Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009

Ενα μικρό οδοιπορικό στον βίο και στην πολιτεία του αειμνήστου λευίτη ιερέως π Αποστόλου Φαφούτη (ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΗ)


Παπα-Άποστόλης : ο Μακαριστός γέροντας της πόλεως του Αγρινίου


        Ο Παπαποστόλης γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1871 στο Αγρίνιο, όπου και πέθανε τον Αύγουστο του 1960. Αφού τελείωσε την στοιχειώδη εκπαίδευση στο Αγρίνιο, διορίστηκε Γραμματοδιδάσκαλος και επί περίπου δύο χρόνια παρέμεινε στον Βλοχό Τριχωνίδας. Στη συνέχεια διορίστηκε υπογραμματέας του Ειρηνοδικείου Αγρινίου. Νυμφεύτηκε την Μαριγώ Μαρκοπούλου, που πρόωρα πέθανε. Τον Σεπτέμβριο του 1901 στο Θέρμο έλαβε από τον τότε Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας Παρθένιο τον πρώτο βαθμό της Ιερωσύνης, του Διακόνου. Τον Ιούνιο του 1903 χειροτονήθηκε στην Αθήνα ιερεύς και τοποθετήθηκε αμέσως ως εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Χριστόφορου Αγρινίου. Το 1924 ο τότε Μητροπολίτης, αφού εκτίμησε τη δράση και τις αρετές του π. Αποστόλου, του απένειμε το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη και τον ανεκήρυξε Αρχιερατικό Επίτροπο Αγρινίου. Η δράση του μακαριστού Γέροντος επεκτάθηκε σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ζωής. Τρέχει παντού για να ανακουφίσει και να ενθαρρύνει. Με την καλωσύνη του, καθώς και με τις άλλες αρετές γλυκαίνει τους πόνους των πληγωμένων καρδιών. Επισκέπτεται κατά τα χρόνια της κατοχής φυλακισμένους, παρηγορεί και νοσηλεύει τους ασθενείς, και σωματικά, μα κυρίως πνευματικά. Κανείς από τους παλαιοτέρους σε ηλικία, παρατηρεί ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Αχελώου κ. Ευθύμιος δεν θυμάμαι τον Παπαποστόλη με αδειανές τις τσέπες του. Ήταν πάντοτε γεμάτες. «Γιατί ήταν προέκταση της καρδιάς του, που ήταν πάντα γεμάτη αγάπη για όλους και τον καθένα ξεχωριστά». Πώς λοιπόν κατόρθωσε να επιβληθεί στην κοινωνία; Ποιο ήταν το μυστικό του Παπαποστόλη; θα μας το πει ο αείμνηστος π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος. «Ήταν η αγάπη του η πολλή και η καλωσύνη του η μεγάλη. Εχθρούς δεν είχε. Αγαπούσε όλους τους ανθρώπους. Κακό δεν έλεγε για κανένα. Γϊ αυτό ο δεσπότης του ο Ιερόθεος έλεγε ότι ο Παπαποστόλης και τον διάβολο ακόμα καλό τον λέγει».

