Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης·
νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Είπεν ο Κύριος αυτή την παραβολή. Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο Ναό για να προσευχηθούν ο ένας ήταν Φαρισαΐος και ο άλλος ήταν τελώνης. Ο Φαρισαΐος στάθηκε και προσευχόταν στον εαυτό του με αυτά τα λόγια: «Θεέ μου, σε ευχαριστώ, γιατί εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους, πού είναι κλέφτες, άδικοι, άτιμοι ή και σαν αυτόν τον τελώνη, νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, δίνω το ένα δέκατο απ' όλα τα εισοδήματα μου». Και ο τελώνης στεκόταν από μακριά και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό, μόνο χτυπούσε στο στήθος του και έλεγε: «Θεέ μου, συγχώρεσε με τον αμαρτωλό». Σας λέγω πώς αυτός κατέβηκε στο σπίτι του συγχωρεμένος παρά ο άλλος. Γιατί όποιος υπερηφανεύεται θα ταπεινωθεί, ενώ όποιος ταπεινώνεται θα ανυψωθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου