφύγης, αδελφέ, αυτή την απάτη, αποφάσισε να πολεμάς με τους εχθρούς, που σε πολεμούν πραγματικά και από κοντά και έτσι θα γνωρίσης φανερά, αν οι αποφάσεις που παίρνεις, είναι αληθινές ή ψεύτικες· δυνατές ή αδύνατες· και έτσι θα βαδίσης στην αρετή και την τελειότητα, μέσα από τον δοκιμασμένο ασφαλή και βασιλικό δρόμο.
Εναντίον των εχθρών εκείνων, που δεν σε ενοχλούν προς το παρόν, δεν σε συμβουλεύω να κάνης πόλεμο, πάρα μόνο όταν πιθανά αντιληφθής ότι με την πάροδο του χρόνου θα σε πολεμήσουν. Γιατί με την πρόγνωσι και την προμελέτη μπορείς να προετοιμασθής με γενναίες αποφάσεις για να αντισταθής· και όταν έρθουν, μένουν άπρακτοι, αφού σε βρίσκουν προετοιμασμένο. Γι αυτό μη νομίσης ποτέ ότι οι αποφάσεις σου Πως να έγιναν και έργα και πράξεις κι αν ακόμη εξασκήθηκες στις αρετές για λίγο χρόνο με τους κατάλληλους τρόπους· αλλά σε αυτά ας είσαι ταπεινός και να φοβάσαι τον εαυτό σου και την αδυναμία σου· και ελπίζοντας στο Θεό, τρέξε σε αυτόν με συχνές δεήσεις για να σε δυναμώνη και να σε φυλάη από τους κινδύνους και μάλιστα από κάθε μικρή υπόληψι και ελπίδα του εαυτού σου. Γιατί αν εσύ είσαι κατά αυτό τον τρόπο ταπεινός στον εαυτό σου, πιθανόν να μην είσαι ελεύθερος τελείως από κάποια μικρά ελαττώματα (στα οποία σε αφήνει ο Θεός καμιά φορά για να σε κάνη να γνωρίσης την αδυναμία του εαυτού σου και για να φυλάξη σε σένα κάποιο καλό που έχεις), παρόλα αυτά, σου επιτρέπεται να επιθυμής και να παίρνης μεγάλες αποφάσεις, για να ανέβης σε ψηλότερο βαθμό τελειότητας.
Ο πόλεμος και η απάτη που χρησιμοποιεί ο διάβολος, για να εγκαταλείψουμε τον δρόμο της αρετής που βαδίζουμε. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΛΒ΄
Η τέταρτη απάτη με την οποία μας επιτίθεται ο πονηρός διάβολος, όταν μας δη ότι βαδίζουμε τον ευθύ δρόμο της αρετής, είναι οι διάφορες επιθυμίες, που ξεσηκώνει εναντίον μας, για να μας κάνη να ξεπέσουμε από την εκγύμνασι των αρετών στις κακίες. Γιά παράδειγμα, όταν ένας άρρωστος υποφέρη με υπομονετική θέλησι την αρρώστια του, ο εχθρός, που γνωρίζει ότι με τον τρόπο αυτόν μπορεί εκείνος να αποκτήση την συνήθεια της υπομονής, του παρουσιάζει μπροστά του πολλά καλά έργα, που θα μπορούσε να κάνη αν βρισκότανε σε άλλη κατάστασι και φροντίζει να τον πείση ότι αν ήταν υγιής, θα μπορούσε να υπηρετήση καλύτερα τον Θεό και να ωφελήση και τον εαυτό του και τους άλλους.
Αφού του βάλλει αυτές τις επιθυμίες, πηγαίνει σιγά σιγά, αυξάνοντάς τες κατά αυτό τον τρόπο, που τον κάνει να θορυβήται και να ταράζεται, γιατί δεν μπορεί να τις τελειώση, σύμφωνα με το θέλημά του. Και όσο του γίνονται μεγαλύτερες και δυνατώτερες οι παρόμοιες επιθυμίες, τόσο πιο πολύ αυξάνει και η ενόχλησις και η ταραχή της καρδιάς του· και μετά λίγο λίγο, με ικανότητα τον καταφέρνει ο εχθρός ώστε να μην υπομένη πλέον την αρρώστια του, όχι ως αρρώστια, αλλά ως εμπόδιο εκείνων των αρετών, που με πολλή όρεξι επιθυμεί να κάνη, για μεγαλύτερη ωφέλεια. Και αφού τον φέρει σε αυτό το σημείο, με πολλή ικανότητα του κλέβει από το νού εκείνο τον σκοπό που είχε για να υπηρετήσει καλύτερα τον Θεό και να αποκτήση περισσότερες αρετές. Και έτσι, άλλο δεν του αφήνει, παρά γυμνή και μόνη την επιθυμία του να ελευθερωθή από την αρρώστια. Επειδή όμως, σύμφωνα με την θέλησί του, δεν του περνά, συγχύζεται και ταράσσεται σε τέτοιο σημείο, που γίνεται εντελώς ανυπόμονος, και έτσι φθάνει ο άθλιος να πέση στην κακία της ανυπομονησίας, από την αρετή της υπομονής, που εξασκείτο από πριν χωρίς να το καταλαβαίνη καθόλου (68).
Ο τρόπος λοιπόν, για να αντισταθής σε αυτήν την απάτη του διαβόλου, είναι ο εξής: Όταν βρεθής σε αυτή την κατάστασι της αρρώστιας, που να ενοχλήσαι και να ταράσσεσαι, πρόσεχε καλά, να μη δέχεσαι ή να μην υποχωρής καθόλου στις επιθυμίες που τότε σου έρχονται, όσο καλές κι αν φαίνωνται. Γιατί, μη μπορώντας τότε να τις κάνης έργο, αναγκαστικά συγχύζεσαι και δεν ειρηνεύεις. Πρέπει λοιπόν, με κάθε ταπείνωσι, υπομονή και υποταγή να πιστεύης, Πως οι επιθυμίες σου αυτές, δεν μπορούν να πάρουν εκείνη την έκβασι και το τέλος που επιθυμείς, όντας εσύ περισσσότερο αδύνατος και αστήρικτος από εκείνο που εσύ λογαριάζεις· ή σκέψου ότι ο Θεός για τις κρυφές κρίσεις του ή και για τις αμαρτίες σου, δεν θέλει από σένα εκείνα τα καλά που επιθυμείς, αλλά καλύτερα θέλει να σε έχη ταπεινωμένο με την υπομονή, κάτω από το γλυκό και δυνατό χέρι της θελήσεώς του.
Έτσι παρόμοια και αν έχης κάποτε κανόνα από τον Πνευματικό σου για κανένα σου αμάρτημα και γι αυτό δεν μπορείς, όπως επιθυμείς, να ακολουθής με συνέπεια την κάθε ενέργεια που κάνεις για ευλάβεια, και ιδιαιτέρως την θεία Κοινωνία, μη συγχυσθής και ενοχληθής από την επιθυμία τους· αλλά αφού αποβάλης κάθε δικό σου θέλημα, φόρεσε εκείνο που αρέσει στο Θεό με πόνο καρδιάς, λέγοντας μέσα σου. Άχ, εάν το μάτι της θεϊκής πρόνοιας, δεν έβλεπε σε μένα αχαριστίες και ελαττώματα, εγώ βέβαια, δεν θα βρισκόμουν τώρα σε τέτοια αθλιότητα, να στερηθώ τη χάρι των αγιωτάτων Μυστηρίων γι αυτό, βλέποντας ότι ο Κύριος μου, μου φανερώνει με αυτό την αναξιότητά μου, υμνώ και δοξολογώ στους αιώνας το όνομά του, λέγοντας προς αυτό: «Φιλανθρωπότατε Δέσποτα· ελπίζοντας καλά στην αγαθότητά σου, αν και είμαι ανάξιος ο άθλιος να σε δεχθώ στην ψυχή μου με το μέσο των θείων Μυστηρίων, με όλα αυτά, δεν σταματώ με άλλον τρόπο να σου ανοίγω την καρδιά μου, για να μπαίνης πνευματικά σε αυτή, να την χαροποιής και να την δυναμώνης εναντίον των εχθρών, που θέλουν να την χωρίσουν από σένα· και παραμένω πάντα ευχαριστημένος για όλα εκείνα, που αρέσουν στα μάτια σου, Δημιουργέ μου και Σωτήρα μου· αυτό μόνο επιθυμώ, το θέλημά σου να είναι και τώρα και πάντα η τροφή μου και η δύναμίς μου· και αυτή μόνο την χάρι, πολυαγαπητέ μου, σου ζητώ· η ψυχή μου ελευθερωμένη από κάθε τι που δεν σου αρέσει, να μένη πάντα ντυμένη με την στολή των αγίων σου εντολών και ετοιμασμένη στο νοητό ερχομό σου και σε ό,τι άλλο επιθυμείς να μου δώσης».
Αν φυλάξης αυτές τις παραγγελίες, να είσαι σίγουρος, ότι κάθε επιθυμία του καλού, που εσύ δεν μπορείς να ολοκληρώσης, που προέρχεται είτε από την φύσι, είτε από τον διάβολο, που θέλει να σε ενοχλεί πάντα και να σε βγάζη πάντα από τον δρόμο της αρετής· ή και καμιά φορά από τον Θεό, για να δοκιμασθή η υποταγή σου στο θέλημά του· σε κάθε, λέγω, ανεκπλήρωτη επιθυμία σου, θα έχης πάντα αφορμή να ευχαριστής τον Θεό σου, όπως του αρέσει. Γιατί από αυτό αποτελείται η αληθινή ευλάβεια και η υπηρεσία που ζητάει ο Θεός από εμάς.
Γνώριζε ακόμη και αυτό, ότι ια να μην αγανακτής και χάνης την υπομονή στις θλίψεις και στους πειρασμούς που έρχονται, από όποιο μέρος και αν είναι, πρέπει να χρησιμοποιής εκείνα τα δίκαια και φρόνιμα μέσα, που συνηθίζουν να χρησιμοποιούν οι υπηρέτες του Θεού, δηλαδή, το να μη δίνης εσύ αφορμή σε αυτές, το να παρακαλής τον Θεό να σε ελευθερώνη από αυτές και άλλα παρόμοια· όχι όμως με τόση επιθυμία και αφοσίωσι ολοκληρωτική, για να ελευθερωθής από τις θλίψεις αυτές, αλλά γιατί θέλει ο Θεός να μεταχειριζώμαστε τα παρόμοια μέσα και όργανα (69). Γιατί, εμείς δεν γνωρίζουμε αν θέλη ο Θεός να μας ελευθερώση με τα μέσα αυτά από την θλίψι εκείνη. Οπότε αν συ κάνης αλλιώς, ζητώντας ολοκληρωτικά να ελευθερωθής από τις θλίψεις, θα γκρεμισθής σε πολλά κακά, και εύκολα θα πέσης στην ανυπομονησία, με το να μη γίνεται η ελευθερία αυτή σύμφωνα με την επιθυμία και την προσπάθειά σου· ή η υπομονή σου θα είναι ελαττωματική, και δεν θα είναι όλη αρεστή στο Θεό, αλλά θα είναι άξια μικρού μισθού.
Τέλος πάντων, σε πληροφορώ εδώ για μία κρυφή απάτη της φιλαυτίας, η οποία συνηθίζει να σκεπάζη τα ελαττώματά μας και με κάποιο τρόπο να τα αποκρούη όπως στο παράδειγμα· βρίσκεται κάποιος άρρωστος, λίγο υπομονητικός στην ασθένειά του, ο οποίος κρύβει την ανυπομονησία του με σκέπασμα κάποιου ζήλου φαινόμενης αρετής, λέγοντας Πως η λύπη του δεν είναι αληθινή ανυπομονησία για το μαρτύριο που υποφέρει από την ασθένεια, αλλά ότι λυπάται εύλογα, ή γιατί αυτός έδωσε την αφορμή για την ασθένεια, ή γιατί εκείνοι που τον υπηρετούν, αηδιάζουν από την ασθένειά του και δυσανασχετούν και βλάπτονται. Έτσι μπορεί να πή κανείς ότι και ο φιλόδοξος, που συγχύζεται για την δόξα που δεν πήρε, δεν αποδίδει την αφορμή της αποτυχίας στη δική του υπερηφάνεια και ματαιότητα, αλλά σε άλλες αφορμές και προφάσεις. Ότι δε η ρίζα της μικροψυχίας και συγχύσεως αυτών, δεν είναι γι άλλους ή γι άλλη αιτία, παρά γιατί αυτοί μισούν και αποστρέφονται εκείνο, που είναι αντίθετο με την επιθυμία τους, φανερό είναι· επειδή, ούτε ο παραπάνω άρρωστος φροντίζει και συγχύζεται, γιατί οι ίδιοι που τον υπηρετούν, κοπιάζουν το ίδιο ή αηδιάζουν και βλάπτονται για την ασθένεια κάποιου άλλου, παρά για μόνο τη δική του· ούτε ο φιλόδοξος, που αναφέρθηκε, συγχύζεται τόσο για άλλες θλιβερές υποθέσεις, που του τυχαίνουν, όσο γιατί απέτυχε να του δοθεί η θέσις που επιθυμούσε. Οπότε, εσύ, για να μη πέσης σε αυτό το σφάλμα και σε άλλα, υπόφερε πάντα με υπομονή κάθε κόπο και εκπαίδευσι, που θα σε ακολουθήση, από όποιου είδους αφορμή και αν είναι.
Η τελευταία απάτη, που χρησιμοποιεί ο διάβολος, για να μας γίνωνται αιτία κακίας οι αρετές που αποκτήσαμε. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΛΓ΄
Το πανούργο φίδι, δεν σταματάει ποτέ να μας πειράζη με τις πανουργίες και τις απάτες του, ακόμη και σε αυτές τις αρετές, που αποκτήσαμε, για να μας γίνωνται αυτές αιτίες φθοράς και κακίας· επειδή, συναρεσκόμενοι σε αυτές και στον ίδιο μας τον εαυτό, φτάνουμε να υψηλοφρονούμε, και υψηλοφρονούντες πέφτουμε (φεύ!) μετά από αυτά στην κακία και στο λάκκο της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας. Οπότε, για να φυλαχθής, αδελφέ, από αυτό τον κίνδυνο, συμμάζεψε όλο το νού σου στην καρδιά σου και πολέμα πάντα αυτό τον δαίμονα, σαν να κάθεσαι, σε μια πλατιά και ευρύχωρη πολεμήστρα, στην αληθινή και πολύ βαθιά γνώσι της μηδαμινότητας του εαυτού σου· σκεπτόμενος, Πως αληθινά δεν είσαι τίποτα άλλο, παρά το μηδέν, και Πως δεν μπορείς να κάνης τίποτα, και Πως δεν έχεις τίποτε άλλο, παρά ταλαιπωρίες, αρρώστιες, κακίες και ελαττώματα, και Πως δεν σου ταιριάζει τίποτα άλλο, παρά αιώνια καταδίκη. Και αφού βεβαιωθής σε αυτή την αλήθεια, μην αφήσης ποτέ το νού σου να ασχοληθή με τα εξωτερικά πράγματα του κόσμου, ούτε καν από ένα παραμικρό λογισμό ή γεγονός που θα σου τύχη, έχοντας βέβαιο και σίγουρο, ότι όλα τα εξωτερικά πράγματά σου είναι τόσο εχθρικά, που αν είχες παραδοθή στα χέρια τους, θα ήσουν σίγουρα νεκρός ή πληγωμένος.
Και για να γυμνάζεσαι καλά και να κρατάς καλά την ανωτέρω πολεμήστρα της αληθινής γνώσεως της μηδαμηνότητάς σου, χρησιοποίησε αυτό τον κανόνα: Όσες φορές φέρεις το νού σου στη σκέψι του εαυτού σου και των έργων σου, να υπολογίζης πάντα με εκείνο, που είναι δικό σου και όχι με εκείνο που είναι του Θεού και της χάριτός του· και έπειτα, πίστευε τον εαυτό σου τέτοιο, ό,τι είδους τον βρίσκεις Πως είναι με την δική σου δύναμι, για παράδειγμα· αν σκεφθής τον χρόνο, που ήταν πριν να δημιουργηθείς εσύ, θα δής ότι σε όλη εκείνη την άβυσσο της αιωνιότητας ήσουν ένα καθαρό μηδέν, ούτε μπορούσες να κάνεις τίποτα, για να λάβης την ύπαρξι· πάλι στον καιρό που έχεις την ύπαρξι, για μόνο την αγαθότητα του Θεού, αφίνοντας σε αυτόν το δικό του (το οποίο είναι η διαρκής πρόνοια, με την οποία κάθε ώρα σε φυλάει), τι άλλο είσαι, παρά ένα μηδέν; Γιατί δεν μένει καμμία αμφιβολία, ότι στο πρώτο σου μηδέν (από το οποίο σε τράβηξε με το παντοδύναμό του χέρι ο Θεός), θα μπορούσες να γυρίσεις αυτοστιγμεί, αν αυτός σε αφήση για μία μόνη στιγμή.
Είναι λοιπόν φανερό, ότι μένοντας σε αυτή τη φυσική ύπαρξι, με την δική σου δύναμι, δεν μπορείς ποτέ να υπολογίσης τον εαυτό για κάτι ή να θέλης να σε υπολογίζουν οι άλλοι.
Έπειτα, αν σταθής καλά στο «εύ είναι» της χάριτος, πρέπει να σκεφθής καλά Πως αν η δική σου φύσις γυμνωθή από την θεία βοήθεια και την χάρι, ποιό καλό και αξιόμισθο μπορεί ποτέ να κάνη αυτή μόνη της; Βέβαια, τίποτα. Ώστε μπορείς και συ να λες με τον Παύλο «δεν εκοπίασα εγώ αλλά η χάρις του Θεού που είναι μαζί μου» (Α΄ Κορ. 15,10). Έπειτα, σκεπτόμενος από την άλλη πλευρά τα πολλά σου περασμένα λάθη, και επιπλέον σε αυτά τα άλλα πάρα πολλά κακά που θα έκανες, αν ο Θεός δεν σε εμπόδιζε με το σπλαγχνικό του χέρι, θα βρής ότι οι παρανομίες σου με τον πολλαπλασιασμό, όχι μόνο των ημερών και των χρόνων, στους οποίους έγιναν, αλλά ακόμη και των κακών σου πράξεων και των συνηθειών και παθών σου (γιατί η μία κακία καλεί και παρασύρει στον εαυτό της την άλλη), οι παρανομίες σου, λέω, μπορούν να φθάσουν σε ένα αριθμό σχεδόν αμέτρητο και συ θα γινόσουν ένας άλλος καταχθόνιος εωσφόρος.
Οπότε, αν δεν θέλης να είσαι άρπαγας και κλέφτης της αγαθότητας και της δόξας του Θεού· επειδή όλα τα άλλα τα έδωσε ο Θεός και στα κτίσματά του, την δόξα όμως την κράτησε αυτός, για να δοξάζεται μόνος ως Δημιουργός όλων, γι αυτό λέει, «την δόξα μου δεν θα την δώσω σε άλλον» (Ησ. 42,8), αλλά θα μένης πάντα με τον Κύριό σου και να δοξάζης αυτόν μόνο, όπως είναι δίκαιο, σε κάθε σου πράξι αγαθή, ως αρχή και μέση και τέλος όλων των αγαθών, πρέπει να πιστεύης ότι εσύ είσαι ο κατώτερος και ο χειρότερος όλων των ανθρώπων (70).
Και γνώριζε καλά, ότι αυτή η κρίσις που κάνεις για τον εαυτό σου, δεν έχει καθόλου υπερβολή, για να έχης αφορμή και από αυτό να υπερηφανεύεσαι· αλλά είναι δίκαια και αληθινή, και στη συνέχεια, αιτία ταπεινώσεως, το Πως είσαι δηλαδή από όλους τους άλλους χειρότερος. Εάν όμως και συ νομίζεις Πως γνωρίζοντας την πονηριά σου, ξεπερνάς κατά αυτό κάποιον άλλο, που φαντάζεται κάποιος κάτι για τον εαυτό του· γνώριζε ότι υστερείσαι και συ πολύ και γίνεσαι χειρότερος από αυτόν, αν και θέλης να σε υπολογίζουν οι άνθρωποι και να νομίζεσαι από αυτούς ως τέτοιος (ως άνθρωπος που μπορούν να υπολογίζουν), ο οποίος γνωρίζεις ότι δεν είσαι στην πραγματικότητα.
Λοιπόν, αν θέλης η γνώσις της πονηριάς σου και της μηδαμηνότητάς σου να κρατά μακριά τους εχθρούς σου και να σε κάνη αγαπητό στο Θεό, είναι ανάγκη, όχι μόνο να περιφρονής τον εαυτό σου ως ανάξιο, και στη συνέχεια άξιο όλων των κακών, αλλά και να θέλεις να είσαι καταφρονημένος και από τους άλλους, αποστρεφόμενος τις τιμές, χαιρόμενος στις κατηγορίες και κάνοντας όλα εκείνα, που οι άλλοι που έχουν κοσμικό φρόνιμα περιφρονούν. Αυτών τη γνώμη και τα λόγια μη δεχθής καθόλου (71), ούτε να εγκαταλείψης αυτή την αγία πράξι της περιφρονήσεως του εαυτού σου, για να γίνεται αυτό από σένα, γι αυτόν και μόνο τον σκοπό της ταπεινώσεώς σου και όχι για να αρέσης στους ανθρώπους και να σε έχουν σε υπόληψι.
Εάν δε και τύχει καμιά φορά, να σε αγαπούν πολύ και να σε επαινούν άλλοι για κάποιο καλό που σου έδωσε ο Θεός, στάσου καλά μαζεμένος μέσα στον εαυτό σου και μη μετακινηθής καθόλου από την αληθινή γνώσι της μηδαμηνότητάς σου, που λέχθηκε παραπάνω, αλλά στρέψου πρώτα στον Θεό, λέγοντας προς αυτόν με όλη σου την καρδιά· «Ας μη γίνει ποτέ, Κύριέ μου, να γίνω κλέφτης της δικής σου τιμής και χάριτος· σε σένα πρέπει αίνος, τιμή και δόξα· σε μένα ντροπή». «Σε σένα, Κύριε, η δικαιοσύνη και σε μένα η ντροπή του προσώπου σου» (Δαν. 9,7)· «όχι σε μας Κύριε, όχι σε μας, αλλά δόξασε το όνομά σου» (Ψαλμ. 113,9). «Η δόξα δική σου και εγώ δικός σου δούλος» (Έσδρ. 4,29).
Μετά από αυτά γύρισε προς αυτόν που σε επαινεί, μιλώντας έτσι μέσα σου με τον λογισμό σου· από που αυτός με έχει για καλόν, αφού δεν είναι άλλος καλός και αγαθός παρά μόνος ο Θεός μου; «ουδείς αγαθός, ει μη εις ο Θεός» (Ματθ. 19,17). Γιατί, κάνοντας έτσι και αποδίδοντας στο Θεό το δικό του, θα κρατήσης μακριά τους εχθρούς και θα γίνης άξιος να δεχθής μεγαλύτερα χαρίσματα και ευεργεσίες από τον Θεό. Αλλά και όταν η ενθύμησις των καλών έργων και αρετών που κάνεις σε παρακινούν στην υπερηφάνεια, αμέσως σκέψου, Πως τα έργα αυτά είναι του Θεού και όχι δικά σου (72) και σαν να μιλάς με αυτά, πές:
«Εγώ δεν γνωρίζω Πως φανερωθήκατε και ήρθατε στο νού μου! Γιατί, εγώ δεν είμαι η αρχή σας, αλλά ο αγαθός Θεός και η χάρις του· εκείνος σάς δημιούργησε, σάς έθρεψε και σάς διαφύλαξε, λοιπόν αυτόν μόνον θέλω να γνωρίζω για αληθινό και αρχικό πατέρα και αίτιο, αυτόν να ευχαριστώ και σε αυτόν να αποδίδω κάθε έπαινο».
Έπειτα, σκέψου, Πως όλα τα έργα που έκανες, δεν έφτασαν την αναλογία και τη συμμετρία στο φως και στη χάρη που σου παραδόθηκε, για να γνωρίσης και να τα κάνης, αλλά Πως είναι πολύ ατελή και πολύ μακριά από εκείνο το καθαρό σκοπό και την πρέπουσα επιμέλεια, με την οποία έπρεπε να τα κάνης. Οπότε, αν σκεφθής καλά, περισσότερο πρέπει να ντρέπεσαι από τις αρετές σου, παρά να σου αρέσουν αυτές μάταια και να υπερηφανέυεσαι για αυτές. Γιατί είναι αληθινό, ότι οι φυσικές αρετές του Θεού, τις οποίες πρέπει να μιμούμαστε, αυτές από μόνες τους είναι καθαρές και πολύ τέλειες, μολύνονται κατά κάποιο τρόπο και μειώνονται από τις ατέλειες και ελλείψεις της δικής μας μιμήσεως (73).
Ακόμη, σύγκρινε τα έργα σου με εκείνα των αγίων και αληθινών φίλων και δούλων του Θεού και θα γνωρίσης, ότι τα μεγαλύτερα και καλύτερα έργα τα δικά σου, είναι πολύ τιποτένια και πολύ μικρής ή καθόλου τιμής, αν τα συγκρίνης πάλι με εκείνα τα έργα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που έκανε για σένα στα Μυστήρια της ζωής και του Σταυρού του (τα οποία να υπολογίσης όχι σαν έργα Θεού, αλλά καθ εαυτά μόνον ως έργα ανθρώπου) και αν σκεφθής την καθαρότητα της αγάπης του, την αναμαρτησία, με την οποία τα έκανε, θα γνωρίσης ότι όλα σου τα έργα και οι αρετές, είναι σχεδόν αμαρτίες και ακαθαρσίες. Γιατί γράφτηκε· «όλη η δικαιοσύνη μας είναι σαν βρώμικο ρούχο» (Ησ. 64,6)· ή πολύ περισσότερο, χειρότερες από το τίποτα.
Τελευταία, αν εξυψώσης τον νού σου στη θεότητα και στην άπειρη μεγαλειότητα του Θεού σου, «έμπροσθεν του οποίου, ουδέ ο ουρανός είναι καθαρός», όπως γράφτηκε (Ιώβ 15,15), και στην υπηρεσία και λατρεία που του πρέπει, θα δής καθαρά, ότι όχι υπερηφάνεια και υψηλοφροσύνη, αλλά μεγάλος τρόμος και φόβος πρέπει να σου δημιουργηθή σε κάθε σου έργο, όσο και αν είναι άγιο, όσο και αν είναι πολύ τέλειο και ότι μόνο χρεωστάς να πής με όλη σου την καρδιά στο Θεό, εκείνη την ταπεινή φωνή του Τελώνου· «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» (Λουκ. 18,13).
Ακόμη σου παραγγέλνω να μην είσαι εύκολος στο να φανερώνης τα χαρίσματα, που σου κάνει ο Θεός. Γιατί, αυτό σχεδόν πάντα, δεν αρέσει στο Θεό, καθώς ο ίδιος μας δίδαξε με την παρακάτω ιστορία.
Φανερώθηκε μια φορά ο Ιησούς Χριστός σαν είδος βρέφους, σε ένα ευλαβή και ενάρετο, και εκείνος γνωρίζοντας Πως ήταν ο Κύριος, τον παρεκάλεσε με απλότητα να του πή τον αγγελικό ασπασμό, καθώς συνηθίζεται να λέγεται από όλους, δηλαδή το, Θεοτόκε Παρθένε· άρχισε το πανάγιο εκείνο βρέφος να λέγη με προθυμία· «Χαίρε, Κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά σου· ευλογημένη συ εν γυναιξί». Και εδώ στάθηκε, και δεν θέλησε με τα υπόλοιπα λόγια να επαινέση τον εαυτό του και να πή: «Και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου». Επειδή όμως εκείνος τον παρακαλούσε να πή και τον παρακάτω στίχο και τα υπόλοιπα, αυτό εξαφανίσθηκε, αφίνοντας τον δούλο του σε μεγάλη χαρά. Και με το δικό του παράδειγμα, φανέρωσε σε αυτόν αυτή την ουράνια διδασκαλία, δηλαδή, το να μην επαινή ποτέ κανείς τον εαυτό του και τις χάρες που έχει. Λοιπόν, μάθε και συ να ταπεινώνεσαι και να μην επαινήσαι μόνος σου, γνωρίζοντας τον εαυτό σου και όλα τα έργα σου, Πως είναι ένα τίποτα. «Ας σε εγκωμιάζη ο γείτονας, και όχι το δικό σου στόμα, ξένος και όχι τα δικά σου χείλη» (Παροιμ. 27, 2).
Αυτό είναι το θεμέλιο όλων των αρετών (74)· ο Θεός μας δημιούργησε από το μηδέν και τώρα που είμαστε όντα εξ αιτίας του, θέλει να θεμελιώση όλη την πνευματική οικοδομή πάνω σε αυτή μας τη γνώσι, ότι δηλαδή, από μόνοι ας είμαστε ένα μηδέν και όσο περισσότερο εμβαθύνουμε σε αυτήν, τόσο περισσότερο θα μεγαλώση η οικοδομή· και όσο περισσότερο χώμα βγάζουμε από αυτό το βάθος, δηλαδή, όσο, περισσότερο γνωρίζουμε τα ελαττώματα και τις αθλιότητές μας, τόσο και ο θεϊκός αρχιτέκτονας θα βάλη πλέον στερεές πέτρες, για να αυξήση την πνευματική αυτή οικοδομή. Και μη νομίζης, παιδί μου, ότι μπορείς να εμβαθύνης κάποτε σε αυτή την γνώσι, όσο φτάνει. Γιατί αυτό είναι αδύνατο· μάλιστα, κάνε στον εαυτό σου αυτό τον λογαριασμό, ότι αν και ήταν δυνατόν να παραδοθή σε κανένα δημιούργημα τέτοιο πράγμα, δεν θα μπορούσε να βρεθή άλλο πιο βαθύ βάθος να ερευνήση, παρά η δική σου μηδαμiνότητα.
Από αυτή την γνώσι καλά βαλμένη στη πράξι, μπορούμε να έχουμε κάθε καλό· και χωρίς αυτήν είμαστε σχεδόν τίποτα, ακόμη και αν θέλαμε να κάνουμε τα έργα όλων των αγίων και να είμαστε απασχολημένοι πάντα με τον Θεό· ω μακάρια γνώσι, που μας κάνεις ευτυχισμένους στη γη και δοξασμένους στον ουρανό! ω φως που βγαίνεις από το σκοτάδι και κάνεις λαμπρές και καθαρές τις ψυχές! ω χαρά που δεν αναγνωρίζεσαι Πως λάπεις ανάμεσα στις ακαθασίες μας! ω μηδέν, το οποίο σαν γνωρισθής, μας κάνεις κυρίους του σύμπαντος! Δεν μπορώ να χορτάσω ποτέ, μιλώντας σου σχετικά με αυτό, αγαπητέ. Αν θέλης να επαινέσης τον Θεό, κατηγόρησε τον εαυτό σου και να επιθυμής να κατηγορήσαι από τους άλλους· ταπεινώσου σε όλους και κάτω από όλους, αν θέλης να υψώσης τον Θεό και τον εαυτό σου σ αυτόν. Αν επιθυμής να τον βρής, μην υψώνεσαι, γιατί αυτός φεύγει· ταπεινώνου και ταπεινώσου όσο μπορείς· και αυτός θα έλθη να σε βρή και να σε αγκαλιάση· και τόσο θέλει να σε δεχθή και ενωθή σφικτά μαζί σου με αγάπη, και τόσο πλέον αγαπητά, όσο περισσότερο εσύ ταπεινώνεσαι στα μάτια του και όσο θέλεις να ταπεινώνεσαι και από τους άλλους και όλοι να σε αποστρέφωνται, σαν ένα πράγμα συγχαμερό.
Λοιπόν, για την τόση χάρι, που σου κάνει, αδελφέ, ο Θεός, ο τόσο λυπημένος από τις αμαρτίες σου, για να σε ενώση με τον εαυτό του, κάνε και συ αυτό, το να νομίζης δηλαδή τον εαυτό σου ανάξιο και χειρότερο από όλους και μη παραλείπης συνεχώς, να ευχαριστής και να είσαι χρεώστης εκείνων, που γίνονται αφορμή να ταπεινώνεσαι· δηλαδή σε εκείνους που σε περιφρόνησαν ή και σε περιφρονούν συνέχεια. Και αν άθελά σου και με κακή όρεξι της καρδιάς σου, υποφέρεις τις περιφρονήσεις τους, όμως αγωνίσου όσο μπορείς, να μη δείχνης κανένα εξωτερικό σημάδι ότι σου κακοφαίνονται.
Και αν με όλες αυτές τις σκέψεις και λογαριασμούς, που είναι πολύ αληθινές, η πανουργία του διαβόλου και η αγνωσία και κακή κλίσι η δική μας, θα μπορούσαν να ήθελαν υπερισχύση σε μας, με τρόπο που οι λογισμοί της υψηλοφροσύνης να μη λείπουν από το να μας ενοχλούν και να πληγώνουν την καρδιά ας, ακόμη και τότε είναι καιρός κατάλληλος, τόσο περισσότερο να ταπεινωνώμαστε και να περιφρονούμε και να μισούμε τον εαυτό μας, όσο από την δοκιμή βλέπομε, Πως πολεμούμε, ναί, και αγωνιζόαστε με όλες μας τις δυνάμεις, για να λυτρωθούμε από αυτό· δεν μπορούμε όμως να ελευθερωθούμε από την τυραννία του, επειδή και πάσχουμε από τις ενοχλήσεις της υπερηφάνειας, η οποία έχει την ρίζα και αρχή στην μάταιη και καταραμένη υπόληψι του εαυτού μας και έτσι θα βγάλη από το πικρό φαρμάκι μέλι, υγεία από τις πληγές και ταπείνωσι από την ίδια την υπερηφάνεια.
Πηγή:Pistos.gr