      Αγαπούσε τους δυστυχισμένους, γράφει ο Παν. Κουτσούκης. Και συνεχίζει: "Το βάσανό τους το μάθαινε πρώτος αυτός. «Τόση ήταν η αγάπη του, ώστε γνώριζε τις στενοχώριες και τις χαρές κάθε οικογενείας και κάθε ενορίτη του». «'Εχαιρε μετά χαιρόντων, έκλαιε μετά κλαιόντων». Έγινε «τοις πάσι τα πάντα, ίνα τους πάντας κερδήση», μιμούμενος σε όλη του τη ζωή τον θεηγόρο Απόστολο Παύλο, γενόμενος κι αυτός με τη σειρά του Απόστολος και «σκεύος εκλογής». Αγαπούσε χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς υπολογισμούς. Αγαπούσε απλά όλους τους ανθρώπους. Όλους! Και τους εχθρούς του ακόμη. Ενώ ήταν κατώτερος στη γνώση και τη σοφία από πολλούς μορφωμένους της εποχής του, τους ξεπερνούσε όμως κατά πολύ στην αγάπη. Εξάλλου αυτό είναι εκείνο που σήμερα και πάντα θα καταξιώνει την ύπαρξη του. Δικό του έργο του και προσωπικός του μόχθος είναι και ο περικαλλής νέος Ιερός Ναός του Αγίου Χριστόφορου Αγρινίου. Του «Αφέντη του Αγίου», όπως έλεγε και ο ίδιος. Ένας νέος ναός, σύγχρονος και ευρύχωρος και το πιο σημαντικό, μέσα στην πόλη του Αγρινίου. Οι εργασίες άρχισαν το 1920 και τελείωσαν το 1937. Ένας πραγματικός άθλος, αν αναλογισθεί κανείς τις συνθήκες της εποχής. Η σχέση που είχε αναπτύξει με τον πολιούχο και προστάτη μας Αγιο Χριστόφορο έχει μείνει στη μνήμη όλων των πιστών του Αγρινίου και όχι μόνο. Ο ναός του Αγίου ήταν το δεύτερο σπίτι του π. Αποστόλου. Με τον «αφέντη» του Άγιο μιλούσε απλά ως οικείος, συζητούσε μαζί του, προσευχόταν σε αυτόν, του έθετε τα προβλήματα του (τα προβλήματα των συνανθρώπων του δηλαδή), έπαιρνε την ευλογία του και προχωρούσε. Κάποια χρονιά λίγο πριν του Αγίου Χριστόφορου - διηγούνται οι παλαιότεροι σε ηλικία Αγρινιώτες - φοβήθηκε μήπως λόγω των άσχημων καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν, δεν πάνε οι πιστοί να προσκυνήσουν στη χάρη του Αγίου. Αυτό θα είχε ως συνέπεια να μην εξοικονομηθούν τα απαραίτητα χρήματα για τη συνέχεια των έργων. - Αγιε Χριστόφορε, τον άκουσαν να λέει τότε, δικός σου είναι ο ναός. Αν θέλεις να συνεχίσουμε, κάνε να μη βρέξει. Λόγια απλά.


Λόγια που επαναλαμβανόταν συνέχεια και που δείχνουν ακριβώς την οικειότητα του γέροντος και τη μεγάλη του εμπιστοσύνη στον αγαπημένο του Άγιο. Παράλληλα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δικό του έργο είναι και η δενδροφύτευση σε εκείνο το γυμνό βουνό με τα λίγα δέντρα, που έγινε αργότερα το αλσύλλιο του παλαιού Αγίου Χριστόφορου, η μοναδική πηγή οξυγόνου για όλο το Αγρίνιο ακόμη και σήμερα. Η Ακαδημία Αθηνών, εκτιμώσα την προσπάθεια και το μεγάλο έργο του π. Αποστόλου, τον βράβευσε και προσέφερε χρηματικό ποσό για το δάσος που δημιούργησε. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1944, ημέρα του Σταυρού, εμφανίστηκε και εδώ η σεβάσμια μορφή του Παπαποστόλη με τα σωτήρια όπλα της αγάπης και της πίστεως. Ο γέροντας ως επικεφαλής μιας επιτροπής Αγρινιωτών πατριωτών επεμβαίνει σωτήρια ανάμεσα στις αντάρτικες δυνάμεις του ΕΛΑΣ και στον ταγματάρχη Γ. Τολιόπουλο του τάγματος ασφαλείας της πόλεως μας και κατορθώνει να αποτρέψει την πόλη του Αγρινίου από «ένα φοβερό αιματοκύλισμα ενός αδελφικού αλληλοσπαραγμού». Γράφει ο θεολόγος και βιογράφος του π. Αποστόλου κ. Ανδρέας Κωστακιώτης: «Ο γέροντας· ήταν όλος απλότητα και ταπείνωση». Χαρακτηριστικό της ταπεινοφροσύνης του είναι και το ακόλουθο γεγονός. Όταν η δημοτική αρχή Αγρινίου έφτιαξε το πρόπλασμα της προτομής του, πότε δεν θέλησε να το δει, παρά τις παρακλήσεις πολλών. Διαμαρτυρόταν λέγοντας: «Εγώ δεν έκανα τίποτε, γιατί να γίνουν όλα αυτά; Τι χρειάζονται;». Λόγια ανθρώπου βαθιά ταπεινού. Το φρόνημα του ήταν απόλυτα τοποθετημένο, γεμάτο ειρήνη και γαλήνη, μέσα στο πλαίσιο της ομορφιάς και της χάριτος που δίνει η ταπείνωση. Πλήρης ημερών παρέδωσε την αγιασμένη του ψυχή στον θεό, αφού κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων και αφού παρεκάλεσε αυτούς που τον φρόντιζαν να δοθεί η μοναδική του περιουσία (ο σταυρός και τα παπούτσια του) στους φτωχούς. Ήταν 13 Αυγούστου του 1960 και ώρα 6.00 μ.μ. Ο λαός του Αγρινίου και ολόκληρης της Αιτωλοακαρνανίας θρηνούσε την απώλεια ενός πραγματικά αγίου.
      Να πώς χαρακτηρίζει τον Παπαποστόλη ο Κώστας Τριανταφυλίδης: "Ο Παπαποστόλης δεν ήταν ούτε σοφός ούτε ρήτορας. Κι όμως η ζωή του ήταν ολάκερη σοφία και το παράδειγμα του πιο εύγλωττο κι από την ευφραδέστερη ακόμα ρητορική. Ποιο ήταν άραγε το μυστικό του; Ήταν η αγάπη του Α και το Ω της θρησκείας μας. Αυτό που ή τόχεις - και είσαι γνήσιος Χριστιανός ή δεν τόχεις—και είσαι κύμβαλον αλαλάζον. Όταν ακούμε αγάπη, πάει ο νους μας σε ένα σωρό συναισθηματισμούς ή ακόμα γλυκερότητες και εγωπαθείς προσηλώσεις. Όχι τέτοια. Η αγάπη του Παπαποστόλη ήταν «όμορφη». Όμορφη και καθαρή σαν το κρυστάλλινο νερό. Κυλάει το νεράκι ανάμεσα από λογής χορταρικά. Σκύβεις του λόγου σου, ξεδιψάς, και ευλογείς το θεό για τα δωρήματα του. Τον θυμάμαι, που λες, κατέβαινε από το δρόμο της εκκλησίας του, σωστή βιβλική μορφή. Σταματούσε μπροστά σε όλους κι είχε για τον καθένα έναν καλό λόγο. Προπαντός στεκόταν μπροστά στα παιδάκια. Ασπαζόταν το καθένα χωριστά και του πρόσφερνε αντίδωρο ή ζαχαρωτά. Και δεν ξεχώριζε δικούς και ξένους, ενορίτες και μη. Αγαπούσε το μακρυνό με τον ίδιο ανυστερόβουλο αυθορμητισμό που αγαπούσε τον πλησίον. Και δεν κακολογούσε ποτέ και κανέναν ο Παπαποστόλης. Για κάθε παράπτωμα έβρισκε την ανθρώπινη εξήγηση και πρόστρεχε για να παραμυθήσει. Τι ανθρωπινός που ήταν μέσα στην αγάπη του! Γράμματα ήξερε λιγότερα-όμως θεοτικά. Γιατί υπάρχουν και τα άθεα γράμματα, αυτά που οδηγούν στην πανουργία και την καταστροφή. Τα θεοτικά, λοιπόν, και μια «έμφυτη πείρα» Που διέθετε, τον τοποθετούσαν ομορφότερα και ευστοχότερα στη ζωή. Κι ήταν ηγέτης: επιβλητικός άρχοντας του λαού και παρών στις κρίσιμες ώρες της ιστορίας του τόπου του. Είπαμε για την καθαρότητα και την παιδικότητα της καρδιάς. Αυτή την είχε και μάλιστα με το παραπάνω, ο Παπαποστόλης. Στεκόταν, λέει, μπροστά στον Άγιο και κουβέντιαζε μαζί του με θελκτικήν αφελότητα. Τον μάλωνε κι όλας:……".
Απόστολος Φαφούτης




--------------------------------------------------------------------------------------------------------
Του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Το κείμενο προέρχεται από την απομανητοφώνηση της παρέμβασης του Σεβασμιωτάτου σε εκπομπή-αφιέρωμα του Ρ/Σ της Εκκλησίας της Ελλάδος για τον αείμνηστο παπ'-Αποστόλη.

       Ο παπα-Αποστόλης ήταν και εξακολουθεί να είναι μετά από 49 χρόνια η δεσπόζουσα μορφή στο Αγρίνιο, καθιερώθηκε στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Άφησε ισχυρά μνήμη σε όλους τους Αγρινιώτες.  Εγώ κατάγομαι από τα Γιάννενα, αλλά επισκεπτόμουν το Αγρίνιο από μικρός, λόγω μιας θείας μου που υπηρετούσε εκεί, και αργότερα τελείωσα τις γυμνασιακές μου σπουδές στην πόλη αυτή (1959-1963). Έτσι οι πληροφορίες μου για τον Παπαποστόλη προέρχονται από τρεις πηγές.
      Πρώτον, από την μικρή μου ηλικία, 8-10 ετών, που με πήγαν στον Παπαποστόλη να με ευλογήση. Μου έδωσε απλόχερα την ευλογία του και καραμέλλες. Ήταν ένας καλός στοργικός παπούλης, πολύ αγαπητός.
       Δεύτερον, όταν πήγα το 1959 στο Αγρίνιο, ως μαθητής στο Γυμνάσιο άκουγα γι’ αυτόν πολλά. Εκείνος εκοιμήθη έναν χρόνο μετά, ήτοι το 1960. Έτσι, προ του θανάτου τον πρόλαβα για λίγο και μετά τον θάνατό του άκουγα να μιλάη όλη η πόλη του Αγρινίου γι' αυτόν.
      Τρίτον, τον γνώρισα από τον Γέροντά μου Μητροπολίτη Εδέσσης κυρό Καλλίνικο που ήταν πολλά χρόνια Γραμματεύς και Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας και γνώριζε πολύ καλά τον Παπαποστόλη. Από εκείνον άκουγα πολλές ιστορίες γι' αυτόν, για την αγάπη του στον Θεό, την Εκκλησία, τον άγιο Χριστοφόρο και τον λαό.
Από όλα αυτά έχω αρίστη γνώμη για τον Παπαποστόλη. Ήταν καλοκάγαθος, αγωνιστής, ταπεινός και πανέξυπνος Κληρικός. Πολλά είναι τα στοιχεία που χαρακτήριζαν την προσωπικότητά του. Να αναφέρω μερικά από αυτά.
1. Ξεκίνησε ως έγγαμος Ιερεύς, αλλά 2-3 χρόνια μετά τον γάμο του πέθανε η πρεσβυτέρα του και εκείνος υπέμεινε καρτερικά την χηρεία. Δεν σκέφθηκε να σταματήση την Ιερωσύνη. Έκανε και κάτι περισσότερο. Δόθηκε εξ ολοκλήρου στον Θεό και τον άγιο Χριστοφόρο. Έκτισε με κόπο τον Ιερό Ναό του και καθιέρωσε την εορτή του. Έτσι μια δυσκολία την μετέτρεψε σε δράση, σε προσφορά, σε δημιουργικότητα. Μας δίδαξε ότι όλα υπερβαίνονται. Μας έδειξε πως οι πειρασμοί με την Χάρη του Θεού γίνονται ευλογίες.
2. Ήταν αφιλάργυρος. Δεν αγαπούσε τα χρήματα και δεν τα ιδιοποιούσε. Ο,τι είχε τα έδινε στους πτωχούς. Δεν ήθελε να βλέπη ανθρώπους να πεινάνε και να υποφέρουν. Πήγαινε σε κρεοπωλεία, αγόραζε κρέας και τους έλεγε να το στείλουν σε συγκεκριμένα σπίτια που είχαν ανάγκη.
Η αφιλαργυρία του εκτιμήθηκε από όλους. Περνούσε από τα καταστήματα και του έλεγαν: «Έλα μέσα, Παπαπαστόλη, και πάρε από το ταμείο ο,τι χρήματα θέλεις». Ήξεραν ότι δεν κρατούσε τίποτε για τον εαυτό του, αλλά όλα τα διοχέτευε στους πτωχούς.
3. Ήταν ενοποιητικό στοιχείο στην κοινωνία του Αγρινίου σε μια δύσκολη περίοδο, τότε που τα πάθη ήταν αναμμένα. Αγαπούσε όλους τους ανθρώπους, δεν τους χώριζε από πολιτικής πλευράς. Ήταν ένας εκκλησιαστικός ηγέτης και κατά την Γερμανική Κατοχή και κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Πήγαινε στους Γερμανούς για να ελευθερώση ανθρώπους και συμφιλίωνε τους Χριστιανούς που ήταν χωρισμένοι μεταξύ τους πολιτικά.    Απέτρεψε με δυναμισμό τους Γερμανούς να κάψουν το δασύλιο του αγίου Χριστοφόρου και απέτρεψε την αιματοχυσία κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο, φθάνοντας στο σημείο να επισκεφθή με αυτοθυσία των αρχηγό των αριστερών, που πολιορκούσαν το Αγρίνιο.
4. Διακρινόταν από μια απλότητα στην ζωή του. Δεν έκανε τον έξυπνο, τον μεγάλο, αυτόν που κάτι είναι. Είχε ένα ανεπιτήδευτο τρόπο συμπεριφοράς. Ήταν ένας πατέρας. Διακρινόταν από ένα γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα. Δεν ήταν υποκριτής και μιλούσε αυθόρμητα, πηγαία, χωρίς ευσεβισμούς.
      Και τα τέσσερα αυτά γνωρίσματα ήταν στοιχεία ενός παραδοσιακού Ιερέα, με καθαρότητα σκέψης και καρδιάς, με θυσιαστικό ήθος και προσφορά, με αδολότητα συμπεριφοράς, με χιούμορ και πηγαία αγάπη. Σε μια εποχή που οι άνθρωποι χωρίζονταν πολιτικά σε δεξιούς και αριστερούς, εκείνος εξέφραζε το εκκλησιαστικό φρόνημα, έδειχνε ότι η Εκκλησία ανήκει σε όλους, όλοι οι βαπτισμένοι και αμαρτωλοί είναι δυνάμει μέλη της Εκκλησίας. Η Εκκλησία αγαπά όλους και ενδιαφέρεται για την σωτηρία τους. Είναι μια μάνα που ενδιαφέρεται στοργικά για όλα τα παιδιά της, ακόμη και τα πιο ατίθασα.
       Στο Αγρίνιο εργάσθηκαν πολλοί Κληρικοί. Ο Παπαποστόλης ήταν από τους κορυφαίους, χωρίς να κάνη ιδιαίτερα κηρύγματα και ομιλίες. Μιλούσε, όμως, πολύ δυνατά και καθαρά με το παράδειγμά του, την αγάπη του, την σιωπή του, το γέλιο του, την παρουσία του. Οι άγιοι είναι μια «σιωπώσα παραίνεση». Λέμε για μερικούς Κληρικούς ότι δοξάζουν τον Θεό που υπάρχουν. Αυτό μπορούμε να πούμε και για τον Παπαποστόλη. Υπήρξε και υπάρχει στις καρδιές των Αγρινιωτών, δεξιών και αριστερών, ευσεβών και αθέων, εκκλησιαστικών και μη και δοξάζουμε τον Θεό γι’ αυτό.
Το Αγρίνιο του ανταπέδωσε την αγάπη του. Στην κηδεία του υπήρξε κορμοσυρροή, σαν Μ. Παρασκευή και Ανάσταση. Αλλά και σήμερα τον θυμούνται όλοι οι κάτοικοι του Αγρινίου, όπου και αν ανήκουν πολιτικά η θρησκευτικά, με χαρά και συγκίνηση. Μερικές φορές δακρύζουν όταν αναφέρουν το όνομά του. Τον θεωρούν έναν άξιο λευίτη. Οι Αγρινιώτες του έχουν δώσει ένα σημαντικό και διακεκριμένο χώρο στην καρδιά τους και εκεί μέσα, στην καρδιά, έχουν πάντοτε αναμμένο ένα κανδηλάκι μνήμης και ένα θυμιατήρι με ευωδιαστό θυμίαμα αγάπης για τον αγαπητό τους Παπαποστόλη. Τον θεωρούν άγιο. Ο κόσμος έχει ευαισθησία και ξέρει να εκτιμά τον γνήσιο, τον αληθινό, τον ταπεινό που είναι όμως πολύ δυνατός. Πράγματι, δυνατός δεν είναι αυτός που έχει εξουσία, χρήματα, διασυνδέσεις για να επιβληθή, αλλά ο ταπεινός που ξέρει να αναπαύη τον άνθρωπο, που είναι πληγωμένος. Θυμάμαι από το Γεροντικό ένα παράδειγμα. Ρώτησαν έναν Γέροντα αν θα έπρεπε να ξυπνήσουν κάποιο μοναχό που κοιμόταν στον Ναό, κατά την Ιερά ακολουθία. Και αυτός είπε: «Εγώ θα προτιμούσα να έβαζα το κεφάλι του στα γόνατά μου για να ξεκουρασθή καλύτερα». Οι άνθρωποι σήμερα θέλουν να βρουν κάποιο Πατέρα, που θα αγαπά, θα θυσιάζεται, θα συγχωρή, θα καθαρίζη το δακρυσμένο μάτι από τον πόνο, θα εμπνέη. Τέτοιος ήταν ο Παπαστόλης.

Ας έχουμε την ευχή του.–

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου