Ο Ιησούς έδωσε παραγγελία στους μαθητές Του να τελούν τον τύπον του μυστικού δείπνου, γιατί έτσι θα λαμβάνουν το αίμα και το σώμα Του, όταν θα τελούσαν αυτό το μυστήριο. Επίσης έδωσε εξουσία στους μαθητές του να δεσμεύουν και να λύουν τις αμαρτίες, τους παρήγγειλε να διδάσκουν την αλήθεια του ευαγγελίου Του, τους έδωσε εξουσία να θαυματουργούν και τέλος τους έστειλε το Άγιο Πνεύμα και τους φώτισε και τους αγίασε και έτσι ενδυναμωμένοι οι άγιοι Απόστολοι, πορεύθηκαν και κύρηξαν τον Ιησού Χριστόν, τον Θεόν και την διδασκαλία των εντολών του.
Και πορευόμενοι στις πόλεις του κόσμου συνάντησαν ανθρώπουν ευλαβείς και πιστούς στον Θεό και άξιους της χάρης Του, και σ΄αυτούς τους δίκαιους ανθρώπους οι Αποστόλοι δίδαξαν τις εντολές του Θεού και ύστερα παρακάλεσαν τον Θεόν να χαρίσει και σ' αυτούς το Άγιο Του Πνεύμα, και έτσι έκαναν κι άλλους ανθρώπους Διακόνους, Ιερείς και Επισκόπους του Ευαγγελίου του Θεού. Και οι Ιερομένοι έχουν την ίδια ευθύνη και την ίδια χάρη με τους πρώτους αποστόλους, έχουν δηλαδή ευθύνη να διδάσκουν την αλήθεια και τις εντολές του Θεού, ενδυναμωμένοι από το Άγιο Πνεύμα και την δύναμη να θαυματουργούν και τη δύναμη να λύουν και να δεσμεύουν αμαρτίες!!! Αυτή είναι η δύναμη των ιερέων.
Περί του Ιερατικού αξιώματος
Στο κάστρο της Λαοδικείας ήταν ένας Ιερέας ευλαβής και φοβούμενος τον Θεόν• μιά νύκτα πήγε σ' αυτόν ο πρώτος του τόπου αναγκάζοντας τον να σηκωθή, να πάει να βαπτίση το παιδί του το νήπιον, διότι υπήρχε κίνδυνος να πεθάνη αυτό. Ο δε Ιερέας σαν το άκουσε αυτό σηκώθηκε αμέσως χωρίς καμμιά αμμέλεια και άρχισε από το κρεβάτι να λέει τις Ευχές του αγίου Βασιλείου για το Βάπτισμα• και έτσι πήγε στον τόπο όπου θα εβάπτιζε το παιδί• την ώρα δε, που φέρναν το νερό και το έλαιο, απέθανε το παιδί αβάπτιστο. Και παίρνοντας το ο Ιερέας εκείνος, το έβαλεν μπροστά στο Θυσιαστήριο, και είπε• εσένα του ομοδούλου μου Άγγελου του Θεού λέγω, με εκείνη την εξουσία που μας έδωσε ο Χριστός, να δέσουμεν και να λύσουμε όσα βρίσκονται στη γη και τον ουρανό, δώσε την ψυχή του παιδιού στο σώμα, ώστε να βαπτισθή• διότι δεν νομίζω, να σε πρόσταξε ο Θεός, να πάρης αυτή τη ψυχή αβάπτιση• διότι γνωρίζει ο Δεσπότης σου και Δεσπότης μου, οτι δεν αμέλησα, αλλά την ώρα που εξύπνησα, με τη φωνή του πατέρα του παιδιού, αμέσως άρχισα την Ευχή του Βαπτίσματος. Αυτά λέγοντας ο ιερέας στον Άγγελο, αναστήθηκε το παιδί, ερχόμενη η ψυχή από τον Άγγελο στο σώμα• και όταν το εβάπτισεν ο Ιερέας, τότε πάλι εκοιμήθη εν Κυρίω• και παρέλαβεν ο Άγγελος βαπτισμένην την ψυχή του παιδιού. Τούτο είναι άξιον να μας φανερώση το αξίωμα της Ιερωσύνης• πως εάν στους Αγγέλους έχη δύναμη και το ευλαβούνται, πόσω μάλλον στους ανθρώπους να μήν είναι άξιον και δυνατόν να λύει και να δένει.
Περί του Ιερατικού αξιώματος
Στο κάστρο της Λαοδικείας ήταν ένας Ιερέας ευλαβής και φοβούμενος τον Θεόν• μιά νύκτα πήγε σ' αυτόν ο πρώτος του τόπου αναγκάζοντας τον να σηκωθή, να πάει να βαπτίση το παιδί του το νήπιον, διότι υπήρχε κίνδυνος να πεθάνη αυτό. Ο δε Ιερέας σαν το άκουσε αυτό σηκώθηκε αμέσως χωρίς καμμιά αμμέλεια και άρχισε από το κρεβάτι να λέει τις Ευχές του αγίου Βασιλείου για το Βάπτισμα• και έτσι πήγε στον τόπο όπου θα εβάπτιζε το παιδί• την ώρα δε, που φέρναν το νερό και το έλαιο, απέθανε το παιδί αβάπτιστο. Και παίρνοντας το ο Ιερέας εκείνος, το έβαλεν μπροστά στο Θυσιαστήριο, και είπε• εσένα του ομοδούλου μου Άγγελου του Θεού λέγω, με εκείνη την εξουσία που μας έδωσε ο Χριστός, να δέσουμεν και να λύσουμε όσα βρίσκονται στη γη και τον ουρανό, δώσε την ψυχή του παιδιού στο σώμα, ώστε να βαπτισθή• διότι δεν νομίζω, να σε πρόσταξε ο Θεός, να πάρης αυτή τη ψυχή αβάπτιση• διότι γνωρίζει ο Δεσπότης σου και Δεσπότης μου, οτι δεν αμέλησα, αλλά την ώρα που εξύπνησα, με τη φωνή του πατέρα του παιδιού, αμέσως άρχισα την Ευχή του Βαπτίσματος. Αυτά λέγοντας ο ιερέας στον Άγγελο, αναστήθηκε το παιδί, ερχόμενη η ψυχή από τον Άγγελο στο σώμα• και όταν το εβάπτισεν ο Ιερέας, τότε πάλι εκοιμήθη εν Κυρίω• και παρέλαβεν ο Άγγελος βαπτισμένην την ψυχή του παιδιού. Τούτο είναι άξιον να μας φανερώση το αξίωμα της Ιερωσύνης• πως εάν στους Αγγέλους έχη δύναμη και το ευλαβούνται, πόσω μάλλον στους ανθρώπους να μήν είναι άξιον και δυνατόν να λύει και να δένει.
Απο τους λόγους του Αναστασίου Του Σιναΐτου περί Ιεροσύνης
Ο ιερέας πρέπει να μοιάζη περισσότερο με άγγελο, παρά με άνθρωπο. Γι' αυτό και ο αληθινός ιερέας, προσπαθεί να εφαρμόζη παντού και πάντοτε το θέλημα του Θεού. " Λειτουργοί αυτού οι ποιούντες το θέλημα Αυτού " (Ψαλμ 102,21) Αλίμονο στον ιερέα, που τελεί τη Θεία Λειτουργία με αμέλεια, προχειρότητα, βιασύνη και διασκορπισμένο τον νου του στα μάταια και βιοτικά. Ισχύει τότε γι' αυτόν ο φοβερός λόγος του Κυρίου: " επικατάρατος ο ποιών τα έργα Κυρίου αμελώς" ( Ιερ. 31,10) Όλη η ζωή του ιερέα πρέπει να είναι ένα ζωντανό υπόδειγμα αγάπης, ανεξικακίας, ταπείνωσης, υπομονής, προσφοράς και θυσίας. Με όλη την ύπαρξη του ο ιερέας οφείλει να ορθοτομή παντού και πάντοτε με τον λόγο της Αλήθειας.Ο ιερέας δεν διδάσκει μόνο με τους λόγους του. Διδάσκει κυρίως με το παράδειγμα του.
Ο ιερέας είναι συνεργός του Θεού ( Α Κορ. 3,9) και υπηρέτης και οικονόμος των Μυστηρίων Του ( Α Κορ. 4,1). Για μας τους αμαρτωλούς και μηδαμινούς δεν υπάρχει πιο μεγάλη δωρεά του Θεού από το να συγκαταβαίνη να Τον υπηρετούμε στο άγιο Του Θυσιαστήριο.
Γέροντος Γερμανού Σταυροβουνιώτου
Ο λειτουργός ενώπιος ενωπίω
Ο άγιος Ιωάννης, αναφερώμενος στη διακονία του ιερέως και στο άγιο Θυσιαστήριο, μας αποκαλύπτει τα λειτουργικά του βιώματα.Ο πραγματικός λειτουργός της θείας Λειτουργίας είναι ο Χριστός: Εκείνος ο οποίος ιερούργησε την θεία Ευχαριστία "σ' εκείνο το μυστικό Δείπνο, αυτός τελεί και τώρα τα Μυστήρια αυτά. Εμείς οι ιερείς έχουμε θέση υπηρετών. Εκείνος που τα αγιάζει και τα μεταβάλλει είναι ο Χριστός."Ο λειτουργός, αφιερώνοντας τον εαυτό του στον Χριστό, γίνεται όργανο του Χριστού, ίσταται στον τόπο του Χριστού.
Ο ιερεύς λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, στέκεται μαζί με τους Αγγέλους, δοξολογεί τον Θεό μαζί με τους Αρχαγγέλους, αναπέμπει τις θυσίες στο ουράνιο Θυσιαστήριο, ιερουργεί μαζί με τον Χριστό.
Και συνεχίζει:
" Γνωρίζω καλά τίνος υπηρέτες είμαστε, που βρισκόμαστε και που στέλνουμε τους ανθρώπους". Ο ιερεύς βρίσκεται στ γη και κινείται στον ουρανό. Στέκεται ανάμεσα στην γή και τον ουρανό, ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό: " Μέσος του Θεού και της των ανθρώπων φύσεως έστηκεν ο ιερεύς, τας εκείθεν τιμάς κατάγων πρός ημάς και τας παρ ημών ικετηρίους ανάγων εκεί". Η τέλεση της Θείας Ευχαριστίας τοποθετεί τον λειτουργό στον ουρανό: Ο θρόνος της ιερωσύνης είναι τοποθετημένος στους ουρανούς", γράφει ο θεοφόρος Χρυσόστομος. Διότι "όταν ο ιερεύς καλεί το Άγιο Πνεύμα και επιτελεί την φρικτή αυτή θυσία και συνεχώς αγγίζει τον κοινό Δεσπότη όλων, που να τον κοιτάξουμε, πες μου; Και πόση καθαρότητα και ευλάβεια πρέπει να απαιτήσουμε από αυτόν;"
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μας περιέγραψε την εικόνα του ουρανοφάντορος Βασιλείου ως λειτουργού, όπως τον είδε ο αιρετικός βασιλιάς Ουάλης την ημέρα που επέστρεψε στην ποίμνη του Χριστού: " Όταν εισήλθε ο Ουάλης μέσα στον Ναό άκουσε βροντώδη ψαλμωδία, είδε το πλήθος του λαού και όλη την ιεροπρέπεια, κοντά στο άγιο Βήμα και εκεί γύρω, αγγελική μάλλον παρά ανθρώπινη• είδε τον μέγα Βασίλειο όρθιο μπροστά του λαού, όπως ο λόγος της αγίας Γραφής περιγράφει τον Σαμουήλ, ασάλευτο στο σώμα, στό βλέμμα και στον νου ..., προσηλωμένον στον Θεό και στο Άγιο Βήμα, και τους γύρω του να στέκονται με φόβο και σεβασμό" Έτσι λειτουργούν οι Άγιοι. Έτσι και ο θείος Χρυσόστομος ιερουργούσε "το θαύμα των μυστηρίων". Ενώπιον του αγίου Θυσιαστηρίου ζούσε το μυστήριο της αγάπης του Θεού. Εδέχετο την θεία Αγάπη από τον Ουρανό και την προσέφερε στα παιδιά του στη γη. Επομένως η ζωή του, ο λόγος του και το μαρτύριό του είναι η καλύτερη ερμηνεία της θείας Λειτουργίας. Διότι η θεία Λειτουργία, δηλαδή ο Χριστός, ήταν η ζωή του. Και η ζωή του ήταν μια διαρκής θεία Λειτουργία και Ευχαριστία του Θεού.
Προετοιμασία του λειτουργού
Ο ιερεύς είναι λειτουργός και διάκονος του μυστηρίου της σωτηρίας του ανθρώπου. Με την διακονία του ο άνθρωπος αποχωρίζεται από τον κόσμο της αμαρτίας και οδηγείται στο Θεό. Σκοπός της ιερατικής διακονίας είναι " να δώση φτερά στη ψυχή, να την αρπάξει από τον κόσμο και να την δώση στο Θεό... Να βάλει, με τη χάρι του Αγίου Πνεύματος, τον Χριστό να κατοικήσει στις καρδιές των πιστών.... και να θεοποιήσει τον άνθρωπο". Ο άνθρωπος, με τη συμπαράσταση του λειτουργού του Θεού, υψώνεται στην "άνω μακαριότητα".
Η ιερατική διακονία είναι η ενσάρκωση του προφητικού κηρύγματος: " Αδελφοί "πλησιάστε τα αιώνια όρη"
Με τη διακονία του ο ιερεύς φανερώνει στον κόσμο την καινούργια ζωή που μας έφερε ο Χριστός, δηλαδή τη ζωή Του. Και επειδή η θεία Λειτουργία είναι το μυστήριο τε το οποίο η ζωή του Χριστού προσφέρεται στους πιστούς, είναι ταυτόχρονα και το κέντρο της ιερατικής διακονίας.Το πρώτο βήμα που οδηγεί τον ιερέα στο άγιο Θυσιαστήριο είναι η ανεξικακία και η αγάπη. Αυτό ζητά από τον λειτουργό Του ο Χριστός:" Εάν προσφέρης το δώρον σου στο θυσιαστήριο και εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίων σου, άφησε εκεί το δώρο σου μπροστά από το θυσιαστήριο και πήγαινε πρώτα να αλλάξεις την κακία που επικρατεί μεταξύ σας σε καλωσύνη και μετά έλα πίσω και πρόσφερε το δώρο σου"
Εκπλήσσεται ο θείος Χρυσόστομος από την αγάπη του Χριστού: " Ω της αγαθότητας! Ω της φιλανθρωπίας η υπέρβολή! Καταφρονεί τις τιμές του κόσμου για να υπάρχει αγάπη στον πλησίον" Ας διακοπεί η δική μου λατρεία, μας λέγει ο Χριστός, για να διατήρηθεί η μεταξύ σας αγάπη. " Είναι κι αυτή θυσία προς τον Θεόν, η καταλλαγή με τον αδελφόν". Κατά τον ιερό Χρυσόστομο ο Θεός θέλει να μας δείξει " ότι πολύ τιμά ο Ίδιος την αγάπη και την θεωρεί θυσία ανώτερη από κάθε άλλη θυσία ... Διότι η Τράπεζα της ευχαριστίας δεν δέχεται όσους μισούνται μεταξύ τους"
Στο Λειμωνάριον αναφέτεται η ακόλουθη διήγηση:
" Στο νισή Κύπρον βρίσκεται κάποια πόλη, ονομαζόμενη Αμαθούντα, στην οποία έγινεν Επίσκοπος ο αγιώτατος Ιωάννης, του οποίου τα ένθεα κατορθώματα και την τόση αγάπην και αμνησικακίαν του, δεν μπορεί να διηγηθή κανείς. Είχεν αυτός κάποιον διάκονον και επιστάτη της επισκοπής ... Σε ένα διάλογο μαζί με τον Επίσκοπο και συναρπαζόμενος ο διάκονος έβρισε κατά πρόσωπο τον Επίσκοπο, ημέραν εορτής, όταν έμελλε να λειτουργήση. Όταν δε ήλθε η ώρα του ασπασμού, για να αναλάβουν και να ιεροφορέσουν, ο διάκονος ντροπιασμένος για τα λόγια που είτε προς τον Επίσκοπον, δεν ήθελε να συλλειτουργήση.
Τότε ο Επίσκοπος αναζήτησεν σαν καλός ποιμένας το πλανώμενο πρόβατο λέγωντας: " Σήμερα δεν γίνεται λειτουργία εαν δεν έλθη εδώ ο διάκονος Επιφάνιος".Όταν ήλθε ο διάκονος, τον ασπάσθηκε αυτόν ο καλός ποιμένας και του έκαμεν μετάνοια σαν να έφταιξεν αυτός. Έπειτα αφού ιεροφόρησαν, ώρισε να του δοθή το ριπίδιο για να συμπαραστή μαζί μ' αυτόν στην ιεράν Λειτουργία. Μετά την απόλυση, κάλεσε τον διάκονο στο γεύμα και μετά το φαγητό του φιλοδώρησεν ένα στιχάριον ολομέταξον δώδεκα νομισμάτων και έτσι τον άφησε να πάει ειρινικά. Οι συγγενείς του Επισκόπου γόγγυζαν λέγοντας του: " Αν δεν δείξης φοβερισμόν στους αυθάδεις, όλοι θα σε καταφρονούν στο τέλος".
Ο άνθρωπος του Θεού αντιλέγωντας τους με πρόσωπο ηγεμονικό τους έκανε παρατήρηση λέγοντας τους:
" Εσείς δεν ξέρετε τι λέτε, χωρίς να ξέρετε οτι ο Κύριος εξεφτελιζόμενος, δεν εξεφτέλιζε, χτυπημένος δεν αναπέδιδε το χτύπημα... Πιστεύψετε, παιδιά μου, οτι εγω έχω συνήθεια όταν προσφέρω την αναίμακτη λατρεία, πριν αρχίσω την προσκομιδή, κάνω δέηση προς τον Θεό για να γίνω εγώ ταπεινός και για εσάς. Σήμερα όμως την ώρα που άρχισα την ευχή, προσευχήθικα πρώτα με δάκρυα για να καθαρίσω στον Θεό τον διάκονο να του συγχωρέση και ευθύς είδα την χάρη του Θεού να επικάθεται άνωθεν του Θυσιαστηρίου. Εάν λοιπόν θέλετε και σείς να αξιωθείτε παρόμοια οπτασία, προσφέρετε τέτοιες θυσίες στον Θεό ειλικρινώς με αμνησικακία, διότι άλλος σύντομος δρόμος που μας φέρνει κοντά στον Θεό δεν υπάρχει".
Ο λειτουργός προτού προσφέρει την ευχαριστιακή θυσία οφείλει να θυσιάσει τον εαυτό του:
" Κανείς δεν είναι άξιος του μεγάλου Θεού και Θύματος και Αρχιερέος, εάν δεν παρέστησε στον Θεό πρώτα θυσία ζωής, αγίαν"
Αυτή η θυσία καθαρίζει το σώμα και τη ψυχή του λειτουργού. Και ο Θεός ευαρεστείται στη θυσία που προσφέρουν αγνά χέρια και καθαρά " και νους υψηλός (προς τα Θεία) και αγνισμένος".
Ο ιερέας ο οποίος πλησιάζει τα άγια Μυστήρια χωρίς προηγουμένως να έχει θυσιάσει τον εαυτό του, δεν πλησιάζει το φώς το αληθινό, αλλά φωτία που θα τον κατακάψει:
" Εσύ που καταξιώθηκες της θείας και σεβάσμιας ιερωσύνης, γράφει ο όσιος Θεόγνωστος, οφείλης πριν από όλα να έχεις θυσιάσει τον εαυτό σου με τον θάνατο των παθών και τότε να τολμάς να εγγίζεις την ζωηφόρο και φρικτή θυσία, αν δεν θέλεις να κατακαείς από το θείο πυρ σαν εύφλεκτο υλικό".
Τον εαυτό μας λοιπόν τον θυσιάζουμε με τον θάνατο των παθών, δηλαδή με την μετάνοια. Η οδός της θυσίας είναι η οδός της μετάνοιας. Γι' αυτό ο όσιος Θεόγνωστος συμβουλεύει τον λειτουργό:
" Αφού γίνεις πιο λευκός από το χιόνι, χύνοντας ποταμούς δακρύων, τότε με συνείδηση που λευκάνθηκε μέσα από την καθαρότητα, άγγιξε τα άγια ώς άγιος". " Διότι αυτοί οι οποίοι λειτουργούν τον πάναγνο Θεό, πρέπει να είναι άγιοι".
Το βράδυ που προηγείται της θείας Λειτουργίας ο λειτουργός μόνος του, ενώπιος Ενωπίω, καθαρίζει την καρδιά του από αισθήματα που διώχνουν την αγάπη. Νηστεύει από λογισμούς πονηρούς και από τροφές. Αγρυπνεί. Το πρωι, μέσα στο Ναό, θα ζητήσει την εξ ύψους δύναμη για να προσεγγίσει το άγιο Θυσιαστήριο και να μπορέσει να πει στον Κύριο:
" Έτοιμη η καρδία μου ο Θεός, έτοιμη η καρδία μου• άσομαι και ψάλω εν τη δόξη μου
" Κανείς δεν είναι άξιος του μεγάλου Θεού και Θύματος και Αρχιερέος, εάν δεν παρέστησε στον Θεό πρώτα θυσία ζωής, αγίαν"
Αυτή η θυσία καθαρίζει το σώμα και τη ψυχή του λειτουργού. Και ο Θεός ευαρεστείται στη θυσία που προσφέρουν αγνά χέρια και καθαρά " και νους υψηλός (προς τα Θεία) και αγνισμένος".
Ο ιερέας ο οποίος πλησιάζει τα άγια Μυστήρια χωρίς προηγουμένως να έχει θυσιάσει τον εαυτό του, δεν πλησιάζει το φώς το αληθινό, αλλά φωτία που θα τον κατακάψει:
" Εσύ που καταξιώθηκες της θείας και σεβάσμιας ιερωσύνης, γράφει ο όσιος Θεόγνωστος, οφείλης πριν από όλα να έχεις θυσιάσει τον εαυτό σου με τον θάνατο των παθών και τότε να τολμάς να εγγίζεις την ζωηφόρο και φρικτή θυσία, αν δεν θέλεις να κατακαείς από το θείο πυρ σαν εύφλεκτο υλικό".
Τον εαυτό μας λοιπόν τον θυσιάζουμε με τον θάνατο των παθών, δηλαδή με την μετάνοια. Η οδός της θυσίας είναι η οδός της μετάνοιας. Γι' αυτό ο όσιος Θεόγνωστος συμβουλεύει τον λειτουργό:
" Αφού γίνεις πιο λευκός από το χιόνι, χύνοντας ποταμούς δακρύων, τότε με συνείδηση που λευκάνθηκε μέσα από την καθαρότητα, άγγιξε τα άγια ώς άγιος". " Διότι αυτοί οι οποίοι λειτουργούν τον πάναγνο Θεό, πρέπει να είναι άγιοι".
Το βράδυ που προηγείται της θείας Λειτουργίας ο λειτουργός μόνος του, ενώπιος Ενωπίω, καθαρίζει την καρδιά του από αισθήματα που διώχνουν την αγάπη. Νηστεύει από λογισμούς πονηρούς και από τροφές. Αγρυπνεί. Το πρωι, μέσα στο Ναό, θα ζητήσει την εξ ύψους δύναμη για να προσεγγίσει το άγιο Θυσιαστήριο και να μπορέσει να πει στον Κύριο:
" Έτοιμη η καρδία μου ο Θεός, έτοιμη η καρδία μου• άσομαι και ψάλω εν τη δόξη μου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου