Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009

Βίος και πολιτεία του Αγίου Ενδόξου Αποστόλου Φιλίππου





Α. «Η κλήσις» του Αποστόλου Φιλίππου.


Ο  ένδοξος απόστολος Φίλιππος είναι ο πέμπτος εκ της χορείας των δώδεκα μαθητών του Κυρίου μας∙ πρώτος ο Ανδρέας, δεύτερος ο Πέτρος, τρίτος ο Ιάκωβος, τέταρτος ο Ιωάννης και πέμπτος ο Φίλιππος. Κατάγεται από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και είναι συμπολίτης των αποστόλων Ανδρέου και Πέτρου «ην δε Φίλιππος από Βηθσαϊδά, εκ της πόλεως Ανδρέου και Πέτρου» (Ιωαν. 1, 45).
Από μικρό παιδάκι διεκρίνετο για την αγάπην του προς τον Θεόν και γι’ αυτό από τα πρώτα μαθητικά του χρόνια, που εδιδάσκετο την θύραθεν γνώσιν των Ιουδαίων αλλά και την θρησκευτικήν και δη την γνώσιν «του Νόμου», κρατούσε με πολλήν επιμέλειαν μέσα στην καρδιά του «τας ρήσεις του Νόμου και όλης της Παλαιάς Διαθήκης δια τον Μεσσία».

Ο Κύριός μας τον συναντά αμέσως μετά την βάπτισίν του και γνωρίζοντας, ως Θεός, τον πόθον του για τον Μεσσίαν, που περίμεναν οι αιώνες∙ «τη επαύριον ηθέλησεν ο Ιησούς εξελθείν εις την Γαλιλαίαν, και ευρίσκει Φίλιππον και λέγει αυτώ∙ ακολούθει μοι» (Ιωαν. 1, 44).

Συμπαρασύρει σ’ αυτήν την ακολουθίαν και τον φίλον του Ναθαναήλ∙ «ευρίσκει Φίλιππος τον Ναθαναήλ και λέγει αυτώ, ον έγραψε Μωσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν Ιησούν τον υιόν του Ιωσήφ τον από Ναζαρέτ» (Ιωαν. 1, 46), «Έρχου και ίδε» (Ιωαν. 1, 47).

Θεωρείται ένας εκ των σπουδαιοτέρων μαθητών του Κυρίου μας και τούτο ένεκα της παιδείας που είχε. Απολαμβάνει της μεγάλης αγάπης, εμπιστοσύνης και οικειότητος του Κυρίου μας και ίσως ένεκα όλων αυτών να ζητά – ο Φίλιππος – από τον Κύριόν μας να δείξη σ’ αυτόν και στους λοιπούς ένδεκα μαθητάς τον Πατέρα: «Λέγει αυτώ Φίλιππος∙ Κύριε, δείξον ημίν τον Πατέρα και αρκεί ημίν» (Ιωαν. 14, 8). Και βεβαίως ο Κύριος του δίνει την απάντησιν∙ «τοσούτον χρόνον μεθ’ υμών ειμί, και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; Ο εωρακώς εμέ εώρακε και τον Πατέρα∙ και πως σύ λέγεις, δείξον ημίν τον Πατέρα; Ου πιστεύεις ότι εγώ εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί εστί; Τα ρήματα α εγώ λαλώ υμίν, απ’ εμαυτού ου λαλώ∙ ο δε Πατήρ ο εν εμοί μένων αυτός ποιεί τα έργα» (Ιωαν. 14, 9 -10).

Ο ένδοξος απόστολος Φίλιππος έζησε τον Κύριόν μας από πολύ κοντά σε όλες τις φάσεις της τριετούς επίγειας ζωής του, ως τούτο καταμαρτυρείται από τους ιερούς ευαγγελιστάς. Είναι «αυτόπτης και αυτήκοος» μάρτυρας των κόπων του Κυρίου μας, της Σταυρώσεώς του και της Ταφής του. Απήλαυσε την ένδοξον Ανάστασιν και Ανάληψιν του Κυρίου μας και τέλος έγινε απόλυτος μέτοχος της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, κατά την ημέραν της Πεντηκοστής.


Β. Ο «κλήρος» του Αποστόλου Φιλίππου.

Οι Δώδεκα απόστολοι για να δουν που είναι το θέλημα του Θεού για να πάνε να κηρύξουν το Ευαγγέλιον, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου μας «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνέυματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν…» (Ματθ. 28, 19 -20), έβαλαν «κλήρους» (Πραξ. 1, 26). Του αποστόλου Φιλίππου «έλαχε» (Πραξ. 1, 17) ο κλήρος να πάη στην Ασίαν να κηρύξη Ιησούν εσταυρωμένον και αναστάντα εκ των νεκρών.

Ο ένδοξος απόστολος υπάκουσε και ανεχώρησεν και επήγε στον τόπο της κληρώσεώς του και άρχισε να κηρύσση σ’ όλα τα κράτη – των Πάρθων, των Μήδων, των Κανδάκων κ.λπ. – και σ’ όλες τις πόλεις – Λυδία, Λυκαονία, Μυσία, Καρίαν κ.λπ. - της Ασίας τον Κύριόν μας. Μαζί με το θείον κήρυγμά του τελούσε «σημεία και τέρατα μεγάλα εν τω λαώ» (Πραξ. 6, 8). Έκτισε εκκλησίες, γκρέμισε τα είδωλα, χειροτόνησε Διακόνους, Πρεσβυτέρους και Επισκόπους, θεράπευσε αρρώστους και πολλοί των ανθρώπων επίστευσαν στον Κύριόν μας. Συνεργάτες του είχε τον απόστολον Βαρθολομαίον και την σαρκικήν αδελφήν του Μαριάμνην. Κατά την Ιεραποστολικήν του περιοδείαν στην Ασίαν υπέστη από τους ειδωλολάτρες και τους Ιουδαίους πολλούς διωγμούς – μαστιγώσεις –ραβδισμούς –λιθοβολισμούς –θλίψεις – κακοπάθειες…, ώστε να αναγκασθή να εγκαταλείψη προσωρινώς την Ασίαν.

Γ. Ο Απόστολος Φίλιππος στην Αθήνα.

Κατά τους τρομερούς διωγμούς στην Ασίαν ήλθεν ο ένδοξος απόστολος στην πόλιν του Σωκράτους, του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους, στην Αθήνα, και παρέμεινεν επί δύο έτη περί το 55 ή 59 μ.Χ. Ο απόστολος Παύλος είχεν επισκεφθεί την πόλιν των Αθηνών περί το 50 μ.Χ.
Εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον αναφέρεται η σχέσις του αποστόλου Φιλίππου με τους Έλληνες: «Ήσαν δέ τινες Έλληνες εκ των αναβαινόντων, ίνα προσκυνήσωσιν εν τη εορτή. Ούτοι ουν προσήλθον Φιλίππω τω από Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, και ηρώτων αυτόν λέγοντες∙ Κύριε, θέλομεν τον Ιησούν ιδείν. Έρχεται Φίλιππος και λέγει τω Ανδρέα, και πάλιν Ανδρέας και Φίλιππος λέγουσι τω Ιησού∙ Ο δε Ιησούς απεκρίνατο αυτοίς λέγων∙ Ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου» (Ιωαν. 12, 20 – 23).
Αμέσως χωρίς καθυστέρησιν άρχισε το σωτήριον κήρυγμά του. Κάποια ταλαίπωρη γυναίκα βλέποντας το ουράνιον πρόσωπό του και ακούοντας την αγία διδασκαλία του τον πλησίασε μετά δακρύων για τον υιόν της, που πέθανε και του ζητούσε βοήθεια. Ο θείος απόστολος Φίλιππος «ευσπλαχνίσθη aυτή και απλώσας την δεξιάν του προς τον νεκρόν είπεν ταύτα∙ Ο Ιησούς Χριστός, ον κηρύττω, σε προστάζει να εγερθής». Και ω! του θαύματος ο νεκρός ανεστήθη και οι πάντες εξεπλάγησαν. Περισσότερον από όλους εξεπλάγη η μητέρα του ποτέ νεκρού και ήλθεν και προσκύνησε τον Άγιον απόστολον και είπε τα εξής: «αναγέννησον δι’ ύδατος και πνεύματος εμέ και το τέκνον μου το οποίον συ ανέστησας». Και όντως ο ένδοξος απόστολος εβάπτισεν αυτήν και το τέκνο της. Αυτή δε η γυναίκα «εκήρυσσε τον Κύριόν μας και κατήγγειλε τοις πάσιν την ανάστασιν του υιού της».
Οι σοφοί Αθηναίοι τον αμφισβήτησαν για την απλότητα των λόγων του, τον υπελόγισαν και μάλιστα πάρα πολύ για την σοβαρότητα των έργων του και δη του θαύματος της αναστάσεως του νεκρού, που με τα ίδια τους τα μάτια εγνώρισαν. Ο εγωϊσμός όμως δεν τους άφηνε να ταπεινωθούν προ του Μεγάλου Θεού, που εκήρυσσε ο ένδοξος απόστολος Φίλιππος και μεταξύ τους έλεγαν “πώς να κάμωμεν ημείς, οίτινες έχομεν τόσην σπουδήν εις τα γράμματα και μας νικά ένα ιδιώτης και αγροίκος, όστις εις τα έργα φαίνεται περιφανείς και λαμπρότατος;”.
Στα απόκρυφα Ευαγγέλια αναφέρεται διήγησις υπερβολική και μυθώδης, εν τούτοις πρέπει να υπάρχη ιστορικός πυρήνας και γι’ αυτό παραθέτω το σχετικό κείμενο κατωτέρω: «Η έλευσις του αποστόλου Φιλίππου εν Αθήναις εγένετο πρόξενος μεγάλης ταραχής και σημαντικών συμβάντων. Ούτως, όταν πρωΐαν τινά εφάνη ανά τας οδούς των Αθηνών ανήρ ξένος, φέρων επενδύτην μόνον και λένειον, περί ου διεδίδετο ότι ήτο μέγας Ασιανός φιλόσοφος. Τριακόσοι των Αθηναίων φιλόσοφοι φοβηθέντες μη νικήση και αισχύνη (ντροπιάση) αυτούς ο ξένος, είπον αυτώ: Ημείς έχομεν τα μαθήματα των πατέρων ημών, εν οις αρκούμεθα φιλοσοφούντες∙ ει δε τι καινότερον έχης, ω ξένε, επίδειξον ημίν αφθόνως μετά παρρησίας ουδενός γαρ άλλου έχομεν ή μόνον ακούειν τι καινότερον. Και ο Φίλιππος δια μακρόν εξηγήσατο αυτοίς τα περί του νέου δόγματος, όπερ και δια θαυμάτων υπεστήριξεν. Οι φιλόσοφοι ούτοι έκθαμβοι ηναγκάσθησαν να γράψωσιν επιστολήν εις τον μέγαν Αρχιερέαν των Ιεροσολύμων, Ανανίαν».


Δ. Ο αρχιερέας των Ιουδαίων Ανανίας στην Αθήνα.

Έτσι σκεπτόμενοι «οι απόγονοι» των σοφών – του Σωκράτους του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους – Αθηναίοι έστειλαν επιστολήν δι’ ενός λογίου στον Αρχιερέα των Ιουδαίων Ανανία ονόματι. Ο λόγιος έδωσε την επιστολήν αλλά και προφορικώς είπε τα εξής: «άνθρωπος τις ήλθεν από εδώ προς ημάς, ονομαζόμενος Φίλιππος, όστις εις μεν τα λόγια είναι αγροίκος, αλλά εις τα έργα δεικνύεται θαυμάσιος και ταράσσει πολύν την πατρίδα μας, κηρύσσων Θεόν νεώτερον, Ιησούν ονομαζόμενον, με το όνομα του οποίου διώκει τους δαίμονας και πάσαν άλλην ασθένειαν. Εξόχως δε έκαμε το εξής τεράστιον θαύμα δια το οποίον εθαυμάσαμεν άπαντες, ήτοι ανέστησε νεκρόν, επικαλούμενος το όνομα του Ιησού. Όθεν κινδυνεύουν να καταφρονηθώσι και να παύσωσι τελείως τα ιδικά μας σεβάσματα και να αυξάνη τούτο το νεώτερον, εάν δεν έλθη προς ημάς ταχέως τις από υμάς».
Όταν τα άκουσε αυτά ο Αρχιερέας Ανανίας γεμάτος οργή ανεχώρησε και έφθασεν από τα Ιεροσόλυμα στην Αθήνα «Με φαντασίαν υπερήφανον και μήτε άρτον ούτε άλλο τι βρώσιμον έφαγεν, αλλ’ ενδυθείς την μεγαλόπρεπη ενδυμασίαν της αρχιερωσύνης, εκάθησεν εις θρόνον υψηλόν και υπερήφανον. Παρίσταντο δε αυτώ όλοι οι σοφοί των Αθηνών τριακόσιοι τον αριθμόν και όσοι Ιουδαίοι είχον έλθει εις την συνοδείαν του, πεντακόσιοι τον αριθμόν».



Ε. Ο Απόστολος Φίλιππος προ του δικαστικού βήματος του Αρχιερέως Ανανίου στην Αθήνα.

Διέταξεν ο Αρχιερέας Ανανίας να φέρουν προ αυτού κατηγορούμενον τον ένδοξον απόστολον Φίλιππον. Μόλις ήλθε ο μαθητής του κυρίου μας και εκάθησεν στο εδώλιον του κατηγορουμένου, ο Αρχιερέας Ανανίας του είπε με πολλήν οργήν τα εξής: «Δεν σου φθάνει ότι επλάνησες όσους απλουστέρους ευρίσκοντο στην Ιουδαίαν, Γαλιλαίαν και Σαμάρειαν, αλλά έβαλες στο μυαλό σου να πλανήσης και τους σοφούς Αθηναίους, πάντων ανθρώπων αθλιώτατε; Πλήν εγώ, σε μεν ως ηπατημένον και άφρονα καταφρονώ και δεν καταδέχομαι να σου ομιλήσω. Μόνον προς τους σοφούς Αθηναίους θέλω κάμει τον λόγον μου και να τους διδάξω την υπόθεσιν. Ο διδάσκαλος τούτου, ω! άνδρες Αθηναίοι, ως παραβάτης του Μωσαϊκού Νόμου κατεκρίθη από ημάς ευλόγως και δικαίως εις τον σταυρικόν θάνατον. Έμεινε δε γυμνός εις το ξύλον κρεμμάμενος και τις πλούσιος, Ιωσήφ καλούμενος, παρεκάλεσε τον Πιλάτον και επέτρεψεν ο Πιλάτος να τον ενταφιάσουν. Οι δε μαθητές αυτού δια χάριν φιλίας, απελθόντες την νύχτα έκλεψαν το σώμα του , δια να πλανήσουν πολλούς και ούτως έσπειραν πανταχού τον λόγον, φημίζοντες τον διδάσκαλόν των, ότι Ανεστήθη. Εις εξ’ αυτών είναι και ούτος, ο Φίλιππος, τον οποίον επιθυμεί να βάλλη εις τας χείρας του ο βασιλεύς των Ιουδαίων Αρχέλαος και να τον θανατώση εις εκδίκησιν πολλών».



ΣΤ. Η απολογία του Αποστόλου Φιλίππου στο κατηγορητήριο του Αρχιερέως Ανανία.

Οένδοξος απόστολος Φίλιππος ταπεινά και ήσυχα απελογήθη ειπών τα εξής: «Υιέ ανθρώπου, γιατί αγαπάς την ματαιότητα και ομιλείς ψευδά; Σύ δεν επλήρωσες με χρυσόν τους φύλακας να συκοφαντήσουν την Ανάστασιν; Σύ δεν ηξεύρεις τας σφραγίδας, τας οποίας έβαλες εις τον τάφον του παράνομε;».
Ο Αρχιερέας Ανανίας θύμωσε πάρα πολύ και σηκωθείς από τον περίλαμπρον θρόνον του ώρμησε γεμάτος οργήν να θανατώση τον απόστολον Φίλιππον. Αλλ’ ω! του θαύματος, αμέσως έμεινε ακίνητος και τυφλώθηκε. Οι συνοδεύοντες τον Αρχιερέα Ανανία, Ιουδαίοι και οι παριστάμενοι Αθηναίοι νομίζοντες ότι με μαγική δύναμι τελεί αυτά ο Φίλιππος, ώρμησαν γεμάτοι οργή εναντίον του. Αλλά και αυτοί ετιμωρήθησαν υπό του Αγίου Θεού δια της ακινησίας και της τυφλώσεως.
Ο ένδοξος απόστολος Φίλιππος τους λυπήθηκεν και παρεκάλεσεν τον Κύριον δια της προσευχής και είπεν τα εξής: «Κύριε θεράπευσον τας ασθενείας της ψυχής και του σώματος αυτών, δια την πολλήν σου ευσπλαχνίαν και αγαθότητα∙ και μετάβαλε την γνώμην των εις την σην επίγνωσιν και ευσέβειαν». Και ω! του θαύματος και εκινήθησαν από την ακινησίαν και θεραπεύθηκαν από την τύφλωσιν και όλοι μαζί ζητούσαν να τους βαπτίση. Και ενώ εγένοντο αυτά μέγας σεισμός συγκλόνισε την πόλιν των Αθηνών και καταγκρεμνίσθηκαν όλα τα είδωλα μέσα στα οποία εφώλευαν οι δαίμονες. Πάντες δε κατέφυγαν στον ένδοξον απόστολον Φίλιππον έντρομοι και μεγαλοφώνως εκραύγαζον «δυνατός είναι ο Θεός τον οποίον σύ κηρύττεις θαυμάσιε. Σ’ αυτόν αδιστάκτως και χωρίς αμφιβολίαν τινα πιστεύομεν και ημείς».



Ζ. Η γη σχίζεται και καταπίνει ζώντα τον Αρχιερέα Ανανία.

Οένδοξος απόστολος Φίλιππος αμέσως τους εβάπτισεν όλους και μόνον ο Αρχιερέας Ανανίας έμεινε στο σκοτάδι. Βλέποντας δε ο Αρχιερέας Ανανίας ότι όλοι επίστευσαν στον Χριστόν και εβαπτίσθησαν υπό του αποστόλου Φιλίππου στο όνομα της Αγίας Τριάδος, άρχισε να βλασφημά ο αναίσχυντος λέγων κατά του Κυρίου μας λόγια δύσφημα «του οποίου την ανοησίαν και την παρανομίαν η γη μη υποφέρουσα, εσχίσθη και κατέπιεν αυτόν ζώντα, ώσπερ ποτέ τον Δαθάν και τον Αβειρών, υιούς του Ελιάβ εκ της φυλής Ρουβήμ, οι οποίοι εστασίασαν κατά Μωϋσέως και Ααρών, ότι εξαπατούν τον λαόν και τον οδηγούν στην καταστροφήν.» (Δευτ. 11, 6, Αριθμ, κεφ. 16 και 26, 7 -10, Ψαλμ. 95, 17 και Σοφ. Σειράχ 45, 18).



ΙΔ. Ο Απόστολος Φίλιππος προ του επάρχου Αριστάρχου.

Οdiάβολος βλέπων νικημένον τον εαυτόν του, παρεκίνησε μερικούς από τους πιστούς του να βάλουν φωτιά και να καύσουν το σπίτι του άρχοντος και να καούν ζωντανοί μέσα σ’ αυτό ο άρχοντας, η γυναίκα του Μαρκέλλα, τα παιδιά τους και όποιος άλλος εργαζόταν και κατοικούσε μέσα σ’ αυτό. Ο ένδοξος απόστολος Φίλιππος γνωρίσας όλα αυτά, εκ Πνεύματος Αγίου, βγήκε και παραδόθηκε στους εχθρούς του και εχθρούς του Κυρίου μας, οι οποίοι τον συνέλαβαν σαν θηρία ανήμερα και πήγαν και τον παρέδωσαν στον έπαρχον της πόλεως, που ελέγετο Αρίσταρχος. Ο Αρίσταρχος σταθείς απέναντι του Αγίου αποστόλου Φιλίππου με πολύ θυμό του είπε τα εξής: «ηξεύρω ότι καυχάσαι για τις μαγείες σου. Αλλά εάν δεν τας ρίξεις από επάνω σου, θέλω σε θανατώσει με λιθασμόν πικρότατον. Περί δε του σταυρωθέντος Θεού σου θέλομεν εξετάσει με τον καιρόν ύστερα». Και αυτά λέγων άρπαξε από τις τρίχες της κεφαλής του τον πανεύφημον απόστολον Φίλιππον και τον περιγελούσε και τον έσερνε από το ένα μέρος στο άλλο… βασανίζοντάς τον.

Με καρτερικότητα ο θείος απόστολος Φίλιππος υπέμεινε τα μαρτύρια αυτά, αλλά για να σωφρονίση τον εγωϊστήν έπαρχον Αρίσταρχον και να γνωρίση όλος ο λαός, που παρακολουθούσε τα μαρτύριά του, ότι είναι υπηρέτης του παντοδύναμου θεού με όλην την δύναμιν της ψυχής, έκανε την εξής προσευχή εις επήκοον πάντων: «Κύριε, σύ ο οποίος έπλασες τας καρδίας μας και γνωρίζεις τας κινήσεις και τα διανοήματα αυτών, πλήρωσόν μου τον λόγον αυτόν, ο οποίος εξέρχεται χωρίς οργήν από την καρδίαν μου∙ και ας γίνη προς σωφρονισμό όλων των παρευρισκομένων “παράλυτος” η άτακτος χειρ αύτη, ήτις ετόλμησε να απλώση επί της κεφαλής την οποίαν σύ ηγίασες». Και ω! του θαύματος έτσι και έγινε. Όχι μόνον παρέλυσε «εξηράνθη» το χέρι του Αριστάρχου, αλλά και το ένα του μάτι ετυφλώθηκε, και την ακοήν του έχασε και από τα δύο του αυτιά και τέλος έμεινεν άλαλος.



Ο Απόστολος Φίλιππος ανιστά τον Θεόφιλον.

Βλέποντας οι παρακολουθούντες τα γεγονότα που ακολούθησαν παρεκάλεσαν τον ένδοξον απόστολον Φίλιππον, να συγχωρέση τον πταίσαντα έπαρχον Αρίσταρχον και να τον κάνη καλά, όπως ήταν πριν. Ο απόστολος Φίλιππος όμως με κατηγορηματικό τρόπο τους είπε τα εξής: «αι διαστροφαί των μελών δεν δύνανται να βοηθηθούν από άνθρωπον, διότι ένας είναι ο διορθωτής αυτού, ο Δημιουργός, όστις εξ αρχής συνήρμοσεν εκ της γης τον άνθρωπον. Και εάν δεν πιστεύσητε εις εκείνον μαζί με αυτόν, ο οποίος έπαθε, δεν λαμβάνει την θεραπείαν του».
Εκείνη δε την ώραν συνέβη να πηγαίνουν να ενταφιάσουν κάποιον νεκρόν. Οι οπαδοί του έπαρχου Αριστάρχου έλαβαν την αφορμήν να κοροϊδέψουν τον ένδοξον Φίλιππον και του έλεγαν σκωπτικά: «Εάν αυτόν τον νεκρόν αναστήσεις, όλοι θα προσκυνήσουμε τον Θεόν σου και μαζί μας και ο Αρίσταρχος».
Ο Άγιος Φίλιππος ατενίσας τον ουρανόν προσευχήθηκε και με πραείαν φωνήν είπε στο νεκρό τα εξής: «Θεόφιλε, ο Χριστός σε προστάσσει, έγειρε και λάλει ό, τι θέλεις χωρίς εμπόδιο». Και ο νεκρός, ω! του θαύματος, σηκώθηκε και έπεσε γονατιστός στα πόδια του αποστόλου Φιλίππου λέγοντάς του: «Ευχαριστώ σοι, Άγιε του Θεού, ότι την ώραν ταύτην από πολλά κακά μ’ ελύτρωσες. Γιατί μ’ έσυρον δικαστικώς τινές μαύροι και άσχημοι, για να με ρίξουν στον ολέθριον τάρταρον, το οποίον και θα εγίνετο, εάν σύ δεν ήθελες προφθάσει και να με λυτρώσης τον άθλιον». Αυτό το γεγονός έκανε τους πάντας να τρομάξουν και να θαυμάσουν την δύναμιν του Θεού, που ενεργεί δια των αποστόλων Του και εν προκειμένω δια του αποστόλου Φιλίππου.


. Ο Απόστολος Φίλιππος θεραπεύει και βαπτίζει τον Αρίσταρχον, τον Πρέφευκτον και πολλούς άλλους της πόλεως του Αζώτου.




Βλέποντας οι άνθρωποι τα θαυμάσια αυτά γεγονότα απέρριψαν κάθε αμφιβολίαν και δισταγμόν και επίστευσαν εις τον Κύριόν μας, δια του αποστόλου Φιλίππου, και είπαν εις αυτόν τα εξής: «Απόστολε Φίλιππε, αυτός τον οποίον σύ κηρύττεις είναι ο μόνος αληθής και παντοδύναμος Θεός, όστις τελεί τοιαύτα παράδοξα. Εις αυτόν τον Θεόν προσέχομεν άπαντες, ω! θαυμασιώτατε, και αδιστάκτως πιστεύομεν».
Και ο θείος Φίλιππος καταπαύσας με το χέρι του τον θόρυβον που εγίνετο, διέταξε τον άρχοντα της πόλεως –τον σύζυγον της Μαρκέλλας –να κάνη το σημείον του Τίμιου και Ζωοποιού Σταυρού επί του σώματος του Επάρχου Αριστάρχου, επικαλούμενος την Αγίαν Τριάδα. Ο άρχοντας έκανε όλα όσα του είπε ο ένδοξος Φίλιππος και ο έπαρχος Αρίσταρχος έγινε τελείως καλά. Αμέσως βαπτίστηκε ο Αρίσταρχος, ως και όλοι οι κάτοικοι της πόλεως του Αζώτου. Μεταξύ των βαπτισθέντων ήταν και ο Πρέφευκτος, ο πατέρας του αναστάντος εκ των νεκρών και ο αναστηθείς εκ των νεκρών, Θεόφιλος. Μάλιστα ο Πρέφευκτος έδωσε στον θείον Φίλιππον τους δώδεκα χρυσούς θεούς τους οποίους είχε και ελάτρευε, όπως και όλα τα υπάρχοντά του, να τα διαμοιράση στους πτωχούς. Ο ένδοξος απόστολος Φίλιππος καταρτίσας και στερεώσας όλους τους κατοίκους της Αζώτου γης εις την εν Χριστώ πίστιν, και χειροτονήσας εις επίσκοπον της πόλεως αυτής τον άρχοντα, ήτοι τον άνδρα της Μαρκέλλας, και ακόμη χειροτονήσας διακόνους και πρεσβυτέρους και διατάξας να κτίσουν εκκλησίες, όπου να λατρεύεται ο Άγιος και Τριαδικός Θεός, ανεχώρησεν για την Φρυγίαν. Το μεγάλο πνευματικό έργο του αποστόλου Φιλίππου φανερώνεται από την θέσιν του επισκόπου της πόλεως του Αζώτου. Η επισκοπή της πόλεως του Αζώτου είναι σημαντική και τούτο μαρτυρείται από τα πρακτικά των διαφόρων συνόδων όπου μέχρι του 6ου μ.Χ. αιώνος ο ποιμήν αυτής υπογράφει ως: «ο Επίσκοπος Αζώτου».




ΙΖ. Ο Απόστολος Φίλιππος στην Φρυγία.


Ελθών εις την πολυάνθρωπον χώραν της Φρυγίας ο ένδοξος απόστολος Φίλιππος συνήντησε εκεί τον απόστολον και Ευαγγελιστήν Ιωάννην, που και αυτός εκήρυσσε Ιησούν εσταυρωμένον και αναστάντα εκ των νεκρών και μαζί έφθασαν εις την Ιεράπολιν. Εκεί έμεινε και ελυπήθηκε σφόδρα, γιατί οι κατοικούντες σ’ αυτήν προσκυνούσαν «για Θεόν μίαν έχιδναν μεγάλη και φοβεράν στην οποίαν πρόσφεραν θυσίαν, οι απάνθρωποι, ανθρώπους». Μέσα σ’ αυτό το θηρίο κατοικούσε ο διάβολος. Πλησιάσας το θηρίον αυτό ο πανεύφημος απόστολος Φίλιππος προσευχηθείς εις τον Κύριόν μας και επικαλεσθείς «το όνομα του Δεσπότου Χριστού το φοβερόν και άστεκτον τοις δαίμοσιν εθανάτωσε την έχιδναν ταύτην…παρέχων τοις κατοικούσιν τη πόλει ταύτη θέαμα φοβερόν». Στη συνέχεια τους εδίδαξε ότι ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, μέλλει να έλθη και πάλιν το δεύτερον. Και τότε θα αναστήση όλο το γένος των ανθρώπων και θα αποδώσει εκάστω κατά τα έργα του. Όσοι δε είναι βαπτισμένοι και τηρούν το Νόμον του «θα κληρονομήσουν τον αιώνιον Παράδεισον» (Ματθ. 25, 34) ∙ και όσοι βαπτισμένοι δεν τηρούν τον Νόμον του, θα έχουν θέσιν εις την αιώνιαν κόλασιν μαζί «με τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού» (Ματθ. 25, 41). Πολλοί δε άκουσαν τα λόγια του αποστόλου Φιλίππου και επίστευσαν. Αυτούς ο Άγιος Φίλιππος τους εβάπτισεν και εξ αυτών εχειροτόνησε διακόνους –πρεσβυτέρους και επισκόπους


Το μαρτύριον του Αποστόλου Φιλίππου.


Οδιάβολος όμως εκίνησε τα όργανά του κατά του θείου Φιλίππου και τον συνέλαβαν και τον υπέβαλαν σε ραβδισμούς και σ’ άλλα πολλά μαρτύρια. Το φοβερότερον μαρτύριον είναι ότι του ετρύπησαν τους αστραγάλους από όπου και τον εκρέμασαν κατακέφλα σε Σταυρό χιαστί. Μαζί του εκρέμασαν και τον απόστολον Βαρθολομαίον. Η Μαριάμνη, η κατά σάρκα αδερφή του αποστόλου Φιλίππου, δεν υπέστη κανένα μαρτύριον, παρά το ψυχικό μαρτύριον να βλέπη τον αδελφό της κρεμασμένον ως κακούργον μαζί με τον Βαρθολομαίον «οίτινες πολλά εκοπίασαν στον αμπελώνα του Κυρίου». Ο Κύριος βλέπων το μαρτύριον των δύο μαθητών του συνεκλόνισε τον κλώνον της γης με πολλά ρίχτερ, ώστε πολλά σπίτια να γκρεμινσθούν και πλείστοι των ανθρώπων να βρουν οικτρόν θάνατον κάτω από τα ερείπια. Κάτω από αυτόν τον σεισμόν οι Φρύγες «τύπτοντες εαυτών τα στήθη» (Λουκ. 23, 48) και προσελθόντες μετά δακρύων τω Σταυρώ του ενδόξου αποστόλου Φιλίππου, τον παρακαλούσαν να τους συγχωρέση δια την μεγάλην τους αμαρτία


Το τέλος του αποστόλου Φιλίππου.



ΟΚύριος αφ’ ενός δέχθηκε την μετάνοιαν των ανθρώπων της πόλεως αυτής και σταμάτησε τον σεισμόν και εγλύτωσαν όλοι τους από επώδυνον θάνατον, αφ΄ετέρου δε τους έδειξε «οπτασίαν θαυμασίαν, σημείου θειοτέρας δυνάμεως και είδον κλίμακα από την γην έως τα ουράνια και τους εδείκνυε την άνοδον». Αυτό έγινε οδός σωτηρίας για τους απίστους, οι οποίοι ωμολόγησαν τον Κύριόν μας «ότι είναι ο αληθινός και μόνος Θεός ημών» και κατέβασαν τον απόστολον Βαρθολομαίον από τον Σταυρόν όπου εκρέματο.

Όταν δε ήλθαν να ξεκρεμάσουν από τον χιαστή Σταυρόν και τον ένδοξον απόστολον Φίλιππον, αυτός δεν ηθέλησεν, γνωρίζων ότι μετά από λίγη ώρα θα πήγαινε «να συναντήση τον Μεσσίαν». Πάνω δε από τον Σταυρόν του συνέχισε να διδάσκη τον λαόν να φυλάσση τον Νόμον του Θεού. Και ενώ έλεγε αυτά προσευχήθηκε στον Κύριόν μας και «απήλθεν η μακαρία του ψυχή προς Κύριον τη 14η Νοεμβρίου του 80 ή 87 μ.Χ.» Και τούτο βλέπων ο υμνογράφος τονίζει: «Αρθείς Φίλιππος εκ ποδών επί ξύλου, τα των ποδών σοι νίπτρα, Σώτερ, εκτίει. Ήρθης κακκεφαλής δεκάτη Φίλιππε Τετάρτη».


Το ιερόν λείψανο του Αγίου Φιλίππου.


Το δε άγιον και ιερόν του λείψανον ενταφίασαν με πολλήν ευλάβειαν ο απόστολος Βαρθολομαίος και η αδερφή του Μαριάμνη και πλήθος πιστών ψάλλοντες «ωδάς κατά την τάξιν και ύμνους προς τον Θεόν». Τεμαχίδιον δε εκ του Ιερού αυτού λειψάνου έχει αποθησαυριστεί εις το μικρόν και φιλόξενον Eκκλησάκι του, στο Μοναστηράκι και δη επί της οδού Αδριανού αριθμό 19. Απεκτήθη δε αυτό το τεμαχίδιον του Ιερού λειψάνου τη πρωτοβουλία του εφημερεύοντος από τον Ιούλιον του 1989 Πρωτοπρεσβυτέρου και Λυκειάρχου Αιδεσιμολογιωτάτου Ιερέως π. Αθανασίου Α. Αττάρτ εκ της Ιεράς Μονής AGOSTINIANE S. LUCIA –ROMA, όπως και σ’ άλλη λειψανοθήκη υπάρχουν τεμαχίδια εκ των λειψάνων των ενδόξων αποστόλων του πρωτοκορυφαίου Πέτρου και του δυσπίστου Θωμά, τα οποία και αυτά απεκτήθησαν τη πρωτοβουλία του π. Αθανασίου.



 Η λειψανοθήκη του Αγίου Φιλίππου.

Το τεμαχίδιον αυτό του Ιερού Λειψάνου του Αγίου ενδόξου αποστόλου Φιλίππου φυλάσσεται εις ιδιαιτέραν χειροποίητον ασημένια λειψανοθήκη 925ο βαθμών με διαστάσεις α) ύψος 27 cm, β) μήκος 31,5 cm και γ) πλάτος 16 cm. Το δε βάρος της είναι 3,600 kg. Γύρωθεν είναι χαραγμένες οι εξής παραστάσεις: 1. Ο Ραβδισμός του Αγίου Φιλίππου, 2. Η Χιαστή σταύρωσίς του, 3. Η Ταφή του, 4. Ο Άγιος Φίλιππος ελέγχει τον Αρχιερέα των Ιουδαίων Ανανία, 5. Η Ανάστασις του υιού της χήρας, 6. Η βάπτισις των πρώτων Αθηναίων, 7. Ο απόστολος Φίλιππος οδηγεί τον φίλον του Ναθαναήλ στον Μεσσίαν και 8. Η χειροτονία, υπό του Αγίου Φιλίππου, του Ναρκίσσου επισκόπου Αθηνών.

Η ως άνω λειψανοθήκη ανοίγει και εσωτερικά στο άνω κάλυμμα, το οποίο συγκρατείται δι’ αλύσεως, είναι χαραγμένος ο ένδοξος απόστολος Φίλιππος ευλογών και αγιάζων όλους εμάς. Εξωτερικά δε, έχει πέντε ασημένιους τρούλους, τέσσερις μικρούς και ένα μεγάλο, που κοσμούνται με τέσσερα μικρά ζαφείρια και ένα μεγαλύτερο, αντιστοίχως. Επί δε της βάσεως της λειψανοθήκης είναι τοποθετημένον «το τεμαχίδιον εκ του Ιερού Λειψάνου του Αγίου ενδόξου αποστόλου Φιλίππου» και γύρωθεν υπάρχει η εξής ιστορική περιγραφή: ΙΕΡΟΝ ΛΕΙΨΑΝΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ, ΔΩΡΗΘΕΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ “AGOSTINIANE S. LUCIA –ROMA” ΤΗ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΕΙ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ (Mr. PHILIPPE REGAMEY –ΕΛΒΕΤΙΑ)
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου