Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

Τα όπλα του Χριστιανού, του π Γεωργίου Μεταλληνού

   Ευρισκόμεθα στο τέλος του πρώτου μέρους του Τριωδίου και από αύριο εισερχόμεθα στο δεύτερο μέ­ρος του, την Μ. Τεσσαρακοστή. Μας δίδαξε ήδη ή Εκκλησία μας την αρετή της ταπεινοφροσύνης, ως βασική προϋπόθεση της μετανοίας, κατά την Κυρια­κή του Τελώνου και Φαρισαίου. Μας βεβαίωσε την πραγματικότητα της σωτηρίας, όταν υπάρχει ειλικρι­νής μετάνοια, κατά την Κυριακή του Ασώτου. Και τέ­λος μας προέβαλε ανάγλυφο τον λόγο, για τον όποιο έχουμε ανάγκη μετανοίας και επιστροφής, το γεγονός δηλαδή της παγκοσμίου Κρίσεως, κατά την Κυριακή της Απόκρεω. Επειδή δε η Μ. Τεσσαρακοστή είναι περίοδος πνευματικοσωματικής προετοιμασίας και ει­σαγωγής στο πάθος του Χριστού μας, μας υπενθυμίζει ή Εκκλησία σήμερα ένα σοβαρό και θλιβερό γεγο­νός, πού έγινε αιτία να έλθει ό Χριστός στον κόσμο και να πάθει. Μας υπενθυμίζει την έξωση του ανθρώ­που από τον Παράδεισο.
2.   Όταν ό σημερινός άνθρωπος ακούει έξωση από τον Παράδεισο, το θεωρεί αστείο. Του φαίνεται «ωσεί λήρος» ό λόγος αυτός. Εάν μάλιστα είναι κάποιος «φιλελεύθερος» και προοδευτικός θεολόγος, θα δεχθεί το πράγμα με έννοια αλληγορική, μεταφορική.
Είναι παρατηρημένο, πώς, όσον αφορά στην Άγια Γραφή, ό­σα μάς συμφέρουν τα παίρνουμε κατά γράμμα. Σ' όσα όμως (νομίζουμε πώς) δεν μάς συμφέρουν, δίνουμε άληγορική ερμηνεία. Παρ' όλ' αυτά είναι και η έξωση εκ του Παραδείσου ένα από τα γεγονότα εκείνα, πού δεν επιδέχονται αλληγορική ερμηνεία, γιατί είναι αλήθειες. Ή έξωση απ' τον Παράδεισο είναι το γεγονός του πνευματικού θανάτου του ανθρώπου, του χωρισμού του από τον Θεό διά της αμαρτίας. Το τραγικότερο δε σημείο της γνωστής αγιογραφικής διηγήσεως (Γεν. κεφ. γ') είναι ότι, ενώ εδόθη από τον Θεό στον άνθρω­πο η δυνατότητα της μετανοίας μέσα στον Παράδεισο, ακόμη, ο άνθρωπος δεν θέλησε να παραδεχθεί την πτώ­ση του. Απλώς μεταβίβασαν την ευθύνη ο Αδάμ στην γυναίκα και η γυναίκα στο φίδι. Ή πτώση του ανθρώπου, λοιπόν, υπήρξε φυσική, γεγονός της φύσεώς του, πτώση καθαρά δική του και όχι αποτέλεσμα δήθεν της θείας αυστηρότητας. Έπεσε δε ό άνθρωπος όχι μόνο γιατί έσφαλε, αμάρτησε, αλλά κυρίως γιατί δεν μετα­νόησε. Δεν παραδέχθηκε την αμαρτία του. Ναι, αδελφοί μου! Κραυγάζει απεγνωσμένα ή λεγομένη επιστή­μη, και ωρύεται, για να μάς πείσει ότι ό άνθρωπος προ­έρχεται από τον πίθηκο, με απώτερο βέβαια σκοπό να αμφισβητηθεί η θεϊκή δημιουργία μας. Δεν χρειαζόμεθα όμως άλλην απόδειξη, για ν' αποδειχτεί ή πτώση μας. Ρωτήστε ένα παιδάκι: γιατί το έκαμες αυτό; Και θα πάρετε την απάντηση: Δεν το έκαμα εγώ, ό (τάδε) το έκαμε... Αυτή η μεταβίβαση της ευθύνης δεν αποδεικνύει την καταγωγή μας από τούς Πρωτοπλάστους και την αλήθεια της αγιογραφικής διηγήσεως;
3. Ή πτώση, λοιπόν, του πρώτου ανθρώπου -και μέσω αυτού ολοκλήρου της ανθρωπότητας- υπήρξε ή αίτια της ελεύσεως του Χρίστου μας στον κόσμο. Για να μας οδηγήσει και πάλι «εκ του θανάτου εις την ζωήν». Ό Χριστός όμως χειραγωγεί τον άνθρωπο διά της οδού της μετανοίας και της ολοκληρωτικής αφοσιώσεως στον Θεό. Γι' αυτό είναι τόσον έντονος ό λό­γος περί μετανοίας την Μ. Τεσσαρακοστή. Γιατί χω­ρίς αναγνώριση της πτώσεως και ειλικρινή επιστρο­φή δεν επιτυγχάνει ό άνθρωπος τον εξαγιασμό του, την ένωσή του με τον Θεό στο πρόσωπο του Ιησού Χρίστου, του αληθινού Υιού Του.
Πόσοι όμως βλέπουν έτσι την Μ. Τεσσαρακοστή σήμερα; Για τους περισσοτέρους μας έχει ισοπεδωθεί κάθε διάθεση πνευματικής ανατάσεως. Και το χειρό­τερο είναι ότι δεν αρκείται ο κατ' όνομα χριστιανι­σμός της εποχής μας στα έργα της ασωτίας του, αλλά έχει το θράσος ν' απαιτεί να τα αναγνωρίσει και ή Εκ­κλησία, ο Χριστός, να προσαρμοσθεί το Ευαγγέλιο στις διαθέσεις και τα μέτρα του... Γι' αυτό από τον α­ποπροσανατολισμένο χριστιανικά κόσμο ποιμένας θε­ωρείται όποιος θα παραδεχθεί, έστω και «φιλοσοφι­κά», τον Καρνάβαλο και την ασωτία του, και όχι ό­ποιος ευαγγελικά θα υποδείξει τις ανυπολόγιστες ηθι­κές συνέπειες των ρωμαϊκών οργίων, πού με το ένδυ­μα της ψυχαγωγίας επιζούν και στην εποχή μας.
Η μετάνοια του ανθρώπου, για την οποία θα είναι από σήμερα βασικά ό λόγος, δεν είναι μια στιγμιαία αλλαγή καταστάσεως. Μια απλή μετάβαση από τα έρ­γα του σκότους στα έργα του φωτός. Μετάνοια είναι μια συνεχής διαδικασία, πού παρασταίνεται σχηματι­κά με μια σειρά αυξομειουμένων καμπυλών. Είναι ένα πεδίο μάχης εναντίον εχθρού, πού από την στιγμή της
πτώσεως διεκδικεί στην ψυχή του ανθρώπου. Είναι α­διάκοπη προσπάθεια για το ξερίζωμα της κακής επι­θυμίας, πού αποτελεί και την ρίζα της αμαρτίας. Δεν αμαρτάνει το σώμα. Δεν νηστεύουμε, για να το εξουθε­νώσουμε. Το σώμα επλάσθη καλό και άγιο. Η ψυχή φταίει. Γιατί σ' αυτήν ριζώθηκε η κακή επιθυμία. Εγκρατευόμεθα, λοιπόν, για να εξουθενωθεί η επιθυμία.
4. Όπως όμως σε κάθε αγώνα, έτσι και στον πνευ­ματικό, πού είναι ό ταχύτερος και αποφασιστικότερος, γιατί έχει διαστάσεις αιώνιες, χρειάζονται τα κα­τάλληλα όπλα. Αυτά τα όπλα μας υποδεικνύουν σήμε­ρα και η αποστολική (Ρωμ. ιγ' 13 έ.) και ή ευαγγελική περικοπή. «Όπλα του φωτός» τα ονομάζει ό Απ. Παύ­λος. Και τα παρουσιάζει. Τα όπλα πού υποδεικνύει ο Απόστολος είναι κυρίως τα αμυντικά. Η εκρίζωση των παθών. Η θανάτωση των σκοτεινών εκείνων αντι­πάλων, πού συντελούν στην αποξένωση μας από τον Θεό. Τα επιθετικά μας όπλα τα παρουσιάζει εντονότερα η ευαγγελική περικοπή. Είναι η συγχωρητικότητα προς τους συνανθρώπους μας. Η αληθινή νηστεία, ό­χι δηλαδή απλή αποχή από τροφές, αλλά και πνευμα­τική, αποχή από πάθη. Και τέλος η προσκόλλησή μας στον Θεό, ως τον μοναδικό θησαυρό μας. Χωρίς τα όπλα αυτά η διεξαγωγή του πνευματικού μας αγώνος είναι αδύνατη. Είναι ακατόρθωτη και η βίωση του μηνύματος της Μ. Τεσσαρακοστής. Και η Εκκλη­σία επιμένει να απευθύνει το προσκλητήριο αυτό και σήμερα, όπως κάνει αδιάκοπα δύο χιλιάδες χρόνια. Γιατί τα έργα του σκότους η του φωτός δεν προσδιο­ρίζονται από τις εποχές, αλλ’ από την ψυχή του ανθρώπου, πού μένει σε κάθε εποχή η ιδία. Θέλετε ένα παράδειγμα της αλήθειας αυτής;
Ένας νέος, σοφός και κοσμικός με όλη τή σημα­σία της λέξεως, ένας «σύγχρονος» νέος, μολονότι μας χωρίζουν 1500 χρόνια από την εποχή του, ήταν ο Αυ­γουστίνος. Όλα του τα πολύτιμα προσόντα τα δαπα­νούσε στα έργα του σκότους. Και μια μέρα έντονης ε­σωτερικής πάλης άκουσε μια παιδική φωνή, πού του ‘λεγε. «Πάρε και διάβασε». Γεμάτος απορία μπήκε στο γραφείο του και είδε στο έδαφος μερικά χειρόγραφα. Τα πήρε στα χέρια του και οι πρώτες φράσεις, πού διάβασε, ήταν οι λόγοι του Απ. Παύλου, πού ακούσαμε σήμερα: «αποθώμεθα ούν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα έργα του φωτός... μή κώμοις και μέθαις, μή κοίταις και άσελγείαις, μή έριδι και ζήλω...». Κι' αυτό ήταν το έναυσμα της επιστροφής του Αυγου­στίνου.
Αδελφοί μου!
Με τούς ίδιους λόγους, πού ό Θεός κάλεσε τον ιε­ρό Αυγουστίνο, για να τον μεταβάλει από άνθρωπο του σκότους σε τέκνο φωτός, καλεί και μάς η Εκκλη­σία μας σήμερα σε μετάνοια και επιστροφή, ενώ έξω από τις εκκλησίες στολίζεται η επίφαση της χαράς και το προσωπείο της ευφροσύνης, ο Καρνάβαλος. «Το στάδιον των αρετών ηνέωκται οι βουλόμενοι αθλήσαι, εισέλθετε...».
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
ΦΩΣ ΕΚ ΦΩΤΟΣ
"Κηρυγματικές σκέψεις στα ευαγγελικά αναγνώσματα"
ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
ΤΗΛ. 2310 212659 
http://www.impantokratoros.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου